Μενού Κλείσιμο

Τέο Bότσος

Απομαγνητοφώνηση

Καταρχάς θα θέλαμε να σας ευχαριστήσουμε που είστε σήμερα μαζί μας και θέλαμε να ακούσουμε κάποιες πρώτες εντυπώσεις ίσως για την Έκθεση Βιβλίου. Πώς σας φάνηκε;

Κοιτάξτε, έχω πολλά χρόνια να περάσω από την Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης. Τελευταία φορά ήταν πριν την κρίση, το 2008 νομίζω, και σε σχέση με τότε έχω την αίσθηση ότι είναι λιγότερο το κοινό. Δηλαδή εκτός από το Βαβέλ, το Στέκι της Μετάφρασης, είναι πολύ ήρεμα. Τώρα, έχει σχέση με τον καλό καιρό; Δεν ξέρω. Πάντως μου έκανε εντύπωση ότι η προσέλευση του κοινού είναι λιγότερη σε σχέση με παλιά, απ’ ό,τι τη θυμάμαι εγώ τουλάχιστον.

Φέτος στη 13η Έκθεση είναι μια αφιέρωση στη μετάφραση καθώς και στη Ρωσία, όπως γνωρίζετε, και εσείς είστε μεταφραστής.

Είμαι μεταφραστής, ναι.

Έχετε κάποια άλλη ενασχόληση πέρα από τη μετάφραση;

Η κύριά μου απασχόληση είναι η μετάφραση, εδώ και δεκαπέντε, είκοσι χρόνια. Είμαι ελεύθερος μεταφραστής λογοτεχνίας. Ξεκίνησα με μεταφράσεις από τα ελληνικά προς τα γερμανικά, επειδή μεγάλωσα στη Γερμανία και τα γερμανικά είναι κατά κάποιον τρόπο η πιο δυνατή μου γλώσσα και, εδώ και εφτά χρόνια περίπου, γνώρισα μια συνάδελφό μου και συγγραφέα, την Αγορίτσα Μπακοδήμου από την Αθήνα, με την οποία αρχίσαμε να συνεργαζόμαστε και αναλάβαμε μεταφράσεις από τα γερμανικά προς τα ελληνικά. Δηλαδή εγώ κάνω το πρώτο χέρι, επειδή η ίδια δεν γνωρίζει τη γερμανική τόσο καλά. Αυτή με επιμελείται μετά και μετά αρχίζουμε τους τσακωμούς, δηλαδή καθόμαστε μαζί και όταν έχω την αίσθηση ότι έχει ξεφύγει αρκετά προσπαθώ να την επιστρέψω πάλι.

Να την επαναφέρετε.

Να την επαναφέρω πιο κοντά στο πρωτότυπο. Και καταλήγουμε όμως πάντα σε ένα αρκετά ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Κάναμε τώρα περίπου δέκα βιβλία από τότε και ταυτόχρονα μεταφράζω, όμως, και ελληνική λογοτεχνία προς τα γερμανικά μόνος μου.

Ήταν όνειρο ζωής να ασχοληθείτε με τη μετάφραση;

