Μενού Κλείσιμο

Ιωάννα Αβραμίδου

Απομαγνητοφώνηση

Καλησπέρα, λοιπόν.

Καλησπέρα.

Θέλω να μου πείτε αρχικά ήταν όνειρο για εσάς να ασχοληθείτε με τη μετάφραση;

Όχι, καθόλου. Δεν ήταν μες τις προθέσεις μου. Από μικρή φανταζόμουν πάντα τον εαυτό μου να είμαι δασκάλα σε ένα σχολείο. Αλλά τέλειωσα τη Φιλοσοφική. Κατ’ αρχήν, από το σχολείο ακόμα, με απασχολούσε πολύ το ζήτημα της γλώσσας. Δηλαδή θυμάμαι πολύ μικρό, και πριν από το δημοτικό, όταν κατακτούσα μία νέα λέξη, η χαρά που αισθανόμουνα, αισθανόμουνα ευτυχία. Μετά στο γυμνάσιο και στο λύκειο, γιατί τότε στην εποχή μου ήτανε χωριστά, αγαπούσα πάρα πολύ το μάθημα των αρχαίων ελληνικών και των λατινικών και κυρίως τη μετάφραση, δηλαδή μου έδινε πάρα πολύ μεγάλη χαρά. Παρ’ όλα αυτά δεν το είχα σκεφτεί. Όταν τέλειωσα το πανεπιστήμιο, έδινα εξετάσεις δεξιά κι αριστερά, γιατί ήθελα να φύγω στο εξωτερικό, και βρέθηκα στη Σχολή Μεταφραστών και Διερμηνέων της Κέρκυρας, όπου εκεί διδάχθηκα, έμαθα τι εστί πραγματικά μετάφραση. Παρόλο που ήταν πιο πολύ τεχνικά θέματα και όχι κείμενα, και όχι λογοτεχνικά. Έχουμε μάθει, ας πούμε, την τεχνική της μετάφρασης, κάναμε και μάθημα της γλώσσας. Το πιο βασικό στη μετάφραση είναι να ξέρει κανείς τη γλώσσα του, δηλαδή ακόμα και παθητικά να ξέρει, αν και είναι καλό να έχει μία βιωματική σχέση με την ξένη γλώσσα από την οποία μεταφράζει, μπορεί, ακόμα και παθητική έτσι σχέση να έχει με τη γλώσσα, μπορεί να μεταφράζει όταν τα ελληνικά του είναι πάρα πολύ καλά, φαντάζομαι, ναι.

Εσάς η σχέση σας με τις γλώσσες από τις οποίες μεταφράζετε ποια είναι;

Εγώ έχω ξεκινήσει με γαλλικά από πολύ μικρή. Έχω ζήσει 30 χρόνια περίπου σε γαλλόφωνο χώρο, έχω μια βιωματική σχέση με τα γαλλικά, και τα γερμανικά ήταν επιλογή μου, γιατί μου άρεσε πάρα πολύ η γλώσσα, μου άρεσαν πάρα πολύ τα γερμανικά. Από την αρχή, δηλαδή, που πρωτομπήκα στην τάξη να μάθω γερμανικά, μου άρεσαν πάρα πολύ και έκανα και γλωσσολογία στο Τύμπινγκεν, έκανα μάστερ γλωσσολογίας στην Τυβίγκη που λέμε εμείς, όπου έζησα τεσσερισήμισι χρόνια. Άλλη σχέση με τα γερμανικά δεν είχα από τότε, παρά μόνο μέσα από τις μεταφράσεις και τα κείμενα.

Τι εικόνα είχατε για τη μετάφραση προτού ασχοληθείτε με αυτή επαγγελματικά; 

Ναι.

