Μενού Κλείσιμο

Σπύρος Μοσκόβου

Απομαγνητοφώνηση

Γεια σας, κύριε Μοσκόβου, ευχαριστούμε πολύ εκ των προτέρων για τη συνέντευξη. Να ξεκινήσουμε αμέσως με τις ερωτήσεις;

Ευχαρίστως, κι εγώ σας ευχαριστώ.

Ήταν όνειρο ζωής σας να ασχοληθείτε με τη μετάφραση;

Όχι, σε καμία περίπτωση. Αυτό προέκυψε τυχαία. Το όνειρο της ζωής μου ήταν να ασχολούμαι με τη γλώσσα. Και η ενασχόληση με τη γλώσσα, την ελληνική καταρχήν, γιατί έκανα σπουδές κλασικής φιλολογίας σε συνδυασμό με την παραμονή μου στη Γερμανία και τη μελέτη της λογοτεχνίας, που με ενδιαφέρει γενικότερα, οδήγησε κάποια στιγμή στη συνάντηση που λέγεται μετάφραση. 

Αυτό μου δίνει έναυσμα για μια ερώτηση: ποια είναι η σχέση σας, λοιπόν, με τις γλώσσες που μεταφράζετε;

Μεταφράζω για την ακρίβεια από μία γλώσσα, από τα γερμανικά, στη μητρική, τα ελληνικά, που νομίζω ότι είναι προϋπόθεση της επαγγελματικής και καλής μετάφρασης. Η σχέση μου με τα γερμανικά εννοείτε ποια είναι; Είναι η γλώσσα της χώρας στην οποία ζω εδώ και 30 χρόνια, αλλά, βέβαια, τα ακούσματα τα γερμανικά είναι πολύ νωρίτερα, αφού πήγα και σε ελληνογερμανικό δημοτικό κάποτε, σκεφτείτε στη δεκαετία του ‘60 στην Ελλάδα. Υπάρχει κάτι πολύ παράξενο, είναι μια προσωπική ιστορία, αν θέλετε σας την λέω, γιατί ξεκίνησα να μαθαίνω γερμανικά. Παραδόξως, ο πατέρας μου στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε συλληφθεί ως μέλος του ΕΑΜ από τους Γερμανούς και είχε περάσει περίπου μια διετία σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Αυστρία. Μετά απελευθερώθηκε, έζησε ελεύθερος πια δύο-τρία χρόνια στη Βιέννη, και μετά επέστρεψε στην Ελλάδα. Παραδόξως, ήθελα να μάθω τη γλώσσα των θυτών, γιατί εκτιμούσε τους Γερμανούς και πίστευε ότι, πάρα τα όσα συνέβησαν τότε, η χώρα αυτή έχει κι ένα μέλλον και αξίζει κανείς να μπορεί να το παρακολουθήσει και μέσα από τη δική του γλώσσα. Έτσι, ξεκίνησα να μαθαίνω γερμανικά. Αργότερα σπούδασα κλασική φιλολογία και, όπως ξέρετε, πολύ συχνά οι κλασικοί φιλόλογοι, όταν θέλουν να ακολουθήσουν πανεπιστημιακή καριέρα, την οποία, σημειωτέον, τελικά δεν ακολούθησα, κάνουν μεταπτυχιακό στη Γερμανία. Έτσι, πήγα στη Γερμανία, όποτε έχετε τα βασικά στοιχεία της σχέσης, της βαθύτερης της δικής μου με τα γερμανικά.