Όχι, δεν θα έλεγα ότι ήταν το όνειρο ζωής μου, απλά, όταν μεγαλώνεις σε ένα δίγλωσσο και σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από δύο πολιτισμούς – εγώ μεγάλωσα στη Γερμανία σε ελληνική οικογένεια, υπήρχαν πάντα οι δυο πολιτισμοί. Όποτε αναγκαστικά ήταν –πώς να το πω;– βιογραφική μοίρα, το πεπρωμένο μου, δηλαδή ήμουν πάντα αναγκασμένος να μεταφράζω κατά κάποιον τρόπο. Γιατί, ίσως να γνωρίζετε ότι οι μετανάστες της Γερμανίας στην αρχή δεν είχαν την ευκαιρία να μάθουν γλώσσα, είχαν έρθει με κάποια συμβόλαια, τους πήρανε από τον σταθμό και τους πήγανε μετά εκεί που θα δουλεύανε, τους βάλανε στα εργοστάσια, τους μάθανε τα απαραίτητα. Οι γονείς μου που ζούσανε 40-45 χρόνια στη Γερμανία δεν μάθανε γερμανικά. Μάθανε, δηλαδή, για να μπορούν να επικοινωνήσουν, αλλά δεν είχανε συστηματικό μάθημα ποτέ, δεν είχανε επισκεφτεί κάποια σχολεία, ξέρω ‘γω. Οπότε ήμουν πάντα αναγκασμένος, δηλαδή μεγαλώνοντας στη Γερμανία, να μεταφράζω για τους γονείς μου, για το περιβάλλον το οικογενειακό, για τους φίλους, ξέρω ‘γω. Η ενσωμάτωση των γονιών μας επιτεύχθηκε μέσα από τα παιδιά τους περισσότερο, γιατί εμείς, μεγαλώνοντας εκεί, είχαμε μια άλλη πρόσβαση στην κοινωνία υποδοχής και μέσα από εμάς κι αυτοί καταφέρανε να ενσωματωθούν καλύτερα. Οπότε η μετάφραση, με την ευρεία έννοια της λέξης, ήτανε πάντα ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της ζωής μου. Και, μετά, σπουδάζοντας –σας είχα πει και προηγουμένως– εκδίδαμε στο Τύμπινγκεν ένα περιοδικό δίγλωσσο, ελληνογερμανικό, την Κασσάνδρα, ένα περιοδικό πολιτικής και πολιτισμού. Και τότε ξεκίνησα να μεταφράζω και κείμενα από τους Έλληνες συμφοιτητές μου που είχανε έρθει στη Γερμανία για να σπουδάσουνε. Γράφανε κείμενα και τα μετέφραζα, γιατί ήτανε αυτή η φιλοσοφία του περιοδικού, όλα τα κείμενα να είναι και στις δύο γλώσσες, όχι μόνο περιληπτικά στην άλλη γλώσσα, αλλά ολόκληρα. Και μετά το σκέφτηκα, ότι μου βγαίνει κατά κάποιον τρόπο και άρχισα να ασχολούμαι και πιο πολύ επαγγελματικά. Το 2001, όταν ήταν η Ελλάδα τιμώμενη χώρα της Έκθεσης Βιβλίου της Φρανκφούρτης, υπήρχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τους γερμανικούς εκδοτικούς οίκους για την ελληνική λογοτεχνία, οπότε άρχισα να κάνω και κάποιες μεταφράσεις για άλλους εκδοτικούς οίκους, εκτός από τη Ρωμιοσύνη που είχα αναφέρει προηγουμένως, για το Berlin Verlag, για το dtv, για το Hanser Verlag… Και στο ενδιάμεσο είχα κάνει και άλλες δουλείες, δούλευα σε ένα φεστιβάλ κινηματογράφου, σε ένα διαπολιτιστικό θέατρο στην Κολωνία, αλλά η μετάφραση πάντα ήταν κάτι με το οποίο ασχολούμουν, όλη την περίοδο της ζωής μου. Και τώρα, εδώ και εφτά χρόνια αποκλειστικά και ασχολούμαι και λίγο με την κριτική κινηματογράφου, δηλαδή γράφω κριτικές ταινιών για έντυπα.

Μάλιστα, αλλά το μικρόβιο του μεταφραστή δεν φεύγει ποτέ. Σαν νέα γενιά ποια γλώσσα κυριαρχεί μέσα σας;

Σαν;

Σαν τη νέα γενιά των Ελλήνων που μεγάλωσαν στη Γερμανία; Γιατί είπατε ότι έχετε πολύ καλές, σταθερές βάσεις στα γερμανικά…

Ναι, τι με ρωτάτε δηλαδή; Ποια γλώσσα, σε ποια γλώσσα…

Σε ποια γλώσσα νιώθετε καλύτερα; Σε ποια μετάφραση νιώθετε περισσότερη ασφάλεια, στη γερμανική ή στην αντίστροφη;

Αν και στα ελληνικά έχω βελτιωθεί πολύ, στον γραπτό λόγο τουλάχιστον, τα τελευταία χρόνια, αρχίζοντας να μεταφράζω και προς τα ελληνικά. Τα γερμανικά βέβαια, επειδή με αυτά μεγάλωσα, εξακολουθούν να είναι η πιο δυνατή μου γλώσσα, ναι. Αλλά, επειδή ζω και πολύ καιρό στην Ελλάδα, εντάξει και αυτά είναι λίγο πιο κάτω.

