Μενού Κλείσιμο

Βασίλης Μπαμπούρης

Απομαγνητοφώνηση

Καλησπέρα, κύριε Μπαμπούρη. Ευχαριστούμε πολύ που είστε μαζί μας σήμερα.

Καλησπέρα κι από εμένα, χαίρομαι και εγώ πάρα πολύ που είμαι στο Στέκι της Μετάφρασης. 

Θα θέλαμε να ξεκινήσουμε με κάποιες γενικότερες ερωτήσεις σχετικά με την προσωπική σας σχέση με τη μετάφραση, το πώς προέκυψε η μετάφραση στη ζωή σας.

Πώς προέκυψε η μετάφραση στη ζωή μου; Τυχαία. Σπούδαζα φυσική, δεν μπορώ να πω ότι είχα ερωτευθεί το αντικείμενο τον σπουδών μου, και κάποια στιγμή είδε η μητέρα μου μια αγγελία, στην Καθημερινή απ’ ό,τι θυμάμαι, για το πρόγραμμα μεταφραστικών σπουδών που ξεκινούσε το Βρετανικό Συμβούλιο. Κι επειδή γνώριζε τη μεγάλη αγάπη που έχω για τα αγγλικά μου είπε «Δεν πας;» και πήγα. Από εκεί ξεκίνησαν όλα στην ουσία, γιατί λίγο πριν τελειώσω το τμήμα ήδη άρχισα να κάνω τις πρώτες μου δουλειές. Ήταν εντελώς πειραματικό τμήμα τότε κι εμείς βέβαια, οι ελάχιστοι σπουδαστές, τα πειραματόζωα. Αλλά κάποιοι επιζήσαμε, βγήκαμε στην αγορά μετά, και λίγο-λίγο, όπως συνήθως έρχονται τα πράγματα, δουλειά με τη δουλειά βρέθηκα αφενός να δουλεύω ως μεταφραστής κι αφετέρου να σκέφτομαι πολύ συχνά ότι υπήρξα πολύ τυχερός που έγινε αυτή η αλλαγή, γιατί πραγματικά τη μετάφραση την αγαπώ πολύ.

Τι σημαίνει για εσάς «μεταφράζω»; Τι σας προσφέρει η μετάφραση;

Δυστυχώς το τι σημαίνει «μεταφράζω» περνάει από ένα άλλο ερώτημα. Τι μεταφράζω; Δηλαδή όταν μεταφράζω manual δεν μπορώ να πω ότι σημαίνει κάτι. Είναι απλώς μια δουλειά. Όταν μεταφράζω λογοτεχνία ή κόμικς ή ποίηση τότε καλύπτει για μένα μια πολύ μεγάλη ανάγκη, την ανάγκη της δημιουργικότητας. Κυρίως, λοιπόν, η μετάφραση για μένα είναι ένα μέσο για να βγάλω λίγο προς τα έξω μια ανάγκη που έχω για δημιουργία, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι θέλω να δημιουργήσω κάτι δικό μου, υπηρετώ τον συγγραφέα, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει και ένα πολύ έντονο δημιουργικό στοιχείο μέσα σ’ αυτή τη δουλειά που εμένα με γοητεύει πολύ.

Ποιο είδος προτιμάτε να μεταφράζετε;

Ποιο είδος λογοτεχνικό ή γενικώς ποιο κειμενικό είδος; 

Γενικότερα κειμενικό, επειδή έχετε διάφορα είδη στο μεταφραστικό σας έργο. 