Ωραία. Τι εικόνα είχατε με τη μετάφραση προτού ασχοληθείτε επαγγελματικά μαζί της και αφού ξεκινήσατε να μεταφράζετε; 

Για την ακρίβεια δεν ξέρω αν μπορώ να προσδιορίσω τον εαυτό μου, να τον χαρακτηρίσω ως επαγγελματία μεταφραστή. Στον βαθμό που εγώ είμαι δημοσιογράφος, εργάζομαι στην Deutsche Welle και, θα έλεγα, στον ελεύθερο χρόνο μου ασχολούμαι, εδώ και πάνω από 10 χρόνια, βέβαια, 15 σίγουρα, με τη μετάφραση. Είναι θέμα ορισμού. Θα έλεγα ότι είμαι μεταφραστής μεν, όχι κατ’ ανάγκην επαγγελματίας, με την έννοια ότι έχω μια εσωτερική σχέση με τα κείμενα κι όταν φτάσει αυτή η σχέση σ’ ένα επίπεδο ωριμότητας, θέλω πολύ και να το μεταφράσω το κείμενο. Από εκεί και πέρα, παρεμβαίνουν και άλλοι παράγοντες. Χωρίς εκδότη και εκδοτικό οίκο δεν μπορείς να προχωρήσεις στην υλοποίηση αυτού του ονείρου. Έχω σχέση με συγκεκριμένα κείμενα.

Τι σας προσφέρει η μετάφραση; Τι απολαμβάνετε σ’ αυτήν;

Μια απίθανη συνειδησιακή ισορροπία. Ακόμα κι όταν είμαι εκνευρισμένος από την καθημερινότητα και αργότερα, προς το βράδυ, ξαναμπώ στο κείμενο για να μεταφράσω δύο σελίδες, παραπάνω δεν γίνεται την ημέρα –απ’ τη δική μου σκοπιά, τουλάχιστον– μετά από τα πρώτα δέκα λεπτά έχω μια απόλυτη εσωτερική ηρεμία. Νομίζω ότι είναι το πεδίο δράσης το δικό μου, αυτή η μετάβαση από τη μια γλώσσα στην άλλη. Ήθελα να θυμίσω είχε πει ο Πέτερ Χάντκε [Peter Handke], ο Αυστριακός συγγραφέας, ο οποίος μεταφράζει κι ο ίδιος από διάφορες γλώσσες: Τι είναι η μετάφραση; Είναι μια προσεκτική ανάγνωση, αυτό είναι. Χαίρομαι πολύ αυτή την εξαιρετικά προσεκτική μετάφραση, συγγνώμη, προσεκτική ανάγνωση. Είναι μια ανάγνωση, προσεκτική, η οποία από ένα σημείο και πέρα γίνεται διατύπωση και σε μια άλλη γλώσσα, στη δική σου, στη μητρική.

Ποιο είδος λογοτεχνίας σάς κεντρίζει περισσότερο το ενδιαφέρον;

Δεν σας άκουσα, ποιο…;

Είδος λογοτεχνίας 

Α, ποιο είδος λογοτεχνίας. Η δύσκολη πεζογραφία και η δύσκολη ποίηση. Τι εννοώ; Επειδή έχω μεταφράσει αρκετά Πέτερ Χάντκε, είναι ένας πεζογράφος ο οποίος τις τελευταίες δεκαετίες δεν βγάζει best seller. Είναι μια ποιητική πρόζα. Μπορεί στην αρχή να σου φανεί λίγο πληκτική, όταν μπεις μέσα στον ρυθμό της και στο ύφος της, αρχίζεις να την αγαπάς. Να μια λογοτεχνία που εμένα μου αρέσει. Το ίδιο συμβαίνει και με την ποίηση. Έχω μεταφράσει ποιητές που γράφουν σε πολύ αναπάντεχο ύφος, όπως ας πούμε τον Χανς Αρπ [Hans Arp] ή τον Καρλ Άρτμαν [Carl Αrtmann], τον Αυστριακό, πολύ δύσκολοι συγγραφείς, ποιητές για να μεταφραστούν, αλλά αυτοί μου κέντριζαν το ενδιαφέρον πάντα, θέλω κάτι το ιδιαίτερο.

Για ποιο λόγο είναι σημαντική για εσάς η μετάφραση, λοιπόν; Ποια είναι τα κίνητρά σας για να μεταφράζετε κάθε φορά;

Έχω την εντύπωση ότι μπαίνω σε μια ευγενή σφαίρα, μετά από τα καθημερινά και τα τετριμμένα. Μπαίνω σε μια ευγενή σφαίρα, είναι σαν να ανταμείβω τον εαυτό μου με μια υψηλή συνειδησιακή απόλαυση. 