Υπάρχει κάποιος μεταφραστής που να θαυμάζετε; Που να έχετε ως πρότυπο;

Ναι, τον Άρη Γεωργίου, από Έλληνες τώρα, που έχει μεταφράσει ρωσική λογοτεχνία και από Γερμανούς τον Χάρι Ρόβολτ [Harry Rowohlt].

Όταν ασχολείστε με ένα κείμενο και θέλετε να το μεταφράσετε ποια συναισθήματα, θα λέγαμε, σας κατακλύζουν;

Αρχικά;

Ναι. Έχετε άγχος;

Όχι, όχι. Κοιτάξτε, επειδή είναι και το επάγγελμά μου, δηλαδή είναι και βιοποριστικό το θέμα. Δηλαδή, χαίρομαι με κάθε μετάφραση που μπορώ να κάνω, εξασφαλίζω μια δουλειά και κάποιο εισόδημα, βέβαια. Τώρα, είναι διαφορετικές οι δουλειές που αναλαμβάνω, δηλαδή υπάρχουνε κάποιοι εκδοτικοί οίκοι που μου αναθέτουνε κάποια δουλειά, βιβλία που δεν γνωρίζω εγώ εξαρχής, και υπάρχουν άλλα βιβλία τα οποία προτείνω εγώ, δηλαδή υπάρχουν, ξέρεις… Τώρα, αυτά που μου αναθέτουνε δεν είναι δικές μου επιλογές, αλλά το συναίσθημα πάντα είναι μια ικανοποίηση στην αρχή και μετά, ανάλογα με το βιβλίο, αν μου αρέσει αν όχι… Αλλά πάντα ταυτίζομαι μέχρι κάποιο μέρος, δηλαδή η αντιμετώπισή μου είναι υποκειμενική. Αυτό που μεταφράζω, επειδή είναι μια τόσο οργανική διαδικασία, είμαστε –πώς να το πω;– οι πιο εντατικοί αναγνώστες ενός βιβλίου ως μεταφραστές. Επειδή κάνουμε μια μέρα να διαβάσουμε μια σελίδα, κάποιες φορές… Οπότε ζυμώνεσαι με αυτό το κείμενο και ταυτίζεσαι και κατά κάποιο μέρος. Δηλαδή, ενώ μπορεί να μην σου αρέσει το βιβλίο, παρ’ όλα αυτά κατά κάποιον τρόπο το υιοθετείς, το κάνεις κάτι δικό σου, δηλαδή όταν τελειώσεις, το υπερασπίζεσαι μετά. Κι ας έχει και αδυναμίες.

Ναι, φυσικά. Τα άλλα όμως που επιλέγετε εσείς; Με περισσότερη αγάπη, σαν να λέμε, ενθουσιασμό; 

Τα άλλα που επιλέγω εγώ, τα επιλέγω… 

Με ποια κριτήρια;

Με ποια κριτήρια; Καταρχήν πρέπει να είναι ένα βιβλίο που δεν έχει μεταφραστεί στην ελληνική, που θεωρώ εγώ σημαντικό, ή από ιστορική άποψη ή από άποψη ποιότητας, και το οποίο, όμως, συνδυάζεται και με το γεγονός ότι μου εξασφαλίζει και κάποια αξιοπρεπή αμοιβή. Και το πρόβλημα είναι ότι τώρα με την κρίση οι εκδοτικοί οίκοι δυσκολεύονται να πληρώσουν τους μεταφραστές, ή έχουνε μειωθεί οι αμοιβές ή δεν βγάζουνε καθόλου πια ξένη λογοτεχνία, τουλάχιστον όχι σύγχρονη. Οπότε τον τελευταίο καιρό, επειδή ξέρω ότι η Ελβετία ως χώρα αρκετά ευκατάστατη, έχει το πολιτισμικό ίδρυμα το Pro Helvetia και επιδοτούνε τη μετάφραση 100%. H Γερμανία δεν το κάνει αυτό. Οπότε επιλέγω, επειδή έχω και κάποια σχέση με την Ελβετία, υπάρχει ένα μεταφραστικό κέντρο εκεί που επισκέπτομαι κάθε χρόνο, στα ορεινά του καντονιού της Ζυρίχης. Γνώρισα Ελβετούς συγγραφείς οι οποίοι όμως είναι και αξιόλογοι. Τώρα μεταφράζουμε τον Πράσινο Ερρίκο του Γκοντφριντ Κέλερ [Gottfried Keller], κλασικό μυθιστόρημα που δεν έχει μεταφραστεί ακόμα στα ελληνικά. Αλλά επειδή είναι Ελβετός, είναι εξασφαλισμένη και η αμοιβή μας, ενώ ο εκδοτικός οίκος ο ελληνικός δεν θα μπορούσε να μας πληρώσει. Οπότε είναι και τα δύο μαζί.