Θα πίστευε κάνεις ότι επειδή έχω σπουδάσει φυσική θα μου άρεσε να μεταφράζω τεχνικά κείμενα. Τα καταλαβαίνω τα τεχνικά κείμενα και μπορώ να τα χειριστώ, αλλά δεν με σαγηνεύουν και έτσι σιγά-σιγά οι δουλειές που έκανα οι τεχνικές λιγόστεψαν και ασχολήθηκα κυρίως με τη λογοτεχνία και ιδιαίτερα με τη λογοτεχνία του φανταστικού. Επίσης, επειδή έμαθα αγγλικά από πολύ μικρή ηλικία μέσα απ’ τα κόμικς που μου έφερνε μια Σκοτσέζα δασκάλα που είχα, λάτρεψα τα κόμικς, και έτσι μ’ αρέσει ακόμα και τώρα να μεταφράζω κόμικς. Επειδή, βέβαια, έχω και μια ενασχόληση με τα μεταφραστικά εργαλεία και τις τεχνολογίες της μετάφρασης, μ’ αρέσει επίσης να κάνω πρότζεκτ που έχουν να κάνουν με την επιχώρια προσαρμογή ιστότοπων αλλά και λογισμικού. Αυτά. 

Επιλέγετε μόνος σας τα κείμενα που μεταφράζετε;

Πλέον ναι. Αυτό είναι κάτι που το έχτισα. Ήμουν πάρα πολύ τυχερός, να πω την αλήθεια, γιατί ένας παιδικός μου φίλος με προσέγγισε κάποια στιγμή να φτιάξουμε μαζί έναν εκδοτικό οίκο, τις εκδόσεις Οξύ. Δεν μπήκα σ’ αυτό το σχήμα σε ιδιοκτησιακό, ας το πούμε έτσι, καθεστώς, όμως τον βοήθησα πολύ στα πρώτα του βήματα για να φτιάξει διάφορες σειρές και επιμελήθηκα μια μεγάλη, μακροβιότατη θα έλεγα, σειρά λογοτεχνίας του φανταστικού που έτρεξε επί 16 χρόνια και, ως κεντρικός επιμελητής αυτής της σειράς, είχα και τη δυνατότητα να διαλέγω τους τίτλους και αυτούς που πραγματικά ήθελα να τους μεταφράζω εγώ, να τους παίρνω εγώ. Καταλαβαίνω, βέβαια, ότι αυτό είναι ένα ιδανικό σενάριο για έναν μεταφραστή. Θέλει λίγο δουλειά για να φτάσει κάνεις εκεί, αλλά είναι ωραίο όταν το πετυχαίνεις.

Ποιο κείμενο από όσα έχετε μεταφράσει θα λέγατε ότι σας δυσκόλεψε περισσότερο και πού ήταν η δυσκολία;

Να ξεκινήσω από κάτι που έχω διαπιστώσει, ότι, επειδή κυνηγάω την πρόκληση μεταφραστικά, κάποιες φορές που πήρα βιβλία τα οποία ήταν πάρα πολύ ιδιαίτερα, μεταμοντέρνα, παραβίαζαν κάποιους κανόνες, έστω και σε εισαγωγικά τους κανόνες της γραμματικής ή της ορθής γραφής κλπ., αυτά τα βιβλία, όπως για παράδειγμα το ζόμπι της Τζόις Κάρολ Όουτς [Joyce Carol Oates], αποδείχτηκαν τελικώς πάρα πολύ απλά. Ένα βιβλίο που με δυσκόλεψε πάρα πολύ και μου πήρε περίπου έναν χρόνο να το τελειώσω ήταν το Ηaunted του Τσακ Πόλανικ [Chuck Palahniuk]. Αυτό είναι ένα βιβλίο με δομή που θυμίζει λίγο τις Ιστορίες του Καντέρμπουρι, με 17 άτομα τα οποία κλείνονται σε έναν χώρο και γράφουν ο καθένας από ένα διήγημα, αλλά και με μια ιστορία που τρέχει ανάμεσα απ’ τα διηγήματα ως συνδετικός ιστός. Και ήταν η γλώσσα του Πόλανικ τόσο δύσκολη, με τόσο δύσκολο λεξιλόγιο και ταυτόχρονα με πάρα πολλές αυθαιρεσίες γραμματικοσυντακτικές, οι οποίες βεβαίως δεν οφείλονταν σε μια ανικανότητά του, αλλά, κάθε άλλο, σε άποψη που είχε για το πώς πρέπει να συντάσσει τη γλώσσα του. Και, έτσι, ο συνδυασμός αυτού του πολύ απαιτητικού λεξιλογίου αλλά και της πολύ ιδιαίτερης σύνταξης ήταν πραγματικά μια μεγάλη πρόκληση. Το δούλεψα και το ξαναδούλεψα με πολλά χέρια και δεν σας κρύβω ότι πολλές φορές κατεβάζω απ’ το ράφι τη μετάφραση και διαβάζω αποσπάσματα και –ίσως με κάποια αυταρέσκεια, δεν ξέρω– λέω, μπράβο, έκανες καλή δουλειά.

