Μενού Κλείσιμο

Χίλντα Παπαδημητρίου

For english subtitles click the subtitles icon (cc) at the bottom of the video.

Απομαγνητοφώνηση

Καλημέρα σας, κυρία Χίλντα Παπαδημητρίου. Χαιρόμαστε πολύ που είστε εδώ μαζί μας και θα κάνουμε αυτή τη συνέντευξη.

Καλημέρα, ευχαριστώ πολύ.

Να αρχίσουμε με μερικές ερωτήσεις για τη ζωή σας και πώς προέκυψε η μετάφραση; Πώς ασχοληθήκατε, λοιπόν;

Είχα για πολλά χρονιά ένα δισκάδικο, για 20 χρόνια περίπου, οπότε όσα χρόνια είχα το δισκάδικο, όσες ώρες δεν είχα πελάτες, διάβαζα. Με αφορμή τις μουσικές και τις αγάπες μου μετέφρασα, βρήκα ένα βιβλίο το οποίο με ενδιέφερε πολύ, που είναι η βίβλος του ροκ εν ρολ, τον Ήχο της πόλης του Τσάρλι Γκίλετ [Charlie Gillett] και το πρότεινα μόνη μου σε έναν εκδότη, το δέχθηκε και μου άρεσε πάρα πολύ που έκανα αυτή τη μετάφραση. Εκείνη την περίοδο για λόγους οικογενειακούς έκλεισα το μαγαζί, οπότε ήμουν μπροστά στο μεταίχμιο, ας πούμε, μιας καινούργιας σταδιοδρομίας και είπα: μετάφραση. Από εδώ και πέρα θα μεταφράζω και θα ακούω μουσική. Είχα την τύχη να έρθω σ’ επαφή με μεγάλους εκδότες –ας πούμε με τις εκδόσεις Πόλις, με τον Πατάκη, με το Μεταίχμιο– που κατάλαβαν τι μου ταιριάζει και μέχρι τώρα, δηλαδή το 90% ή 95% των βιβλίων που έχω μεταφράσει, είναι βιβλία που θα τα αγόραζα και ως αναγνώστρια.

Εξαιρετικά. Μετά από αυτή την εμπειρία όλα αυτά τα χρόνια τι σημαίνει για εσάς «μεταφράζω»;

Νομίζω ότι ένας από τους λόγους που ασχολήθηκα με τη μετάφραση είναι ότι μου αρέσει πάρα πολύ το διάβασμα και μου αρέσει πάρα πολύ να βυθίζομαι στο σύμπαν ενός βιβλίου. Και πιστεύω ότι ο μεταφραστής είναι ο κατεξοχήν άνθρωπος ο οποίος βυθίζεται μέσα στα βιβλία. Μετάφραση είναι να βυθιστείς στον κόσμο ενός άλλου ανθρώπου, στο μυαλό του, στις σκέψεις του, στην ιστορία του, και να προσπαθήσεις να την αποδώσεις όπως τη νιώθεις εσύ κι όπως ενδεχομένως τη νιώθει αυτός, την ένιωθε όταν την έγραφε. Για εμένα μετάφραση είναι αυτό το πράγμα, δηλαδή το να μεταφέρω τις σκέψεις, τις ιδέες και το ύφος ενός συγγραφέα στη γλώσσα μου, κι όπως το χαίρομαι εγώ και το απολαμβάνω να το απολαύσουν και άλλοι.

Τέλεια. Περνώντας τώρα στις ερωτήσεις που έχουν σχέση με τη διαδικασία της μετάφρασης. Ποια είναι τα είδη των κειμένων τα οποία προτιμάτε προσωπικά να μεταφράζετε;