Επομένως είστε ικανοποιημένος από τις απολαβές σας από τη μετάφραση;

Ναι, είμαι ικανοποιημένος, γιατί όταν υπάρχει αυτή η επιδότηση δεν πληρώνονται και με βάση την ταρίφα που ισχύει εδώ, αλλά με μια πιο αυξημένη ταρίφα. Αυτό που παίρνεις δηλαδή στη Γερμανία ως μεταφραστής λογοτεχνίας. Που βέβαια ως μεταφραστής λογοτεχνίας πάλι δεν πληρώνεσαι καλά – και οι συνάδελφοί μου στη Γερμανία και σε άλλες χώρες – σε σχέση με άλλες μεταφράσεις επίσημων εντύπων και εγγράφων και τα λοιπά. Αλλά είναι καλύτερα απ’ ό,τι είναι εδώ πέρα. Δηλαδή εδώ πέρα παίρνεις οχτώ ευρώ την τυποποιημένη σελίδα, εκεί παίρνεις 18, 20 ευρώ, υπάρχει μια διαφορά. Και όταν κάνεις αίτηση για επιδότηση από την Pro Helvetia παραδείγματος χάρη ή από το Ινστιτούτο Goethe που κάνει κι αυτό επιδοτήσεις, αλλά όχι 100% μέχρι 50% της αμοιβής, μπορείς να κάνεις αίτηση με βάση αυτά που προτείνει η Ευρωπαϊκή Ένωση ως αμοιβή για κάθε χώρα. Η Ελλάδα εκεί είναι με 18 ευρώ την έχουν, 18 κάτι, ενώ στην πραγματικότητα οι μεταφράσεις πληρώνονται με 8, με 9…

Γενικότερα για το μέλλον της μετάφρασης στη χώρα μας;

Εντάξει, υπάρχουνε θετικές ενδείξεις τώρα τα τελευταία χρόνια και το γεγονός απλά που έχει γίνει τώρα αυτό το περίπτερο, δηλαδή φέρνει τη μετάφραση περισσότερο στην αντίληψη του κόσμου της δημοσιότητας, αλλά υπάρχει, νομίζω, και ένα σωματείο που έχει ιδρυθεί στην Αθήνα μεταφραστών και διορθωτών-επιμελητών που φέρνει αυτά τα θέματα στη δημοσιότητα, δηλαδή το θέμα… Η μετάφραση σαν διαδικασία είναι μοναχική, γίνεται πίσω στα δωμάτια, στα γραφεία, δεν φαίνεται, και η δουλειά μας είναι και η αποστολή μας είναι να την φέρουμε στη δημοσιότητα, να επισημάνουμε, τι σημασία έχει.

Αλλά και τις δυσκολίες βέβαια που…

Ναι, αλλά ότι είναι πολύ σημαντική σε σχέση με τη συμφιλίωση των πολιτισμών. Δηλαδή, αν δεν υπήρχαμε εμείς δεν θα υπήρχε παγκόσμια λογοτεχνία. Αυτό πρέπει να φέρουμε στη συνείδηση. Κι όσο καλύτερα μεταφράζεις τόσο πιο πολύ εξαφανίζεσαι ταυτόχρονα. Γιατί μετά διαβάζει κάποιος ένα βιβλίο του τάδε συγγραφέα, του Ζέμπαλντ [Sebald] ή του Ντοστογιέφσκι [Dostoevsky], και νομίζει ότι διαβάζει Ντοστογιέφσκι, αλλά στην ουσία διαβάζει τον μεταφραστή.