Και αφού ασχοληθήκατε επαγγελματικά τι άλλαξε;

Εγώ, παρόλο που δούλεψα 22 χρόνια στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως μεταφράστρια, τεχνικών κειμένων ήτανε, είχαμε νομική ορολογία, από την οικονομική επιστήμη και λοιπά, γεωργία, αλιεία, πράγματα, πάρα πολλά πράγματα, δεν θεωρούσα τον εαυτό μου μεταφράστρια, γιατί για μένα η μετάφραση ήταν πάντα συνυφασμένη με τη λογοτεχνία, δηλαδή και ένιωθα πάντα ένα δέος απέναντι στους μεταφραστές που μεταφράζανε λογοτεχνία, γιατί είναι η λογοτεχνία ένα ατέλειωτο πεδίο, απέραντο, ανοιχτό όπου πρέπει να έχεις γνώση, να έχεις ένα απόθεμα γνώσεων από πάρα πολλούς τομείς. Ωστόσο τα 22 χρόνια που είχα δουλέψει στην Ευρωπαϊκή Ένωση με βοηθάνε πάρα πολύ και στις λογοτεχνικές μεταφράσεις, διότι σε ένα μυθιστόρημα μπορεί να συναντήσεις και πάρα πολλούς τεχνικούς όρους από διάφορα επιστημονικά άλλα πεδία και βλέπω πόσο πολύ με βοήθησε τελικά και η εμπειρία μου με τα κείμενα τα κοινοτικά.

Οπότε τι είναι αυτό που σας προσφέρει εν τέλει η μετάφραση;
Η μετάφραση.
Τι είναι αυτό που απολαμβάνετε σε αυτήν;
Δεν ξέρω, έχω μία… δουλεύω στην ηλικία μου τώρα ασταμάτητα και δεν βιοπορίζομαι από αυτή τη δουλειά και κάποια στιγμή αναρωτήθηκα και εγώ γιατί δουλεύω έτσι με τέτοια λύσσα. Δηλαδή μπορώ να ξεκινάω στις 4 το πρωί και να σταματάω 10 το βράδυ. Το βιβλίο Πόλεμος και πόλεμος του Λάσλο Κρασναχορκάι [László Krasznahorkai] που έκανα πέρσι και είχε μεγάλη έτσι επιτυχία και συζητήθηκε πάρα πολύ, γράφτηκαν γύρω στις τριάντα κριτικές, και λοιπά, επί σαράντα ημέρες δεν έβγαινα, σε σαράντα μέρες το τέλειωσα γύρω στις τετρακόσιες σελίδες βιβλίο. Ξεκινούσα 4 το πρωί και ένιωθα με την πρώτη γουλιά καφέ, ένιωθα ευτυχία που έβρισκα τους ήρωες μου. Δεν με ενδιέφερε αν θα πληρωθώ ή όχι. Η μετάφραση είναι ένα πάθος και όπως κάθε πάθος εμπεριέχει και το ερωτικό στοιχείο και κάθε ερωτικό στοιχείο είναι και θνησιγενές. Ενώ ξέρουμε, δηλαδή, είναι μια ενόρμηση ζωής και θανάτου η μετάφραση, δηλαδή για μένα έτσι; Γιατί αναρωτήθηκα πολλές φορές γιατί δουλεύω έτσι με τέτοιο πάθος ας πούμε. Γιατί ξέρουμε ότι το μετάφρασμα μετά από κάποια χρόνια, είκοσι-τριάντα, δεν θα ανταποκρίνεται στο γλωσσικό αισθητήριο των ανθρώπων που θα ζήσουνε τριάντα χρόνια μετά, γιατί η γλώσσα μεταβάλλεται συνεχώς, και μεταβάλλεται και η αντίληψή μας για τη λογοτεχνία και λοιπά. Επομένως και η μετάφραση ακολουθεί όλες αυτές τις μεταβολές. Και ενώ ξέρουμε ότι είναι θνησιγενές το αποτέλεσμα, παρ’ όλα αυτά το κάνουμε, όπως και στον έρωτα, ενώ ξέρουμε ότι θα τελειώσει κάποια στιγμή, παρ’ όλα αυτά μπαίνουμε στη διαδικασία.