Μεταφράζω μόνο λογοτεχνία. Έχω μεταφράσει και κάποια δοκίμια, αλλά μ’ αρέσει η λογοτεχνία, γιατί όπως σας είπα και πριν, μ’ αρέσει να βυθίζομαι στον κόσμο ενός βιβλίου. Γενικά μ’ ενδιαφέρει να είναι καλό το βιβλίο. Δηλαδή να είναι καλός ο συγγραφέας, να έχει πράγματα να μου πει. Δεν με νοιάζει τόσο το είδος. Από εκεί και πέρα, επειδή με ενδιέφερε από τα παιδικά μου χρόνια το αστυνομικό, μεταφράζω πολλά αστυνομικά και έχω αποκτήσει μια εξειδίκευση, θα μπορούσαμε να πούμε. Αλλά μου αρέσουν πολύ και τα μουσικά βιβλία. Έχω μεταφράσει, ας πούμε, την αυτοβιογραφία του Μπομπ Ντίλαν [Bob Dylan], το πρώτο μυθιστόρημα του Λέοναρντ Κόεν [Leonard Cohen]. Μ’ αρέσει πολύ όταν έχει να κάνει με τον χώρο της μουσικής η μετάφραση.

Επιλέγετε η ίδια τα βιβλία τα οποία θέλετε να μεταφράσετε;

Όχι. Γιατί, εκτός απ’ αυτό το πρώτο μουσικό βιβλίο που το πρότεινα εγώ και το δέχθηκαν, μέχρι τώρα όσες φορές έχω προτείνει ένα βιβλίο δεν έχει γίνει ποτέ δεκτό. Και δεν λειτουργεί κι έτσι το σύστημα στην Ελλάδα. Δηλαδή συνεργάζεσαι με κάποιους εκδότες, οι οποίοι σου λένε «Έχω αυτό το βιβλίο, σ’ ενδιαφέρει;». Και συνήθως σ ενδιαφέρει, δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Εκτός άμα είναι κάτι…, ας πούμε, μου έχει τύχει μια-δυο φορές να πω ότι εγώ αυτό το πράγμα δεν μπορώ να το κάνω. Κι όχι για άλλους λόγους, αλλά επειδή ήταν πολύ scary, ξέρω ‘γω, πολύ τρομακτικό. Αλλά, ναι, μου δίνουν οι εκδότες και μεταφράζω.

Από τα κείμενα που έχετε μεταφράσει ως τώρα ποιο είναι αυτό που θα λέγατε ότι σας έχει δυσκολέψει παραπάνω και γιατί;

Του Πέρσιβαλ Έβερετ [Percival Everett], Το σβήσιμο. Είναι ένα μεταμοντέρνο μυθιστόρημα. Ο Πέρσιβαλ Έβερετ είναι αφροαμερικανός συγγραφέας. Είναι ό,τι πιο δύσκολο έχω κάνει, γιατί, εκτός απ’ το ότι οι ιδέες του ήταν δύσκολες, μέσα στο μυθιστόρημα υπήρχε εγκιβωτισμένο ένα άλλο μυθιστόρημα που υποτίθεται ότι γράφει ο ήρωας του βιβλίου, το οποίο ήταν γραμμένο στα ebonics. Ebonics είναι η διάλεκτος των μαύρων της Αμερικής. Ένα απ’ τα πιο δύσκολα πράγματα στη μετάφραση είναι να μεταφέρεις slang ή ιδιόλεκτα. Πάρα πολύ δύσκολο, με δυσκόλεψε πάρα πολύ, αλλά είναι το βιβλίο για το οποίο καμαρώνω πιο πολύ από όλα.

Και να περάσουμε –επειδή πριν αναφερθήκατε και στους εκδότες και τη σχέση με τους εκδοτικούς οίκους– να περάσουμε σ’ αυτό το κομμάτι, το πιο επαγγελματικό, ας πούμε. Είστε ικανοποιημένη από τις απολαβές σας από τη μετάφραση;

Όχι, κανένας μεταφραστής δεν είναι.

Είναι αυτό που ακούμε συχνά, είν’ η αλήθεια;
 
Ναι, ναι, κανένας μεταφραστής δεν είναι. Γιατί είναι πολύς ο κόπος να βγάλεις ένα αποτέλεσμα που να σε ικανοποιεί και όταν το κάνεις πάρα πολλά χρονιά και θέλεις, ας πούμε, έχεις ένα όνομα και θέλεις αυτό το όνομα να το τιμήσεις και όταν αγαπάς και τα βιβλία, θέλει πολύ κόπο. Απαιτεί πολύ χρόνο η μετάφραση. Και αυτός ο χρόνος δεν πληρώνεται. Νομίζω ότι οι περισσότεροι μεταφραστές λογοτεχνίας, γιατί για τη λογοτεχνία μιλάω, κάνουν τις μεταφράσεις επειδή έχουν και πάθος με τα βιβλία. Αλλιώς θα ασχολιόντουσαν με κάτι που είναι πιο προσοδοφόρο. Όχι, δεν είμαι ευχαριστημένη με τις αμοιβές.