Έχετε κάποια ιδιαίτερη σχέση με τους συγγραφείς που μεταφράζετε;

Ναι, αν ζούνε ακόμη, ναι. Επιδιώκω να τους γνωρίσω και να είναι στη διάθεσή μου, όταν έχω απορίες, δηλαδή τους Γερμανούς συγγραφείς που μετέφρασα, τους σύγχρονους τώρα πρόσφατα, ναι, έχω σχέση, έχουμε και φιλική σχέση ακόμη. Στη Γερμανία υπάρχουν δυνατότητες, όταν κάποιο βιβλίο έχει πουληθεί σε διάφορες χώρες και προβλέπεται να μεταφραστεί σε περισσότερες γλώσσες, τότε υπάρχουν υποδομές που οργανώνουνε συναντήσεις του συγγραφέα με τους δέκα, δώδεκα, δεκαπέντε μεταφραστές του για μια εβδομάδα. Παραδείγματος χάρη στο Ευρωπαϊκό Κολλέγιο Μετάφρασης στο Straelen [σ.σ. Europäisches Übersetzer-Kollegium Straelen e.V.], όπου κι εγώ βρέθηκα δυο φορές με δύο συγγραφείς και με τους συναδέλφους, συναδέλφισσές μου από άλλες χώρες και είχαμε την ευκαιρία να μελετήσουμε το βιβλίο που θα μεταφράζαμε στις γλώσσες μας, από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα. Υπήρχε κι ένας συντονιστής που κρατούσε τις σημειώσεις, δηλαδή παίρναμε μετά τελειώνοντας τα πρακτικά, ας πούμε. Οπότε αυτή είναι η ιδανική προετοιμασία, γιατί ό,τι απορία θα είχες μπορείς να τις λύσεις εκεί, ενώπιον του συγγραφέα, δηλαδή χωρίς να έχεις την ανάγκη να κάνεις έρευνες και τα λοιπά. Και μέσα απ’ αυτήν τη διαδικασία δενόμαστε κιόλας, έχουμε την αίσθηση ότι είμαστε μια οικογένεια, έχουμε ένα κοινό. Το παιδί μας είναι το βιβλίο που θα μεταφράσουμε και ενδιαφερόμαστε και για την πορεία του βιβλίου που θα εκδοθεί στην Ιταλία, στη Σουηδία…

Πώς πιστεύετε ότι μπορεί να βελτιωθεί η ποιότητα της μετάφρασης;

Καταρχήν πιστεύω, γιατί ακούω ότι αυτό εξακολουθεί να υπάρχει στην Ελλάδα, ότι γίνονται μεταφράσεις από δεύτερο χέρι, δηλαδή όταν πρόκειται για μια πιο εξωτική γλώσσα, ασιατική ας πούμε, αλλά ακόμη και τα ουγγρικά. Τώρα μια συνάδελφος μου έχει μεταφράσει έναν Ούγγρο συγγραφέα, όχι απ’ τα ουγγρικά, αλλά απ’ τα γαλλικά. Αυτό το θεωρώ αντιδεοντολογικό. Καταρχήν πρέπει αυτό να καθιερωθεί. Και το Βραβείο Μετάφρασης πέρσι νομίζω του ρωσικού βιβλίου –πώς λεγότανε;– Πόλεμος και…

…τιμωρία.

Όχι του Ντοστογιέφσκι, ενός άλλου συγγραφέα, έγινε, νομίζω, κι αυτό από τα αγγλικά ή απ’ τα γαλλικά. Μπορεί ο άνθρωπος να έκανε τέλεια μετάφραση, αλλά δεν το θεωρώ σωστό να μεταφράζεται από δεύτερο χέρι. Αυτό πρέπει πρώτα να καθιερωθεί και, τώρα εγώ δεν είμαι θεωρητικός της μετάφρασης, δεν έχω σπουδάσει μετάφραση, από την πράξη… Δηλαδή δεν έχω και γνώση των θεωριών που κυκλοφορούν. Αλλά, ναι, τώρα πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχουν αυτά τα standards, δηλαδή ότι πρέπει να γίνεται η μετάφραση από την πρωτότυπη γλώσσα. Και βελτιώνεται η μετάφραση, εξαρτάται από τον μεταφραστή τον ίδιο, πόσο καλός συγγραφέας είναι!

Ποιες πιστεύετε ότι είναι οι δυσκολίες της μετάφρασης;

Οι δυσκολίες;

Ναι

Οι δυσκολίες είναι όλο το πολιτιστικό backgrοund. Δηλαδή είναι οι ιδιωματικές φράσεις, αυτό που κρύβεται από πίσω από τις ιδιωματικές φράσεις, ο πολιτισμός, το context το πολιτιστικό που πρέπει να μεταφερθεί. Τώρα δεν μπορώ να πω συγκεκριμένα, πρέπει να πάρουμε το βιβλίο και να…

Ναι, εντάξει. Πώς αντιμετωπίζετε την κριτική απέναντι στο έργο σας; Αν έχει υπάρξει κάποια κριτική.