Από τα κείμενα που μεταφράζετε, τα κειμενικά είδη, έχετε ξεχωρίσεις είν κάποιο σε βαθμό δυσκολίας; 

Όχι, δεν νομίζω. Νομίζω ότι δεν μπορούμε να πούμε εύκολα ότι ένα κείμενο είδοαι δύσκολο, ενώ ένα άλλο είναι εύκολο. Μεμονωμένα κείμενα από συγκεκριμένα είδη, ναι, μπορεί να έχουν πολλές και ιδιαίτερες δυσκολίες, αλλά δεν θα έλεγα ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο είδος που είναι πολύ δύσκολο έναντι των άλλων. 

Τώρα, η μετάφραση ως επάγγελμα, ένα άλλο κεφάλαιο, είστε ικανοποιημένος σε γενικότερα πλαίσια από τις απολαβές ενός μεταφραστή;

Καταρχάς εδώ πρέπει να διευκρινίσω ότι πλέον το κύριο επάγγελμά μου είναι η εκπαίδευση μεταφραστών και όχι η μετάφραση, οπότε δεν ξέρω αν είμαι πλέον ο καταλληλότερος άνθρωπος για να απαντήσει αυτό το ερώτημα. Βεβαίως, εδώ και πάρα πολλά χρόνια γίνεται μια συζήτηση, τι πάρα πολλά χρόνια, από τότε που μπήκα εγώ στο επάγγελμα, δεν νομίζω ότι έχει αλλάξει αυτή η συζήτηση ότι η μετάφραση είναι υποαμειβόμενη. Αν κάποιος, όμως, μπει μέσα στην αγορά κι αρχίσει και γνωρίζει μεταφραστές, θα διαπιστώσει ότι αυτό δεν ισχύει για όλους, υπάρχουν και μεταφραστές οι οποίοι αμείβονται μια χαρά. Υπάρχουν μεταφραστές οι οποίοι έχουν καταφέρει, είτε με πολλή προσωπική δουλειά εδώ στη χώρα είτε δημιουργώντας διασυνδέσεις στο εξωτερικό, με εταιρείες του εξωτερικού, να έχουν εξασφαλίσει πολύ καλές αμοιβές. Οπότε θεωρώ ότι σαφώς είναι αντικειμενικό το σχόλιο περί της γενικώς υποαμειβόμενης εργασίας στη μετάφραση, αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να είναι και αποτρεπτικό για κάποιον για να μην ασχοληθεί με τη μετάφραση. Νομίζω ότι οι καλοί μεταφραστές σε οποιονδήποτε τομέα με τον καιρό βρίσκουν, καταφέρνουν, φτιάχνουν, αν θέλετε, τις ευκαιρίες και τις σχέσεις αυτές τις επαγγελματικές μέσα από τις οποίες εξασφαλίζουν καλύτερες αμοιβές. Ότι χρειάζεται να ανέβουν οι αμοιβές γενικότερα για όλους μας, ναι, χωρίς δεύτερη κουβέντα.