Είναι δυνατόν να βιοποριστεί κάποιος μόνο από αυτό τελικά;

Πάρα πολύ δύσκολο, πάρα πολύ δύσκολο. Θα πρέπει δηλαδή να δουλεύει –τι να πω;– 15 ώρες τη μέρα, ας πούμε, χωρίς να του τύχει καμία στραβή. Γιατί είναι κι αυτό το θέμα, ότι στην καθημερινότητα σου αν είσαι ελεύθερος επαγγελματίας θα φας και μια μέρα στην εφορία, θα φας και μια μέρα –δεν ξέρω πού–, στο ΙΚΑ, κάπου. Θα σηκωθείς μια μέρα και δεν θα είσαι καλά. Θα πρέπει για να το βγάλεις αυτό το πράγμα να δουλεύεις 15 ώρες την ημέρα, 7 μέρες τη βδομάδα.

Πέρα από τις απολαβές, με το στάτους, με τη θέση που έχουν οι μεταφραστές σήμερα είστε ικανοποιημένη;

Τώρα πια νομίζω ότι αναγνωρίζουν περισσότερο τους μεταφραστές απ’ ό,τι, ας πούμε, πριν 20 χρόνια. Βέβαια, περάσαμε μια περίοδο στα τέλη των zeros, το ’06, το ’07, το ’08, τότε που ακόμα υπήρχαν πολλές εφημερίδες κι είχαν ένθετα για το βιβλίο, μεγάλα ένθετα, που αναφερόντουσαν οι κριτικοί επισταμένα στη μετάφραση. Τώρα πια έχει πάψει αυτό. Δηλαδή δεν το αναφέρουν. Και δεν είναι σωστό, κατά τη γνώμη μου, γιατί είναι μεγάλος ο κόπος που κάνουμε και είναι ο μόνος τρόπος αναγνώρισης, να ξέρεις ότι, ναι, βρε παιδί μου, ο άλλος κατάλαβε τον κόπο σου, ας πούμε. Τα λεφτά είναι που είναι λίγα. Να έχεις τουλάχιστον αυτό. Αλλά μετά σκέφτομαι τους επιμελητές που είναι σε ακόμα χειρότερη θέση και λέω, δεν πειράζει, καλά είμαστε.

Μιας και μιλήσαμε για τους επιμελητές. Θεωρείτε πώς η επιμέλεια σ’ ένα κείμενο είναι απαραίτητη;

Οπωσδήποτε. Οπωσδήποτε. Ξέρετε, μπορεί να έχεις διαβάσει ένα κείμενο –τρεις σελίδες να είναι, έτσι;– 50 φορές και να μην έχει σκαλώσει στο μάτι σου στο λάθος, γιατί το έχεις γράψει, το έχεις κοιτάξει, το έχεις ξανακοιτάξει, και το νιώθεις πια δικό σου, δεν το καταλαβαίνεις. Ο επιμελητής είναι το τρίτο μάτι, το οποίο θα εντοπίσει το λάθος. Βέβαια, υπάρχει και αυτή η αέναη κόντρα, ας πούμε, ανάμεσα στους διορθωτές και στους επιμελητές, ότι ο επιμελητής θα πρέπει να έχει αρκετή θέληση, ώστε να διορθώσει μόνο το λάθος, να μη διορθώσει αυτό που θεωρεί αυτός ότι θα ήτανε πιο κατάλληλο.

Έχετε αισθανθεί ποτέ ότι δεχθήκατε λογοκρισία από κάποιον επιμελητή;

Όχι, ποτέ.