Πώς επιλέγετε τι θα μεταφράσετε;

Απ’ αυτά που έχω μεταφράσει –εγώ είμαι βασικά δέκα χρόνια στον χώρο της λογοτεχνικής μετάφρασης– και παρόλο που είμαι εκτός κέντρου, εκτός Αθηνών και λοιπά, έχω πάρα πολλή δουλειά, μου ζητάνε πολλοί εκδοτικοί οίκοι στην Αθήνα. Δεν επιλέγω εγώ πάντα. Στην αρχή επέλεξα εγώ, δηλαδή μπήκα στο χώρο της μετάφρασης με τον αγαπημένο μου ποιητή τον Πάουλ Τσέλαν [Paul Celan], τον γερμανοεβραίο ποιητή, τον πολύ ιδιαίτερο, με την πολύ ιδιαίτερη γλώσσα, διότι δεν είναι γερμανικά, είναι τσελανικά τα λέω εγώ, και πολύ δύσκολος. Ξεκίνησα να μεταφράζω τον Τσέλαν θέλοντας να τον κατανοήσω, δηλαδή δεν ήταν η πρόθεσή μου ούτε να τα δημοσιεύσω. Κάποια στιγμή έτσι ο σύζυγός μου μού είπε «αυτά τα πράγματα πρέπει κάτι να τα κάνεις» και έβγαλα ένα βιβλίο όσο ζούσα στις Βρυξέλλες και εδώ το ξέραν το βιβλίο και κάποια στιγμή δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από τον διευθυντή του περιοδικού Ποιητική, τον Χάρη Βλαβιανό, ο οποίος γνώριζε το βιβλίο μου και μου ζήτησε να του κάνω τριάντα σελίδες περίπου δουλειά για το περιοδικό Ποίηση τότε, στο οποίο ήταν διευθυντής, κι έτσι μπήκα στον χώρο της μετάφρασης κι άρχισαν να έρχονται μετά οι προτάσεις μία-μία, δηλαδή έχω μεταφράσει Βάλτερ Μπένγιαμιν [Walter Benjamin], Χάιντεγκερ [Heidegger], έχω κάνει γύρω στα δεκαεφτά με δεκαοχτώ βιβλία, που δεν έχουν εκδοθεί ακόμη όλα, γιατί τώρα με την κρίση υπάρχει και πρόβλημα οικονομικό και…

Πάνω σε αυτό, ποια η σχέση σας με τους συγγραφείς τους οποίους μεταφράζετε;

Ας πούμε οι συγγραφείς που εγώ προτείνω είναι συγγραφείς τους οποίους αγαπώ πάρα πολύ και με τους οποίους αισθάνομαι μια ψυχική ταύτιση, αυτή είναι το ιδανικό μέρος της μετάφρασης. Δηλαδή να μεταφράζουμε συγγραφείς που αγαπάμε, εκεί, ας πούμε, δίνεις όλα τα αποθέματα, έτσι, τα ψυχικά που έχει κανείς, τα επενδύει στη μετάφραση. Και δεχόμαστε αναγκαστικά όμως, τώρα πλέον που με βλέπουν ως επαγγελματία μεταφράστρια, που εγώ ακόμα δεν με βλέπω έτσι, μας αναθέτουνε και μεταφράσεις. Που ας πούμε με τον Χάιντεγκερ δεν αισθανόμουν καμία ψυχική επαφή. Παρ’ όλα αυτά, όμως, ήταν ηθικό μου χρέος, υπάρχει μια ηθική στη μετάφραση. Δηλαδή, είτε διαφωνούμε είτε συμφωνούμε με τον συγγραφέα σε επίπεδο ιδεολογικό, ηθικό, πολιτικό και λοιπά, είμαστε υποχρεωμένοι να μεταφέρουμε αυτά που λέει στο μετάφρασμα.

Είπατε ότι δεν βιοπορίζεστε από τη μετάφραση. Έχετε κάποια άλλη ασχολία;