Εκτός από μεταφραστής είστε κι εσείς ο ίδιος συγγραφέας ή ασχολείστε με κάτι άλλο;

Νομίζω ότι πολλοί μεταφραστές, επειδή κινούνται στον χώρο της λογοτεχνίας ανάμεσα σε διαφορετικές γλώσσες υποπίπτουν συχνά στην αυταπάτη ότι θα μπορούσαν κι οι ίδιοι να είναι συγγραφείς. Δεν θέλω να δοθώ σ’ αυτή την αυταπάτη και νομίζω ότι δεν έχει ιδιαίτερη σημασία το αν έχω γράψει λίγα πεζά ή λίγα ποιήματα. Νομίζω είμαι μεταφραστής, αλλιώς θα είχα αποδώσει ήδη, στην ηλικία που βρίσκομαι, ως συγγραφέας. 

Πάνω στο κομμάτι αυτό, λοιπόν, το επαγγελματικό: ανήκετε σε κάποια επαγγελματική ένωση μεταφραστών;

Όχι, νομίζω, όπως σας περιέγραψα την περίπτωσή μου, καταλαβαίνετε ότι και η απάντηση είναι όχι.

Είστε ικανοποιημένος με τις απολαβές της μετάφρασης κυρίως, όσον αφορά το οικονομικό κομμάτι; 

Επειδή εγώ δεν εξαρτώμαι από την αμοιβή της μετάφρασης, επειδή έχω μια μόνιμη εργασία σ’ έναν άλλον τομέα, οπωσδήποτε η αμοιβή δεν είναι κάτι το καίριο για μένα ή το καθοριστικό. Με ενδιαφέρει ο συγγραφέας, αν θέλω να τον μεταφράσω, αν έχω βρει έναν καλό εκδοτικό οίκο, και η αμοιβή, αντιλαμβάνεστε, είναι σε δεύτερη μοίρα. Άρα, δεν μπορώ να δώσω την απάντηση του επαγγελματία μεταφραστή. Πάντως, αυτά τα βιβλία που έχω μεταφράσει για τους ελληνικούς εκδοτικούς οίκους, ναι, είχαν μια αμοιβή η οποία δεν ήταν ασήμαντη, αλλά φυσικά δεν θα μπορούσα να ζήσω απ’ αυτήν.

Ποια είναι η σχέση σας με τους συγγραφείς που μεταφράζετε;

Όταν έχει κανείς την τύχη γνωρίζει και τους συγγραφείς. Για παράδειγμα έχω μεταφράσει αρκετά έναν Γερμανό ποιητή που λέγεται Γιόαχιμ Σαρτόριους [Joachim Sartorius]. Έχει γράψει αρκετά ποιήματα εμπνευσμένα από τον Καβάφη και την Αλεξάνδρεια και πολλά άλλα τα οποία, ας το πούμε, εκτυλίσσονται στην καθ’ ημάς Ανατολή, και όταν πρωτομετέφρασα για το περιοδικό Ποίηση τα πρώτα ποιήματα του Σαρτόριους, επειδή είχα κάποια σημεία που δεν μπορούσα να είμαι σίγουρος, τον συνάντησα –ήταν τότε στο Μόναχο, είχε μια υψηλή θέση στο Ινστιτούτο Γκαίτε, στον κεντρικά του Γκαίτε στο Μόναχο– και έκτοτε έχουμε μια γνωριμία και κάθε τόσο συναντιόμαστε με διαφορετικές αφορμές εκτός απ’ τη μετάφραση. Νομίζω, η γνωριμία με τον συγγραφέα τον οποίον μεταφράζεις είναι χρήσιμη, αλλά όχι απολύτως απαραίτητη για να μεταφράσεις. Με την έννοια ότι το κείμενο, το εκδεδόμενο, έχει ξεφύγει πια από αυτόν που το έγραψε, έχει τη δική του ακτινοβολία την οποία πρέπει να αποδώσεις, ανεξάρτητα από ποια συμβουλή θα σου έδινε ο ίδιος ο συγγραφέας. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Πέτερ Χάντκε τον οποίον έχω μεταφράσει και θα ξαναρχίσω να μεταφράζω, τον οποίο γνώρισα στις αρχές της δεκαετίας του 2000-2001 στο Παρίσι, όπου ζει, με αφορμή, όμως, μια συνέντευξη για τους βομβαρδισμούς τότε στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Είναι μια συναρπαστική προσωπικότητα. Χαίρομαι που τον γνωρίζω. Τον έχω έκτοτε συναντήσει πολλές φορές, έχουμε συνταξιδέψει και μαζί, αλλά και πάλι θα έλεγα ότι είναι πολύ ευχάριστο, είναι γοητευτικό, αλλά δεν θα ήταν απολύτως απαραίτητο για να μεταφράσω το κείμενο. Αυτή είναι η δική μου εμπειρία στο ζήτημα της προσωπικής γνωριμίας με τους συγγραφείς. Οπωσδήποτε ο μεταφραστής πάντα κολακεύεται όταν μεταφράζει έναν διάσημο συγγραφέα κι έχει την ευκαιρία και να τον γνωρίσει.