Σχετικά με τις επαγγελματικές συνθήκες, ποιες είναι οι σημαντικότερες δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας μεταφραστής κατά τη γνώμη σας;

Κοιτάξτε, καταρχάς πρέπει να κάνουμε μια διάκριση ανάμεσα σε ελεύθερους επαγγελματίες και σε εσωτερικούς υπαλλήλους. Για να μην πάμε τώρα και σε άλλες κατηγορίες μεταφραστών που δεν είναι εσωτερικοί υπάλληλοι μεταφραστές αλλά κάνουν μεταφράσεις ενώ έχουν προσληφθεί για κάτι άλλο ή για μεταφραστές συνάδελφους οι οποίοι είναι στη Μεταφραστική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών κλπ. κλπ. Χωρίζοντας, λοιπόν, το επάγγελμα, ας πούμε, σε δύο βασικές κατηγορίες, οι βασικές δυσκολίες ενός ελεύθερου επαγγελματία είναι σαφέστατα η δημιουργία ενός αξιόπιστου πελατολογίου, που είναι κάτι που παίρνει χρόνο, η πάλη με αυτό το τέρας που λέγεται γραφειοκρατία και φορολογία, το οποίο μεταλλάσσεται από χρόνο σε χρόνο και δυστυχώς αποκτά και μεγαλύτερες διαστάσεις, και σίγουρα το κομμάτι της προώθησής του στην αγορά: πώς, δηλαδή, κάνω νέες επαφές, πώς δημιουργώ νέες επαγγελματικές σχέσεις, πώς ανοίγομαι στο εξωτερικό, που είναι κάτι που πιστεύω ότι κάθε ελεύθερος επαγγελματίας πρέπει να το κάνει. Σε σχέση τώρα με έναν εσωτερικό υπάλληλο μεταφραστή θα έλεγα ότι τα τελευταία χρόνια αυτή η –ας το πω κομψά– ελαστικότητα που υπάρχει στις εργασιακές σχέσεις έχει επιτρέψει σε πάρα πολλά γραφεία να απασχολούν μεταφραστές με μπλοκάκι και με πολύ χαμηλές αμοιβές εν είδει μισθού όταν μάλιστα αυτοί οι μεταφραστές μπορεί να πληρώνουν ακόμη το ΤΕΒΕ τους ή τον ΟΑΕΕ τους πλέον από την ίδια τους την τσέπη, ενώ αν είχαν προσληφθεί μέσω ΙΚΑ δεν θα συνέβαινε κάτι τέτοιο. Βεβαίως το νόμιμον είναι και ηθικόν, όπως μας είπε κάποιος, γιατί αυτή είναι μια πρακτική, που την εφήρμοσε πρώτο το Υπουργείο Πολιτισμού επί Βουλγαράκη, αν θυμάμαι καλά, και, βέβαια αστειεύομαι, το νόμιμο δεν είναι ηθικό πάντοτε, αλλά αυτή για μένα είναι μια μεγάλη δυσκολία. Από την άλλη, θεωρώ ότι η «μαθητεία», ας το πω σε εισαγωγικά πάλι, ενός μεταφραστή σε ένα μεταφραστικό γραφείο –όχι υπό τη μορφή πρακτικής άσκησης, γι’ αυτό το είπα σε εισαγωγικά, αλλά η εργασία επί δύο ή τρία χρόνια σε ένα γραφείο– είναι ένα καλό σχολείο κι ένα προστάδιο για να βγει κάνεις μετά στην αγορά μονός του. Δηλαδή η δικιά μου συμβουλή στους σπουδαστές της σχολής μας είναι ακριβώς αυτή: Δουλέψτε αν θέλετε σ’ ένα γραφείο, αλλά έχετε στον νου σας ότι κάποια στιγμή, δύο-τρία χρόνια μετά, θα πρέπει να κόψετε τον ομφάλιο λώρο και να βγείτε έξω μόνοι σας, γιατί έτσι πραγματικά θα βρείτε και τις αμοιβές που σας αξίζουν.