Είμαι μια συνταξιούχος. Κοιτάξτε εγώ πήρα, συνταξιοδοτήθηκα πρόωρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου οι μισθοί ήταν πάρα πολύ υψηλοί και η σύνταξη που παίρνω, παρόλο που έφυγα στα πενήντα μου χρόνια, ενώ έπρεπε να φύγω στα εξήντα πέντε, ήμουν μόνιμη υπάλληλος. Αλλά επειδή δουλεύαμε εκτός της χώρας μας και αντιμετωπίζαμε πολλά προβλήματα, ας πούμε εγώ δηλαδή δεν αισθανόμουν πολύ καλά στο τεχνοκρατικό περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρά τον υψηλό μισθό που έπαιρνα, ήθελα να φύγω πάντα και να γυρίσω στη χώρα μου, εδώ που ήταν η οικογένειά μου, οι αναφορές μου, οι φίλοι μου, τα πάντα. Και παίρνω τη σύνταξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είναι πάρα πολύ καλή, οπότε τη μετάφραση την κάνω από αγάπη, δηλαδή για μένα είναι μια κίνηση αγάπης και μια ανάγκη να επικοινωνήσω με τον άλλον μέσω των μεταφράσεών μου.

Και είχατε αναφέρει και πιο πριν για τις πολλές κριτικές που είχατε.
Ναι.
Ποια είναι η αντιμετώπισή σας απέναντι στις κριτικές που δέχεστε; Δηλαδή ποια είναι η στάση με την οποία το αντιμετωπίζετε όλο αυτό;

Κοιτάξτε από τη στιγμή που μεταφράζει κανείς εκτίθεται. Εκτίθεται και στην καλή κριτική, και στην καλοπροαίρετη, και στην κακοπροαίρετη. Γιατί, όπως ξέρετε, είναι ένα σινάφι εδώ. Είμαστε, είναι μικρή χώρα, γνωριζόμαστε όλοι μεταξύ μας, υπάρχουν αντιπάθειες, συμπάθειες. Εγώ όταν διαβάζω μια κριτική καταλαβαίνω, ας πούμε, τη σχέση αυτού που γράφει την κριτική με τον μεταφραστή ή με τον συγγραφέα. Υπάρχει μια στενή σχέση και γίνονται και τέτοια πράγματα. Εγώ ευτυχώς είμαι εκτός του κέντρου, των Αθηνών, όπου συμβαίνουν όλα και γίνονται όλα, οπότε, δεν ξέρω, μέχρι στιγμής με έχει χαϊδέψει η κριτική. Δέχθηκα και κάποια σχόλια, ας πούμε, υπήρξανε κάποια σχόλια, όχι δεν θα έλεγα αρνητικά, αλλά τα οποία δεν ήταν πολύ κολακευτικά. Αλλά καλό είναι να μας γίνεται κριτική, γιατί μαθαίνουμε. Εγώ δηλαδή δέχομαι από ανθρώπους που κάνουν κριτική με επιχειρήματα. Δυστυχώς όμως δεν υπάρχει κριτική της μετάφρασης, δηλαδή θα γράψουν στο τέλος μια μικρή παράγραφο αν είναι καλή ή κακή χωρίς να αιτιολογούνε γιατί είναι καλή η μετάφραση ή γιατί είναι κακή.

Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζετε στη μετάφραση;

Πάρα πολλές. Οι παγίδες είναι πάρα πολλές, δηλαδή εγώ όταν μεταφράζω έχω την εικόνα του εαυτού μου ως ενός εξερευνητή που μπαίνει μέσα σε ένα πυκνό και σκιόφωτο, λεκτικό δάσος, αχαρτογράφητο, και πάει ψηλαφώντας. Οι παγίδες είναι πάρα πολλές, δηλαδή από το να συναντήσει, το να κάνει πλημμελή κατανόηση του κειμένου, δηλαδή να μην έχει καταλάβει τις προθέσεις του συγγραφέα και να μην μπορεί να τις μεταφέρει, τις αισθητικές, τις ιδεολογικές, τις πολιτικές του απόψεις και λοιπά, να μην τις έχει κατανοήσει, γιατί δεν γνωρίζει ενδεχομένως πάρα πολύ καλά και δεν έχει βιωματική σχέση με τη γλώσσα. Υπάρχουν πάρα πολλές παγίδες, γιατί οι λέξεις δεν έχουν μόνο τη σημασία που βλέπουμε στην επιφάνεια, ακολουθούνε και υπόγειες διαδρομές. Δηλαδή, αυτό είπα στην ομιλία μου σήμερα, ότι ο μεταφραστής πρέπει να είναι ένας γαιοσκώληκας, ο οποίος σκάβει κιόλας βαθιά να βρει αυτές τις υπόγειες διαδρομές, τις σημασιολογικές των λέξεων, και να γονιμοποιήσει ταυτόχρονα, όπως ο γαιοσκώληκας που με τα ένζυμά του αφήνει, το έδαφος της δικής του γλώσσας, να εμπλουτίσει τη δική του γλώσσα.