Έχετε συναντήσει κάποιο συγκεκριμένο πολιτιστικό στοιχείο η απόδοση του οποίου σας έχει δυσκολέψει ιδιαίτερα; 

Όχι, γιατί κινούμαι σε σφαίρες ευρωπαϊκού πολιτισμού, μιλάμε για Γερμανία. Τώρα δεν ξέρω, αν μετέφραζα λογοτεχνία του Περού, ίσως, ή αν μετέφραζα τυνησιακή λογοτεχνία. Ίσως. Αλλά θα έλεγα, όχι. 

Έχετε κάποιο παράδειγμα ή κάποιες λέξεις, ας πούμε…; 

Α, μιλάτε πολύ συγκεκριμένα…

Μια λέξη, μια φράση, κάτι που σας έχει μείνει.

Μα σας είπα να μου πείτε τις ερωτήσεις χθες για να το έχω σκεφτεί. Αυτή τη στιγμή τώρα δεν μου έρχεται φράση.

Δεν πειράζει.

Αλλά δεν αμφιβάλλω ότι θα υπήρξαν, μόνο που είναι καταχωρημένες σε κάποια συρτάρια της μνήμης και τώρα δυσκολεύομαι να τα ανοίξω.

Όσον αφορά την ποιότητα της μετάφρασης, πώς πιστεύετε ότι μπορεί να βελτιωθεί η ποιότητα της μετάφρασης σήμερα; 

Ευρύτερα και γενικότερα δεν ξέρω. Εγώ μπορώ να μιλήσω για το παράδειγμα ενός συγκεκριμένου μεταφραστή. Καλή μετάφραση είναι αυτή που αγαπάς ένα κείμενο. Στην αρχή –αυτό το έχω συναντήσει σε όλες τις μεταφράσεις που έχω κάνει– στις πρώτες σελίδες, ας μιλήσουμε για πεζογράφημα καταρχήν, γιατί η μετάφραση της ποίησης έχει ιδιαιτερότητες, στο πρώτο κομμάτι, στις πρώτες 10, 20, 30 σελίδες, δεν προχωράς γρήγορα, δεν έχεις εξοικειωθεί εσωτερικά ακόμα και σιγά-σιγά, όμως, κατακτάς, θα μπορούσαμε να το πούμε, τον ρυθμό, τον εσωτερικό ρυθμό, το ύφος αυτού του κειμένου, και μετά προχωράει το πράγμα γρήγορα. Αυτό σημαίνει ότι θα βγει καλή μετάφραση. Σημαίνει έχεις αντιληφθεί την ουσία του λογοτεχνικού ύφους το οποίο θέλεις να μεταφέρεις σε μια άλλη γλώσσα. Όταν νιώσεις αυτή τη βεβαιότητα, ότι τώρα προχωρώ καλά και γρήγορα, νομίζω ότι βγαίνει καλή μετάφραση. Τώρα, αν εννοείτε ποιοι εξωτερικοί παράγοντες θα βοηθούσαν γενικότερα τους μεταφραστές για να κάνουν καλύτερες μεταφράσεις και πάλι δεν είμαι ο καταλληλότερος για να απαντήσω.