Ούτε σας είχε τύχει να σας αλλάξουν κάτι χωρίς να ρωτήσουν;

Μου έχει τύχει να μου αλλάξουν. Έχω ενοχληθεί πάρα πολύ και συνήθως τώρα ζητάω, επειδή συνήθως τα θέματα είναι στα πραγματολογικά, κάτι μπορεί να μην καταλάβουν, κάτι να διορθώσουνε, ζητάω, ας πούμε, όταν γίνουν κάποιες σημαντικές επεμβάσεις στο κείμενο να επικοινωνήσουν μαζί μου. Ε, δεν γίνεται πάντα αυτό. Πολλές φορές οι ρυθμοί –ας πούμε ότι ένα βιβλίο πρέπει να βγει σύντομα ή ότι…– ναι, δεν επικοινωνούν μαζί μου. Η αλήθεια είναι, βέβαια, ότι συνήθως όταν μεταφράζω ένα βιβλίο, όταν το παίρνω στα χέρια μου, δεν το ξανακοιτάζω, γιατί φοβάμαι τι μπορεί να βρω μέσα.

Και, όσον αφορά τον τίτλο, μια που μιλάμε γι’ αυτό το κομμάτι, αποφασίζετε εσείς; Ο εκδοτικός οίκος; Πώς είναι αυτή η συνεργασία μεταξύ σας;

Η απόφαση κύρια είναι του εκδοτικού οίκου και η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές παίρνουν, ας πούμε, σωστές αποφάσεις. Εμείς πάντα προτείνουμε, εγώ δηλαδή πάντα προτείνω τίτλους και μάλιστα όταν ο τίτλος είναι διφορούμενος προτείνω τρεις-τέσσερις εναλλακτικές, ώστε να αποφασίσει ο εκδότης ποια είναι η καλύτερη. Με τον τίτλο είναι κάτι περίεργο. Μερικές φορές πρέπει να φύγεις τελείως από τον τίτλο και να σκεφτείς κάτι άλλο που έχει σχέση με το βιβλίο, για να γίνει πιο κατανοητός, ας πούμε, ο τίτλος και να γίνει και πιο δελεαστικός. Το πρώτο βιβλίο λογοτεχνίας που μετέφρασα ήταν το Heartburn. «Heartburn» σημαίνει αυτές τις καούρες που έχουν οι έγκυοι, για τις εκδόσεις Πόλις, και ήταν της Νόρα Έφρον [Nora Ephron], που είναι από τις αγαπημένες μου συγγραφείς. Και η επιμελήτρια, νομίζω, σκέφτηκε τον τίτλο Οι δεκατρείς συνταγές της απιστίας, γιατί μέσα στο βιβλίο υπάρχουν δεκατρείς συνταγές. Το οποίο ήταν καταπληκτικό σαν ιδέα, εγώ δεν το είχα σκεφτεί. Έτσι, είχα βρει διάφορους να αποδώσω το «Heartburn» σαν ερωτική κάψα, γιατί έπαιζε με τέτοιο, με απιστία και τέτοια πράγματα, αλλά, ναι, συνήθως οι εκδότες αποφασίζουν.

Και όσον αφορά την κριτική, έχετε δεχθεί κριτική για κάποια μετάφρασή σας; Θεωρείτε ότι είναι σημαντική;

Ναι, πολλές φορές. Τα παλιότερα χρόνια που υπήρχαν πολλές, ας πούμε, στήλες στα έντυπα και υπήρχαν και πολλά έντυπα, μου γράφανε κριτικές, σχεδόν πάντα καλές, δηλαδή δεν θυμάμαι να έχω διαβάσει κακή κριτική για μετάφρασή μου ή αν κάποιος, ας πούμε, δεν θεωρούσε, νομίζω μια συγκεκριμένη μετάφραση του Τζον Μπαρθ [John Barth] που ήταν… Όχι του Τζον Μπαρθ… Δεν θυμάμαι, κάποιου βιβλίου τέλος πάντων που δεν θεώρησε ότι δένει πάρα πολύ, έγραψε «διεκπεραιωτική». Που και αυτό είναι υποτιμητικό, αλλά δεν τον εντόπισε, ας πούμε, ότι υπάρχουν λάθη ή αβλεψίες. Το κυριότερο είναι να μην υπάρχει τεμπελιά, γιατί λάθη όλοι κάνουμε. Πάντα αν ξανακοιτάξουμε μεταφράσεις που έχουμε κάνει πριν πολλά χρόνια θα βρούμε πράγματα που θα μπορούσαμε να τα έχουμε κάνει διαφορετικά. Το θέμα είναι να μην υπάρχει τεμπελιά και λες τώρα αυτό ασ’ το, μωρέ, αυτό θα βάλω. Ασ’ το, εντάξει. Το θέμα είναι εκεί που κολλάς να ψάχνεις, να σκαλίζεις, και να βρίσκεις την καλύτερη λύση.