Έχετε συναντήσει μήπως κάποιο πολιτιστικό στοιχείο που να σας δυσκόλεψε;

Πάρα πολύ. Αυτό που μας δίνει τη μεγαλύτερη ικανοποίηση είναι αυτό που λέγεται «συγκειμενική ανάπλαση» στη γλωσσολογία. Που σημαίνει ότι συναντάμε λέξεις και εκφράσεις τις οποίες δεν συναντούμε στο δικό μας γλωσσικό σύστημα και δεν βρίσκουμε ισοδύναμα. Εκεί θέλει πολύ μεγάλη τόλμη εκ μέρους του μεταφραστή. Ας πούμε, όπως τόλμησε ο Χέλντερλιν [Hölderlin] να εμπλουτίσει μεταφράζοντας τις τραγωδίες του Σοφοκλή προς τα γερμανικά, επινοώντας νέες γλώσσες, ώστε να αποδώσει τα ξενικά στοιχεία που δεν υπήρχαν στη δική του γλώσσα, δεν του δίνονταν από το δικό του γλωσσικό σύστημα, πρέπει να τολμήσει και ο μεταφραστής να το κάνει αυτό το πράγμα. Οι παγίδες είναι πάρα πολλές. Για να σας πω εγώ, ας πούμε, τι έχω συναντήσει: σε έμπειρη μεταφράστρια, σε ένα ποίημα της Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν [Ingeborg Bachmann], δύο συνοικίες της Νάπολης, τους έκανε ανθρώπους, δηλαδή το Ποζίλιπο που είναι το Παυσίλυπον, από την εποχή που είχανε οι αρχαίοι Έλληνες τις αποικίες, και το Βόμερο είναι δύο συνοικίες της Νάπολης. Η μεταφράστρια, δεν ξέρω, είμαστε και στην εποχή του διαδικτύου, δηλαδή και εκεί πρέπει να κάνει κανείς έρευνα πεδίου, ώστε να μην κάνει λάθη, αν δεν είναι σίγουρος για κάτι, τους έκανε ο Ποζίλιπος και ο Βόμερος, δηλαδή είναι τρομερά λάθη. Δεν ξέρω, είστε φοιτήτριες της Γερμανικής; Θα γνωρίζετε τη μεγάλη γερμανοεβραία ποιήτρια, την Έλζε Λάσκερ-Σούλερ [Else Lasker-Schüler], πρώιμος γερμανικός εξπρεσιονισμός, όπου σε μια μελέτη έχω δει ότι ο Γκέοργκ Τρακλ [Georg Trakl] έχει συναντήσει στο Βερολίνο τον Έλζε Λάσκερ-Σούλερ, δηλαδή αυτά είναι τραγικά λάθη. Αυτά μέχρι, ας πούμε, οι ιδιωματισμοί, τα ευφυολογήματα, η ειρωνεία είναι οι πιο μεγάλες παγίδες, οι παροιμίες και λοιπά, πρέπει να βρίσκουμε ισοδύναμα στη γλώσσα μας. Γιατί άμα το κάνουμε…Τώρα τελευταία, ας πούμε, συνάντησα μια έκφραση στο κείμενο που μεταφράζω τελευταία, «armoire à glace», που σημαίνει κατά λέξη «ντουλάπα από πάγο». Εγώ την έκανα στην αρχή, δεν είδα ότι είναι ιδιωματισμός και το μετάφρασα κατά λέξη, αλλά δεν έβγαζα νόημα μέσα στην πρόταση και μετά ψάχνοντας βρήκα ότι… –πρέπει να κάνει μεγάλη αναζήτηση κανείς– ότι σημαίνει ο σωματώδης άνθρωπος, ο εύσωμος, ο σωματώδης άνθρωπος.