Ποιες πιστεύετε ότι, λίγο ευρύτερη πάλι ερώτηση, είναι οι δυσκολίες της μετάφρασης που αντιμετωπίζει κάποιος μεταφραστής όταν έρχεται αντιμέτωπος με ένα κείμενο. 

Πρέπει να γνωρίζει ο μεταφραστής σίγουρα πάρα πολύ καλά, ας πούμε, τον ιστορικό και πολιτιστικό περίγυρο μέσα στον οποίον εκπηγάζει ένα έργο. Πρέπει να μπορεί να αντιληφθεί και πίσω από τις λέξεις, γιατί η καλή λογοτεχνία ούτως ή άλλως είναι ένα ηχείο, από πίσω ακούς άλλα πράγματα. Αυτά τα άλλα πράγματα πρέπει να τα γνωρίζεις, να τα αναγνωρίζεις, για να μπορείς εν μέρει να τα μεταφέρεις και στην άλλη γλώσσα. Θέλει, λοιπόν, μια ευρύτερη επαφή με τον χώρο, τον πνευματικό και πολιτιστικό από τον οποίο προκύπτει το κάθε βιβλίο.

Πώς αντιμετωπίζετε την κριτική απέναντι στο έργο σας ή στα έργα σας; 

Εννοείτε στο μεταφραστικό έργο; Μα εγώ είχα μόνον επαίνους. Η αλήθεια είναι ότι όταν πριν λίγα χρόνια μετέφρασα ένα βιβλίο του Τόμας Mπέρνχαρντ [Thomas Bernhard], του Αυστριακού συγγραφέα –στα κατάλοιπά του είχε βρεθεί ένα βιβλιαράκι, το οποίο λεγόταν Τα βραβεία μου, ήταν ομιλίες και κείμενα σχετικά με τις κατά καιρούς βραβεύσεις του– και το μετέφρασα, στη συνέχεια είδα από τις κριτικές, οι οποίες έβρισκαν μεν το βιβλίο τρομερά ενδιαφέρον, αλλά επισήμαναν δύο ή τρεις, και αυτό με είχε θίξει, αλλά είχαν δίκιο, ότι είχα κάνει λάθος και μιλούσα, ας πούμε, για εκδοτικούς οίκους –στο κείμενο μιλούσε κι εγώ το μετέφερα έτσι– κι έλεγα ο «λέκτωρ» του εκδοτικού οίκου, ενώ έπρεπε να πω –δεν υπάρχει στα ελληνικά αυτά στα γερμανικά λέγεται «Lektor»– έπρεπε να πω ο διορθωτής. Μιλούσα για διορθωτές βιβλίων. Βέβαια, υπάρχουν διορθωτές και στις μεταφράσεις πριν εκδοθούν. Τώρα τι να κάνω να αποδώσω την ευθύνη σ’ εμένα ή στη διορθώτρια της μετάφρασης; Ας το αφήσουμε ανοιχτό.

Πάμε στο ζήτημα της επιμέλειας, λοιπόν. Ποια είναι η άποψή σας για την επιμέλεια και κατά πόσο θεωρείτε ότι είναι απαραίτητη; 