Είστε αισιόδοξη όσον αφορά το μέλλον της μετάφρασης στην Ελλάδα;

Το πρώτο που πρέπει να ρωτήσουμε είναι αν είμαστε αισιόδοξοι για το βιβλίο την Ελλάδα, έτσι; Νομίζω ότι τώρα, που κάπως έχουμε ξεκολλήσει λίγο από το χειρότερο σημείο της κρίσης, μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα πολλαπλασιαστούν οι αναγνώστες. Κι αν πολλαπλασιαστούν οι αναγνώστες, έχει μέλλον η μετάφραση. Τώρα πια που μεταφράζονται και βιβλία από πάρα πολλές γλώσσες… Είναι πολύ σημαντικό αυτό που κάνουνε πολλά πολιτιστικά ιδρύματα ευρωπαϊκών χωρών που χρηματοδοτούν τη μετάφραση των μικρότερων γλωσσών, ας πούμε. Ξέρω ‘γω, μια νορβηγική, μια ολλανδική, μια των Βάσκων. Γιατί έτσι δίνουν τη δυνατότητα να κυκλοφορήσουν βιβλία που δεν θα ήταν εμπορικά ώστε να τα αναλάβει ένας εκδότης. Γενικά, νομίζω ότι η μετάφραση και η διερμηνεία μάς χρειάζονται όλο και περισσότερο, όσο πιο σύνθετος γίνεται ο κόσμος μας κι όσο περισσότερο ταξιδεύουμε και ξεκολλάμε από τον μικρό, τον δικό μας τον μικρόκοσμο, ας πούμε, και απλωνόμαστε. Κι επειδή ζούμε σε μια τέτοια εποχή, θέλουμε δεν θέλουμε δηλαδή, έρχονται άλλοι εδώ, πάμε εμείς αλλού. Από ανάγκη, έτσι; Είτε έρχονται πρόσφυγες εδώ, είτε πάμε εμείς ως οικονομικοί μετανάστες αλλού, είναι απ’ τα σημαντικότερα πράγματα η μετάφραση και η διερμηνεία.

Και πριν σας αφήσουμε, να σας ρωτήσουμε τι συμβουλή θα δίνατε σε έναν φοιτητή που θέλει να ασχοληθεί μελλοντικά επαγγελματικά με τη μετάφραση;

Να διαβάζει πάρα πολλά βιβλία. Εγώ, επειδή δεν έχω σπουδάσει. Έχω κάνει ένα σεμινάριο μετάφρασης, αλλά δεν έχω σπουδάσει στο πανεπιστήμιο. Νομικά έχω τελειώσει. Η μόρφωσή μου, ας πούμε, ήταν τα πάρα πολλά βιβλία που έχω διαβάσει. Δηλαδή όσο πιο πολύ διαβάζει κανείς, τόσο πιο πολύ εξοικειώνεται με το ύφος, με τον τρόπο της έκφρασης των συγγραφέων… Αυτόματα πιάνει πια λεπτομέρειες τις οποίες διαφορετικά, ας πούμε, όταν τις διδαχθείς ίσως είναι δύσκολο να τις εφαρμόσεις. Το διάβασμα είναι και για τη μετάφραση και για το γράψιμο, και γενικά, νομίζω, το διάβασμα είναι η συμβουλή που μπορώ να δώσω σ’ όλον τον κόσμο.

Τέλεια. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ.

Εγώ σας ευχαριστώ.

Να είστε καλά και καλή συνέχεια.

Ευχαριστώ.