Οπότε πώς πιστεύετε ότι μπορεί να βελτιωθεί η ποιότητα της μετάφρασης;

Διαβάζοντας, διαβάζοντας, διαβάζοντας, μελετώντας και επιλέγοντας να διαβάζουμε στη γλώσσα μας καλογραμμένα κείμενα. Έχουμε δηλαδή ανθρώπους που γράφουν εδώ σε πολύ καλά ελληνικά και μεταφραστές εξαιρετικούς, δηλαδή, ας πούμε, εγώ θεωρώ πολύ καλό μεταφραστή τον Γιάννη Καλιφατίδη που έχει κάνει τον Ζέμπαλντ [Sebald], τον Κώστα τον Κουτσουρέλη από τα γερμανικά που έχει μεταφράσει Νοβάλις [Novalis] και λοιπά. Κάνουνε δημιουργική μετάφραση αυτοί, δηλαδή είναι πολύ τολμηροί, βρίσκουν ισοδυναμίες. Ο μεταφραστής πρέπει να έχει, όπως είπε ο Αντουάν Λαρμπό [σ.σ. Valery Larbaud], ο θεωρητικός της μετάφρασης, ζυγαριές νοητικές δίπλα του, δηλαδή να βάζει από τη μια τις ξένες λέξεις και από την άλλη να βάζει τα ισοδύναμά του στη γλώσσα-στόχο, κι όταν ισορροπήσει η ζυγαριά να ξέρει ότι εκεί είναι η μετάφραση πετυχημένη.

Και όσον αφορά τον τίτλο, τον διαλέγετε εσείς…

Τον τίτλο;

Τον τίτλο ναι,  επηρεάζεστε από κάπου;
Όχι, εγώ επιμένω ο τίτλος να μεταφράζεται όπως τον έχει ο συγγραφέας. Δηλαδή, θα το πω παρόλο που η μετάφραση είναι πάρα πολύ καλή και το βιβλίο εξαιρετικό, διαφωνώ με το βιβλίο του Φάλαντα [Fallada] Μόνος στο Βερολίνο, αν το έχετε διαβάσει. Δεν ξέρω αν ξέρετε τον Φάλαντα, τον Χανς Φάλαντα [Hans Fallada], που στα γερμανικά είναι Jeder lebt für sich allein που σημαίνει «ο καθένας ζει μόνος με τον εαυτό του» ή, όπως λέει ο Χάιντεγκερ, «ο καθένας πεθαίνει μόνος του», είναι πολύ χαϊντεγκεριανός τίτλος. Εγώ θα επέμενα να μείνει όπως είναι, ας πούμε, ο τίτλος. Διότι έχει έναν σκοπό ο συγγραφέας όταν βάζει έναν τίτλο. Δεν μπορεί να τον αλλάζουμε εμείς έτσι, κατά το δοκούν.

Είστε αισιόδοξη; Πώς βλέπετε τον χώρο της μετάφρασης; Είστε αισιόδοξη για το μέλλον;

Ναι, εγώ είμαι αισιόδοξη. Εγώ πιστεύω ότι υπάρχουνε οι ελάσσονες γλώσσες, υπάρχουν οι κυρίαρχες όπως είναι, ας πούμε, η αγγλική, η οποία τείνει να επεκτείνεται και να γίνεται η κυρίαρχη, κι η lingua franca και να επικοινωνούν όλοι μέσω της αγγλικής, αλλά όσο καλά και να ξέρεις μια ξένη γλώσσα, δεν είναι η μητρική σου, δεν είναι η φυσική σου γλώσσα. Οπότε δεν θα καταφέρεις ποτέ να επικοινωνήσεις σε ένα βαθύτερο επίπεδο, παρά μόνο σε ένα επιφανειακό. Οπότε θεωρώ ότι είναι τεράστιο το έργο του μεταφραστή και πρέπει να επιμένουμε οι μεταφραστές, είναι οι τελευταίοι των Μοϊκανών, αυτοί που πραγματικά διασώζουνε τη γλώσσα τους και αυτοί οι οποίοι γονιμοποιούν τη γλώσσα τους και οι οποίοι συντελούν και στον διάλογο μεταξύ των λαών και στη συμφιλίωση. Δηλαδή κατανοώντας τον άλλον, μέσα από τη λογοτεχνία του, όταν τον κατανοήσεις, δεν θα μπεις, ας πούμε, σε μια απόπειρα διαμάχης μαζί του. Θα κοιτάξεις να βρεις τα κοινά σημεία και να συμφιλιωθείς μαζί του, να κάνεις έναν διάλογο.