Την αρνητική κριτική, εννοείτε.

Για τη μετάφρασή σας.

Μέχρι τώρα δεν είχα αρνητικές κριτικές. Μόνο μια φορά έτυχε, αλλά δεν ήταν και πολύ άγρια, ήταν έτσι μετριοπαθής κριτική, οπότε δεν με επηρέασε πολύ.

Εκτός από μεταφραστής ασχολείστε και με τη συγγραφή; Θα θέλατε να ασχοληθείτε;

Όχι, δεν προλαβαίνω, εκτός από αυτά τα δημοσιογραφικά άρθρα που γράφω κατά καιρούς, όχι. Στην εφηβεία έκανα κάτι τέτοιες απόπειρες. Από τότε… Με καλύπτει πλήρως η μετάφραση.

Θα θέλαμε να σας ευχαριστήσουμε και για τον χρόνο σας και για τις απαντήσεις.

Κι εγώ.

Να είστε καλά.

Βιογραφικό

Ο Τέο Βότσος μεγάλωσε στο Κορνβεστχάιμ κοντά στη Στουτγκάρδη και σπούδασε στο Τύμπινγκεν. Εργάζεται ως μεταφραστής λογοτεχνίας και κριτικός κινηματογράφου. Μεταφράζει από τα γερμανικά προς τα ελληνικά και αντίστροφα. Mαζί με τη Michaela Prinzinger συντόνισε το 2019 και το 2021 το Ελληνογερμανικό Εργαστήρι Μετάφρασης Vice Versa. Ζει στην Κολωνία και στη Θεσσαλονίκη.

Theo Votsos grew up in Kornwestheim near Stuttgart and studied in Tübingen. He works as a literary translator and film critic. He translates from German into Greek and vice versa. Together with Michaela Prinzinger he coordinated the Greek-German Translation Workshop Vice Versa in 2019 and 2021. He lives in Cologne and Thessaloniki.

Επιλεγμένες Μεταφράσεις​

Walser, Robert (2011). Ο περίπατος [Der Spaziergang]. Αθήνα: Γαβριηλίδης.

Muschg, Adolf (2012). Το κίνητρο του Άλμπισερ [Albissers Grund]. Αθήνα: Δρεπανιά.

Hochgatterer, Paulus (2012). Η γλύκα της ζωής [Die Süße des Lebens]. Αθήνα: Δρεπανιά.

Ruge, Eugen (2012). Τις μέρες που λιγόστευε το φως [In Zeiten des abnehmenden Lichts]. Αθήνα: Κλειδάριθμος.

Neuhaus, Nele (2013). Η Χιονάτη πρέπει να πεθάνει [Schneewittchen muss sterben]. Αθήνα: Κλειδάριθμος.

Vermes, Timur (2013). Κοίτα ποιος ήρθε πάλι [Er ist wieder da]. Αθήνα: Κλειδάριθμος.

Gotthelf, Jeremias (2015). Η μαύρη αράχνη [Die schwarze Spinne]. Αθήνα: Γαβριηλίδης.

Aichner, Bernhard (2015). Η κυρία θάνατος [Totenfrau]. Αθήνα: Κλειδάριθμος.

Neuhaus, Nele (2016). Εγώ θα σε δικάσω [Die lebenden und die toten]. Αθήνα: Κλειδάριθμος.

Κόκκορης, Νίκος (2021). Πατημασιές στα νούφαρα [Fußspuren auf den Seerosen]. Αθήνα: Ηδυέπεια.

Συνέντευξη: Μαρία Παναγιώτου και Ελένη Χατζηβασιλείου
Ημερομηνία και τόπος: Μάιος 2016, Θεσσαλονίκη
Παραπομπή: Βηδενμάιερ, Ανθή, Λάμπρου, Δέσποινα και Πατεινάρη, Φωτεινή (2021). «Συνέντευξη με τον Τέο Βότσο», Πορτρέτα μεταφραστριών και μεταφραστών. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Κατηγορία: μεταφράστρια/μεταφραστής, μετάφραση πεζογραφίας, γερμανικά–ελληνικά, ελληνικά–γερμανικά