Βιογραφικό

Η Χίλντα Παπαδημητρίου γεννήθηκε στην Καλλιθέα το 1957. Σπούδασε Νομική στην Αθήνα και Μετάφραση στην Ελληνοαμερικανική Ένωση. Είναι συγγραφέας και μεταφράστρια. Έχει μεταφράσει, μεταξύ άλλων, Malcolm Bradbury, Percival Everett, Dave Eggers, David Malouf, Nick Hornby, Raymond Chandler, Agatha Cristie. Έχει επίσης αποδώσει στα ελληνικά κείμενα για τη σύγχρονη τέχνη (περιοδικό ART1), κείμενα για τον κινηματογράφο (εκδ. του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου), ενώ έχει μεταφράσει καταλόγους εκθέσεων ζωγραφικής για τη Σχολή Καλών Τεχνών, το Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ, το Υπουργείο Πολιτισμού (Μπιενάλε Βενετίας και Σάο Πάολο), για τον κατάλογο του Φεστιβάλ Αθηνών, για πολλές γκαλερί και τεχνοκριτικούς, καθώς και για την Ένωση Τεχνοκριτικών Ελλάδος. Υπήρξε συνεργάτης μουσικών εντύπων και είναι τακτική συνεργάτης του διαδικτυακού μουσικού περιοδικού www.mic.gr.
Πηγή: Βιβλιονέτ.

Hilda Papadimitriou was born in Kallithea, Athens in 1957. She studied Law in Athens and Translation at the Hellenic American Union. She is a writer and translator. She has translated works by Malcolm Bradbury, Percival Everett, Dave Eggers, David Malouf, Nick Hornby, Raymond Chandler, Agatha Christie, among others. She has also published in Greek texts on contemporary art (ART1 magazine), texts on cinema (published by the Hellenic Film Centre), and has translated catalogues of painting exhibitions for the Athens School of Fine Arts, the DESTE Foundation, the Ministry of Culture (Venice Biennale and Sao Paolo), for the Athens Festival catalogue, for many galleries and art critics, as well as for the Hellenic Association of Art Critics. She has been a contributor to music publications and is a regular contributor to the online music magazine www.mic.gr.

Επιλεγμένες μεταφράσεις​

Gillett, Charlie (1994). Ο ήχος της πόλης [The sound of the city]. Αθήνα: Α. Α. Λιβάνη.

Ephron, Nora (1998). Οι δεκατρείς συνταγές της απιστίας [Heartburn]. Αθήνα: Πόλις.

Hornby, Nick (1999). Για ένα αγόρι [About a boy]. Αθήνα: Πατάκη.

Bradbury, Malcolm (1999). Ο άνθρωπος ιστορία [The History Man]. Αθήνα: Πόλις.

Christie, Agatha (2002). Πικρός καφές [Black Coffee]. Αθήνα: Λυχνάρι.

Everett, Percival (2004). Το σβήσιμο [Erasure]. Αθήνα: Πόλις.

Cohen, Leonard (2005). Το αγαπημένο παιχνίδι [The Favourite Game]. Αθήνα: Μελάνι.

Chandler, Raymond (2006). Η απλή τέχνη του φόνου [The Simple Art of Murder.] Αθήνα: Λυχνάρι.

Eggers, Dave (2008). Τότε που σκοτείνιασε ο ουρανός [What is the What: The Autobiography of Valentino Achak Deng]. Αθήνα: Μεταίχμιο.

Malouf, David (2011). Λύτρα [Ransom]. Αθήνα: Πατάκη.

Hammett, Dashiell (2014). Το γυάλινο κλειδί [The Glass Key]. Αθήνα: Μεταίχμιο.

Harper, Jane (2019). Η ξηρασία [The Dry]. Αθήνα: Μεταίχμιο.

Συνέντευξη: Μαρία Καρδάρα και Φωτεινή Πατεινάρη 
Ημερομηνία και τόπος: Μάιος 2018, Θεσσαλονίκη
Παραπομπή: Βηδενμάιερ, Ανθή, Λάμπρου, Δέσποινα και Πατεινάρη, Φωτεινή (2021). «Συνέντευξη με τη Χίλντα Παπαδημητρίου», Πορτρέτα μεταφραστριών και μεταφραστών. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Κατηγορία: μεταφράστρια/μεταφραστής, αγγλικά–ελληνικά, μετάφραση πεζογραφίας