Ποια είναι η γνώμη σας για το στάτους των μεταφραστών στην Ελλάδα; 

Και πάλι πρέπει να κάνουμε κάποιες διακρίσεις απαραίτητες. Δηλαδή τι στάτους έχουν οι μεταφραστές τεχνικής μετάφρασης; Υπάρχουνε; Δεν τους έχουμε δει πουθενά. Έχετε πάρει κάποιο manual στα χέρια σας που να γράφει: μεταφράστηκε από τον τάδε ή την τάδε; Ποτέ. Στην τεχνική μετάφραση, για παράδειγμα, οι μεταφραστές είναι απολύτως αόρατοι. Επίσης δεν έχουν πνευματικά δικαιώματα. Δεν υπάρχει νόμος που να προστατεύει τα πνευματικά δικαιώματα των μεταφραστών στην τεχνική μετάφραση. Επίσης δεν έχουμε ακούσει ποτέ για ένα βραβείο τεχνικής μετάφρασης που απονέμεται σ’ έναν μεταφραστή για το καλύτερο μεταφρασμένο manual ή κάτι τέτοιο. Στη λογοτεχνία, από την άλλη –και κάνω αυτή τη διάκριση γιατί μιλάμε για λογοτεχνική και μη λογοτεχνική, δηλαδή τεχνική, μετάφραση– στη λογοτεχνία τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Υπάρχουν συνάδελφοι που απολαμβάνουν, θα έλεγα, ένα καλό στάτους, έχουν φήμη, έχουν όνομα, έχουν τιμηθεί με βραβεία, είναι λίγο διαφορετικά, θα έλεγα, τα πράγματα εκεί. Βεβαίως, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει εμείς να είμαστε ευχαριστημένοι. Δεν μας ενδιαφέρει αν από χίλιους μεταφραστές λογοτεχνίας υπάρχουν πέντε ή δέκα οι οποίοι έχουν τιμηθεί με πλακέτες και βραβεία και κύπελλα και έπαθλα, κλπ. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι το πώς θα μπορέσουμε να αναδείξουμε, αν θέλετε, τη σημασία της δουλειάς μας σε όλη την κοινωνία, έτσι ώστε όλη η κοινωνία να αντιλαμβάνεται πόσο σημαντική είναι δουλειά του μεταφραστή.

Θεωρείτε απαραίτητη την επιμέλεια σε μια μετάφραση και ποια είναι η σχέση σας με τους επιμελητές;

Λοιπόν, απαντώ ένα-ένα, γιατί είναι δύο τα ερωτήματα. Απαραίτητη η επιμέλεια; Ναι! Λοιπόν, θα μπορούσα να σταματήσω εκεί. Παρ’ όλα αυτά, να καταθέσω και μια προσωπική μου εμπειρία, ότι έχουν υπάρξει και βιβλία τα οποία τα μετάφρασα και τα επιμελήθηκα εγώ. Ένα ζευγάρι ανθρώπινα ματιά δεν φτάνει ποτέ, όσες φορές και να το δεις το κείμενο, ένα άλλο ζευγάρι μάτια θα το δει λίγο διαφορετικά. Οπότε, θα έλεγα, αν υπάρχει αυτή η δυνατότητα κι απ’ τον πελάτη ή τον εκδότη, είναι πολύ καλό να υπάρχει ο επιμελητής, κάνει πολύ σημαντική δουλειά ο επιμελητής. Τώρα, η σχέση μου με τους επιμελητές; Νομίζω ότι το βασικό πρόβλημα εκεί είναι ένα θέμα ιεραρχίας και επικοινωνίας. Δηλαδή ο επιμελητής –πρέπει να το καταλάβει αυτό ο μεταφραστής– έχει τον τελευταίο λόγο. Από την άλλη, πρέπει να υπάρχει ένας καλός, ένας κοινός κώδικας επικοινωνίας ανάμεσα στον μεταφραστή και τον επιμελητή, ώστε να βεβαιωθούν ότι μιλάνε για το ίδιο πράγμα. Αρά πάντοτε εγώ όταν παραδίδω ένα βιβλίο, επιδιώκω να έχω μια συνάντηση με τον άνθρωπο που θα επιμεληθεί το βιβλίο μου, του εξηγώ πώς έχω κινηθεί μεταφραστικά και του γράφω κι ένα σημείωμα με διάφορα πράγματα που θεωρώ ότι θα έπρεπε να έχει υπόψη του πριν ξεκινήσει την επιμέλεια. Λοιπόν, ο μεταφραστής θα μπει μέσα στον κείμενο πολύ πιο βαθιά απ’ ό,τι θα μπει ο επιμελητής, οπότε εκεί θεωρώ ότι έχει και το δικαίωμα να δώσει κάποιες κατευθυντήριες γραμμές στον επιμελητή. Κατά τα λοιπά, τα πάντα πρέπει να λύνονται μετά με συζήτηση αν υπάρχουν μεγάλες διαφωνίες. 