Τη θεωρώ απαραίτητη. Είναι τραγικό λάθος να μην υπάρχει επιμέλεια μεταφράσεων, τουλάχιστον στη Γερμανία, την οποία γνωρίζω καλά, υπάρχει και επιμέλεια των ίδιων των λογοτεχνικών έργων που σημαίνει ότι πολύ συχνά ο «λέκτωρ», ο διορθωτής του οίκου, επιμελείται το λογοτεχνικό έργο και συχνά επιφέρει κάποιες αλλαγές ή κάποιες συντομεύσεις. Μεγάλος αριθμός συγγραφέων το δέχεται αυτό, για να είναι το έργο αυτό πραγματικά εκδόσιμο. Πόσο μάλλον και για τη μετάφραση. Νομίζω πρέπει να υπάρχει επιμέλεια μετάφρασης και μάλιστα αυστηρή. Είχα μια πολύ καλή εμπειρία, μόλις τώρα εκδόθηκε ένα βιβλίο του Εντσενσμπέργκερ [Enzensberger] που μετέφρασα. Είχα μια πάρα πολύ αυστηρή και πάρα πολύ καλή διορθώτρια, επιμελήτρια. Της είμαι ευγνώμων γι’ αυτά που ανακάλυψε.

Ωραία. Να περάσουμε λίγο σ’ ένα πιο νομικό ζήτημα. Ποια είναι η άποψη σας όσον αφορά τον νόμο περί πνευματικών δικαιωμάτων και κατά πόσο θεωρείτε ότι εφαρμόζεται και στην Ελλάδα και στη Γερμανία, λοιπόν;

Δεν μπορώ να σας απαντήσω. Δεν έχω ασχοληθεί καθόλου. Είχα πάντα την εντύπωση ότι… Αυτό μπορεί να φαίνεται ότι ανήκω στην προβιομηχανική εποχή, αλλά εν πάση περιπτώσει πάντα η σχέση μου με τη γλώσσα και λογοτεχνία ήταν εσωτερική και προσωπική. Ποτέ δεν ασχολήθηκα ιδιαίτερα με τις νομικές πτυχές της πνευματικής δημιουργίας. Λυπούμαι για αυτό.

Όσον αφορά το μέλλον της μετάφρασης, είστε αισιόδοξος; Και στην Ελλάδα αλλά και γενικότερα.

Αναμφίβολα. Δεν βλέπω να απειλείται η μετάφραση από καμία άλλου τύπου εξέλιξη και στη Γερμανία, δηλαδή σε μια χώρα η γλώσσα της οποίας δεν παράγει πολύ υψηλή λογοτεχνία στις μέρες μας. Η μετάφραση είναι κάτι το δεδομένο, ιδίως απ’ τον αγγλοσαξονικό χώρο. Νομίζω το ίδιο και στην Ελλάδα, για άλλους λόγους. Η γερμανική είναι μεγάλη γλώσσα στον βαθμό που ομιλείται από 80 εκατομμύρια Γερμανούς, παρ’ όλα αυτά, υπάρχει μεγάλο μέρος της λογοτεχνικής παραγωγής το οποίο είναι μεταφρασμένο από άλλες γλώσσες. Η ελληνική γλώσσα είναι μια μικρή γλώσσα στον βαθμό που ομιλείται από πολύ λιγότερα εκατομμύρια. Εκεί πάλι πρέπει να επικοινωνήσει ο δικός μας χώρος με τον αγγλοσαξονικό, με τον λατινοαμερικάνικο, με τον γαλλικό. Οπότε η μετάφραση νομίζω είναι κάτι το οποίο ανήκει στη διακίνηση της λογοτεχνίας.

Ωραία. Κάτι τελευταίο όσον αφορά τα έργα σας. Είστε εσείς αυτός που επιλέγει τον τίτλο των έργων σας και από τι επηρεάζεστε για να επιλέξετε έναν τίτλο;

Συνήθως, ο μεταφραστής κάνει μια πρόταση. Συνήθως, απ’ ό,τι θυμάμαι, οι προτάσεις αυτές έγινες δεκτές. Σε μία περίπτωση δεν έγινε δεκτή και βρήκαμε κάτι παρεμφερές, αλλά πάλι ήμουν ικανοποιημένος. Δεν υπάρχουν επεμβάσεις στον τίτλο υπερβολικές, ιδίως όταν μιλάμε για έναν γνωστό συγγραφέα τον οποίον μεταφράζεις, κανένας εκδοτικός οίκος δεν θα τολμήσει να βγάλει έναν εντελώς άλλον τίτλο. Τώρα, αν μιλάμε για ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, εκεί ίσως ο διαφορετικός τίτλος επιβάλλεται κιόλας. Αλλά για τον τύπο της λογοτεχνίας που μεταφράζω εγώ δεν είθισται. 