Ωραία, σας ευχαριστούμε πολύ που ήσασταν εδώ μαζί μας.

Εγώ ευχαριστώ πάρα πολύ και εύχομαι καλή επιτυχία σε ό,τι κάνετε και καλή τύχη.

Ευχαριστούμε.

Βιογραφικό

Η Ιωάννα Αβραμίδου γεννήθηκε στη Δράμα. Σπούδασε Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο του Τύμπινγκεν στη Γερμανία και Μετάφραση στη Σχολή Μετάφρασης και Διερμηνείας της Κέρκυρας. Μιλάει αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά και ιταλικά. Εργάστηκε από το 1980 έως το 2001 στην Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλλες απ’ όπου και συνταξιοδοτήθηκε πρόωρα. Έκτοτε ασχολείται με τη μετάφραση λογοτεχνικών και φιλοσοφικών κειμένων. Μεταξύ των δημοσιεύσεών της είναι έργα των Walter Benjamin, Jean Pierre Dupuy, Paul Celan, Hans Fallada, John Felstiner, Martin Heidegger, László Krasznahorkai, Max Porter, Georges Rodenbach και Georg Trakl.

Επιλεγμένες μεταφράσεις

Benjamin, Walter (2005). Τα παιδικά χρόνια στο Βερολίνο το χίλια εννιακόσια [Berliner Kindheit um neunzehnhundert]. Αθήνα: Άγρα.

Celan, Paul (2007). Μήκων και μνήμη [Mohn und Gedächtnis] Αθήνα: Νεφέλη.

Dupuy, Jean Pierre (2008). Ελάσσων μεταφυσική των τσουνάμι [Petite métaphysique des tsunamis]. Αθήνα: Άγρα.

Felstiner, John (2008). Paul Celan. Ποιητής, επιζών, Εβραίος [Paul Celan: Poet, Survivor, Jew]. Αθήνα: Νεφέλη.

Heidegger, Martin (2009). Λόγος, μοίρα, αλήθεια  Ηράκλειτος, Παρμενίδης [Logos, Moira, Aletheia]. Αθήνα: Πλέθρον.

Trakl, Georg (2010). Η γαλάζια ψύχωση. Ποιήματα και πεζά 1909 – 1914. Θεσσαλονίκη: Σαιξπηρικόν.

Krasznahorkai, László (2015). Πόλεμος και πόλεμος [Guerre et guerre]. Αθήνα: Πόλις.

Rodenbach, Georges (2017). Μπρυζ, η νεκρή [Bruges-la-Morte]. Θεσσαλονίκη: Σαιξπηρικόν.

Porter, Max (2018). Η θλίψη είναι ένα πράγμα με φτερά [Grief is the Thing with Feathers]. Αθήνα: Πόλις.

Fallada, Hans (2020). Λύκος ανάμεσα σε λύκους, Α΄ και Β΄ τόμος [Wolf unter Wölfen]. Αθήνα: Gutenberg – Γιώργος & Κώστας Δαρδανός.

Συνέντευξη: Δανάη Βουκάντση και Μαρία Μπαλανίκα
Ημερομηνία και τόπος: Μάιος 2016, Θεσσαλονίκη
Παραπομπή: Βηδενμάιερ, Ανθή, Λάμπρου, Δέσποινα και Πατεινάρη, Φωτεινή (2021). «Συνέντευξη με την Ιωάννα Αβραμίδου», Πορτρέτα μεταφραστριών και μεταφραστών. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Κατηγορία: μεταφράστρια/μεταφραστής, αγγλικά–ελληνικά, μετάφραση πεζογραφίας, μετάφραση ποίησης, γαλλικά–ελληνικά, γερμανικά–ελληνικά, ισπανικά–ελληνικά, ιταλικά–ελληνικά