Σχετικά με τη λογοκρισία, έχουν υπάρξει περιπτώσεις που έχετε νιώσει ότι πρέπει να παρεκκλίνετε ή να αλλάξετε κάτι; 

Θα είμαι ο άνθρωπος που θα σπάει πάντα τις ερωτήσεις σε δύο κομμάτια, έτσι; Λοιπόν, άλλο λογοκρισία άλλο αυτολογοκρισία. Λογοκρισία θα είχαμε, αν μια εξωτερική δύναμη ερχόταν να επέμβει στο έργο μας, έτσι; Οπότε αν ένας εκδότης έρθει και πει: κοίταξε να δεις αυτή η σκηνή είναι πάρα πολύ shocking ή βίαιη ή οτιδήποτε, πρέπει κάπως την χαμηλώσουμε, να χαμηλώσουμε τους τόνους, αυτό θα ήταν λογοκρισία. Δεν μου έχει συμβεί ποτέ. Αυτολογοκρισία είναι όταν μπαίνουμε εμείς στον ρόλο του λογοκριτή, φοβόμαστε ότι μπορεί κάτι που γράφουμε να είναι ακραίο, να χτυπήσει άσχημα στον εκδότη μας, κι αυτό ίσως να επηρεάσει και τη σχέση μας με τον εκδότη αργότερα κλπ., και κάνουμε στη ουσία κάποια παρέμβαση, έτσι ώστε να χαμηλώσουν πάλι οι εντάσεις. Και τα δύο, θα έλεγα, είναι μεμπτά και πρέπει να τα αποφεύγουμε όσο γίνεται. Θυμάμαι, βέβαια, και μία περίπτωση, όπου είχαμε εκδώσει ένα κόμικ που λεγόταν Η ζωή του Χριστού [σ.σ. Η ζωή του Ιησού]. Ήταν ένα σατιρικό κόμικ που παρουσίαζε διάφορα γεγονότα από τη ζωή του Χριστού με έναν κωμικό χαρακτήρα. Και τότε, νομίζω, δεχθήκαμε μήνυση, ο εκδότης, ο συγγραφέας και ο μεταφραστής, από την Ιερά Σύνοδο, γιατί θεωρήθηκε ότι προσβάλλει το θρήσκευμα κλπ. Έγινε δικαστήριο, βεβαίως αθωωθήκαμε. Δεν ήμουν εγώ ο μεταφραστής, αλλά ήμουν τότε στις εκδόσεις Οξύ που είχαμε εκδώσει το βιβλίο. Οπότε αυτή ήταν μια προσπάθεια, αν θέλετε, λογοκρισίας, κατόπιν όμως της μετάφρασης και όχι πάνω στη διαδικασία της μετάφρασης.

Έχετε δεχθεί έντονη κριτική για κάποια μετάφρασή σας; Κι αν ναι, κατά πόσο επηρεάζει τη μεταφραστική δραστηριότητά σας;