Νομίζω ότι τελειώσαμε. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ για τη συνέντευξη. Ήταν πάρα πολύ ενδιαφέρον.

Κι εγώ ευχαριστώ.

Βιογραφικό

Ο Σπύρος Μοσκόβου γεννήθηκε το 1960 στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τη Βαρβάκειο Σχολή το 1978. Στη συνέχεια σπούδασε Κλασική Φιλολογία, Βυζαντινολογία και Γλωσσολογία στα Πανεπιστήμια Αθηνών και Κολωνίας. Από το 1983 έχει εγκατασταθεί στην Κολωνία. Από το 1989 είναι μόνιμος συντάκτης της ελληνικής εκπομπής της Deutsche Welle και από το 2000 διευθυντής της. Έχει κάνει μεταφράσεις γερμανικής ποίησης (Joachim Sartorius, Hans Magnus Enzensberger, Günter Grass, Hans Arp, Karl Krolow, Hans Carl Artmann, Sarah Kirsch) ως συνεργάτης της εφημερίδας Το Βήμα και του περιοδικού Ποίηση και έχει μεταφράσει στα ελληνικά σημαντικό μέρος του έργου του Αυστριακού Peter Handke.

Επιλεγμένες μεταφράσεις

Handke, Peter (2000). Ρωτώντας με δάκρυα στα μάτια. Σημειώσεις μετά από δύο ταξίδια στη Γιουγκοσλαβία κατά τη διάρκεια του πολέμου, Μάρτιος και Απρίλιος 1999 [Unter Tränen fragend]. Αθήνα: Εξάντας

Handke, Peter (2006). Οι χαμένες εικόνες ή Διασχίζοντας τη Σιέρα δε Γκρέδος [Der Bildverlust oder Durch die Sierra de Gredos]. Αθήνα: Εξάντας.

Sartorius, Joachim (2007). Αλεξάνδρεια και άλλα ποιήματα. Αθήνα: Νεφέλη.

Enzensberger, Hans Magnus (2008). Η Ιωσηφίνα κι εγώ [Josefine und ich Eine Erzählung]. Αθήνα: Scripta.

Monioudis, Perikles (2009). Η επιστροφή του Φρόυλερ [Freulers Rückkehr]. Αθήνα: Εστία.

Bernhard, Thomas (2010). Τα βραβεία μου [Meine Preise]. Αθήνα: Εστία.

Enzensberger, Hans Magnus (2016). Αναβρασμός [Tumult]. Αθήνα: Εστία.

Handke, Peter (2018). Η μεγάλη πτώση [Der Große Fall]. Αθήνα: Εστία.

Enzensberger, Hans Magnus (2019). Το σύντομο καλoκαίρι της αναρχίας. Η ζωή και ο θάνατος του Μπουεναβεντούρα Ντουρούτι [Der kurze Sommer der Anarchie]. Αθήνα: Εστία.

Handke, Peter (2020). Ανέμελη δυστυχία [Wunschloses Unglück]. Αθήνα: Εστία.

Συνέντευξη: Δανάη Βουκάντση και Σωτήρης Δανδανάς
Ημερομηνία και τόπος: Μάιος 2016, Θεσσαλονίκη
Παραπομπή: Βηδενμάιερ, Ανθή, Λάμπρου, Δέσποινα και Πατεινάρη, Φωτεινή (2021). «Συνέντευξη με τον Σπύρο Μοσκόβου», Πορτρέτα μεταφραστριών και μεταφραστών. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Κατηγορία: μεταφράστρια/μεταφραστής, μετάφραση πεζογραφίας, μετάφραση ποίησης, γερμανικά–ελληνικά