Δεν θυμάμαι να έχω δεχθεί. Δεν θυμάμαι αν έχω δεχθεί και το έχω απωθήσει στο υποσυνείδητο. Αν δεχόμουν, δεν θα με επηρέαζε σε τίποτα. Όπως δεν με επηρεάζει σε τίποτα όταν δέχομαι πολύ καλά σχόλια. Θεωρώ ότι η κριτική της μετάφρασης είναι ένα τεράστιο θέμα, γίνονται συνέδρια γι’ αυτό το πράγμα και δεν έχουμε αποφασίσει ακόμα πώς θα πρέπει να το κάνουμε. Πολύ συχνά συναντώ ανθρώπους που έχουν διαβάσει βιβλία από μεταφράσεις μου, και μου λένε εκπληκτική μετάφραση, καταπληκτική μετάφραση κλπ, κι από μέσα μου λέω: πού το ξέρεις ακριβώς; Η κριτική της μετάφρασης δεν μπορεί να γίνει με άλλον τρόπο πέρα από αντιπαραβολή του πρωτοτύπου με το μετάφρασμα και από ανθρώπους οι οποίοι καταλαβαίνουν ποιες τεχνικές έχουν χρησιμοποιηθεί και ποια προσέγγιση έχει χρησιμοποιηθεί κατά τη μετάφραση. Οπότε το δέχομαι κυρίως ως ένα σχόλιο που σημαίνει κατά βάση: μου άρεσαν τα ελληνικά, μου άρεσε η γλώσσα. Είναι απαραίτητη προϋπόθεση για μια καλή μετάφραση αυτό, αλλά δεν είναι μετάφραση αυτό το πράγμα. Είναι ένα άλλο σχόλιο.

Είστε αισιόδοξος για το μέλλον της μετάφρασης στην Ελλάδα;

Θα έλεγα, ναι. Νομίζω ότι αυτά που βλέπουμε γύρω μας δείχνουν ότι οι μεταφραστές γινόμαστε όλο και περισσότερο πιο απαραίτητοι. Η επικοινωνία είναι το παν σ’ αυτήν την παγκοσμιοποιημένη κοινωνία που ζούμε, στο παγκόσμιο χωριό, κλπ. Ξέρετε, όλα αυτά μπορεί να είναι λίγο κλισέ, λίγο στερεότυπα, αλλά δεν παύουν να είναι και αλήθεια. Όλοι πια ενδιαφέρονται να πουλήσουν αυτό που βγάζουν παντού, τη στιγμή που το βγάζουν. Και απαραίτητη συνθήκη για να γίνει αυτό είναι η πολυγλωσσική επικοινωνία. Κι αυτό το διασφαλίζουμε εμείς. Λοιπόν, οπότε, ναι, είμαι αισιόδοξος και ειδικά για την Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια και με τις δράσεις των συλλόγων, αλλά και άλλων φορέων, και των φορέων που εκπαιδεύουν μεταφραστές, παρατηρούμε μια μεγάλη κινητικότητα στον χώρο της μετάφρασης. Πράγματα βελτιώνονται ή αν δεν βελτιώνονται ακόμα γίνονται κινήσεις προς αυτήν την κατεύθυνση. Οπότε, ναι, θεωρώ ότι δικαιούμαι να είμαι αισιόδοξος.

Για να κλείσουμε, έχετε μια συμβουλή ίσως για κάποιον φοιτητή ή φοιτήτρια που έχει ως όνειρο ή σκοπεύει να ακολουθήσει τη μετάφραση πιο επαγγελματικά;

Έχουμε μία ώρα στη διάθεση μας; Έχω πολλές συμβουλές, δεν ξέρω. Αλλά για να μην το τραβήξουμε πολύ και κουράσουμε, σκέφτομαι καταρχάς ότι πολλές φορές ένας σπουδαστής θέτει το θέμα του ταλέντου. Έχω ταλέντο στη μετάφραση; Ναι, εντάξει, προφανώς είναι καλό να έχει κάνεις ταλέντο, ό,τι και να είναι το ταλέντο, αλλά πάνω από όλα χρειάζεται πολύ σκληρή δουλειά. Χρειάζεται να αγαπάς το κείμενο, χρειάζεται να διαβάζεις και να γράφεις πάρα πολύ, γιατί απομακρυνόμαστε σιγά-σιγά λίγο και απ’ τη γραφή και από την ανάγνωση. Τα υπόλοιπα θα ‘ρθουν μόνα τους, νομίζω. Αν αγαπάς, πάλι στερεότυπο, αλλά αν αγαπάς το κείμενο και αγαπάς τη μετάφραση και τις γλώσσες, σιγά-σιγά τα υπόλοιπα θα βρουν τον δρόμο τους.

Σας ευχαριστούμε πολύ που ήσασταν μαζί μας σήμερα και για τον χρόνο σας.

Κι εγώ ευχαριστώ πάρα πολύ.

Βιογραφικό

Ο Βασίλης Μπαμπούρης σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και είναι κάτοχος του MSc E-Learning του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου και του Diploma in Translation του Αναγνωρισμένου Ινστιτούτου Γλωσσολογίας (Chartered Institute of Linguists). Έχει μετεκπαιδευτεί σε θέματα μεταφραστικών τεχνολογιών και διδασκαλίας της Μετάφρασης στα Πανεπιστήμια της Γρανάδας, της Μασσαλίας, της Γάνδης και του Βοσπόρου. Εργάζεται ως επαγγελματίας μεταφραστής από το 1991, ως καθηγητής μετάφρασης από το 1993 και είναι διευθυντής σπουδών του Κέντρου Εκπαίδευσης Μεταφραστών meta|φράση. Εργάζεται, επίσης, ως επιμελητής κειμένων, συγγραφέας και σύμβουλος εκδοτικών οίκων, ενώ μεταφράζει λογοτεχνία του φανταστικού.

CV

Vasilis Babouris studied Physics at the University of Athens and holds an MSc E-Learning from the University of Edinburgh and a Diploma in Translation from the Chartered Institute of Linguists (COIL). He has received further training in translation technologies and translation teaching at the Universities of Granada, Marseille, Ghent and Bosphorus. He has been working as a professional translator since 1991, as a translation teacher since 1993 and is the director of studies at metafrasi – Translator Training Centre. He also works as an editor, writer and consultant for publishing houses, and translates fiction literature.

Επιλεγμένες μεταφράσεις

Tessier, Thomas (1998). Εκκρεμείς υποθέσεις [Finishing touches]. Αθήνα: Οξύ – Brainfood.

Oates, Joyce Carol (2002). Ζόμπι [Zombie]. Αθήνα: Οξύ – Brainfood.

Gaiman, Neil (2006). Το σπίτι στην ομίχλη [Coraline]. Αθήνα: Οξύ – Brainfood.

Gaiman, Neil (2008). Οι γιοι της αράχνης [Αnansi Boys]. Αθήνα: Οξύ – Brainfood.

Banks, Iain (2009). Εργοστάσιο σφηκών [Wasp Factory]. Αθήνα: Οξύ – Brainfood.

Gaiman, Neil και Jones, Stephen (επιμ.) (2009). Αρρωστημένα μυαλά. Μια ανθολογία ανατριχιαστικής, μακάβριας ποίησης [Now we are Sick]. Πειραιάς: Jemma Press.

Burton, Tim (2011). Ο μελαγχολικός θάνατος του Στρειδάκη και άλλες ιστορίες [The Melancholy Death of Oyster Boy and Other Stories]. Αθήνα: Οξύ – Brainfood.

Oliver, José (2011). Ο μικρός Λάβκραφτ [Young Lovecraft]. Αθήνα: Οξύ – Brainfood.

Vaughan, Brian K. (2019). Saga. Αθήνα: Οξύ – Brainfood.

Barker, Clive (2019). Η μήτρα της βίας [Chiliad: A Meditation] Αθήνα: Οξύ – Brainfood.

Συνέντευξη: Λιάνα Τσακίρη και Λίντα Χύτη
Ημερομηνία και τόπος: Μάιος 2018, Θεσσαλονίκη
Παραπομπή: Βηδενμάιερ, Ανθή, Λάμπρου, Δέσποινα και Πατεινάρη, Φωτεινή (2021). «Συνέντευξη με τον Βασίλη Μπαμπούρη», Πορτρέτα μεταφραστριών και μεταφραστών. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Κατηγορία: μεταφράστρια/μεταφραστής, αγγλικά–ελληνικά, μετάφραση πεζογραφίας, διδάσκουσα/διδάσκων μετάφραση