Μενού Κλείσιμο

Μελίνα Παναγιωτίδου

Απομαγνητοφώνηση

Γεια σας, κυρία Παναγιωτίδου. Ευχαριστούμε πάρα πολύ που είστε εδώ και δεχτήκατε να μας δώσετε αυτή τη συνέντευξη.

Εγώ σας ευχαριστώ πολύ που εσείς είστε εδώ και με έχετε καλέσει σε συνέντευξη.

Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, τη συζήτηση για τη μετάφραση από την αρχή. Πώς προέκυψε, λοιπόν, στη ζωή σας η μετάφραση; Ήταν όνειρο ζωής σας;

Όχι, καθόλου. Δεν ήταν συνειδητό τουλάχιστον. Διάβαζα πάντα πάρα πολύ, επειδή μου άρεσε. Έκανα κάποιες σπουδές που δεν είχαν σχέση με την ανάγνωση, άρα μάλλον τη διέσωσα σαν αγάπη στη λογοτεχνία. Κάποια στιγμή, αλλά εντελώς ασυνείδητα άρχισα να μεταφράζω στα πλαίσια της τότε δουλειάς που είχα, κείμενα μη λογοτεχνικά, και σιγά-σιγά… Θυμάμαι την πρώτη στιγμή που μετέφρασα. Είχα διαβάσει ένα διήγημα του Μάριο Βάργκας Γιόσα [Mario Vargas Llosa] που μ’ άρεσε πάρα πολύ και εντελώς αυθόρμητα είπα «Θέλω να το μεταφράσω». Αυτό. Και μετά το ένα έφερε το άλλο, αραιά, για πολλά χρόνια, και πολύ αργότερα ήρθε κάποια στιγμή που είπα, εγώ δεν θέλω να κάνω άλλες δουλειές σαν κι αυτές, θέλω να γίνω μεταφράστρια όταν μεγαλώσω. Αλλά είχα ήδη μεγαλώσει αρκετά τότε. Οπότε, έτσι. Οπότε απ’ το 2000 και μετά είναι η χρονιά που αποφάσισα ότι θα μεταφράζω λογοτεχνία και μόνο.

Έχετε, λοιπόν, μια πορεία αρκετά χρόνια στη μετάφραση. Έχετε μεταφράσει τον Δον Κιχώτη.

Ναι.

Τι θα λέγατε ότι σημαίνει για εσάς «μεταφράζω»; Τι σας προσφέρει η μετάφραση και σας κέρδισε;

Θα μπορούσα να απαντήσω πιο εύκολα στο «Τι απαιτεί η μετάφραση;» ίσως. Άρα τι θεωρώ ότι σε κάποιο βαθμό έχω. Νομίζω ότι απαιτεί πολύ μεγάλη ενσυναίσθηση, να μπορείς να μπαίνεις στη θέση κάποιου άλλου, στον χώρο, στον χρόνο, στο ύφος. Ο μεταφραστής πρέπει να είναι πάρα πολύ δεκτικός. Αν δεν είναι δεκτικός δεν μπορεί να μεταφράσει. Πρέπει να έχει απεικονιστική φαντασία, γιατί χωρίς αυτή πάλι δεν μπορεί να μεταφράσει. Πρέπει να έχει αυτί, γιατί σε μεγάλο βαθμό ο λόγος εξακολουθεί ή πρέπει να εξακολουθεί να είναι και ήχος, ρυθμός. Και αυτό που μου δίνει είναι η ικανοποίηση της ίδιας της δουλειάς, η ικανοποίηση της γνωριμίας με κάτι διαφορετικό. Γιατί η μετάφραση εκ των πραγμάτων σημαίνει ενασχόληση με το διαφορετικό. Αυτά, θα έλεγα.

Από τα έργα που έχετε μεταφράσει, ποια θα λέγατε ότι είναι τα σημαντικότερα προβλήματα ή δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας μεταφραστής ή μια μεταφράστρια στη διαδικασία της μετάφρασης;

Αυτά νομίζω ότι συναρτώνται με το είδος του βιβλίου που μεταφράζει. Αυτό που θα έλεγα είναι ότι θεωρώ πάρα πολύ σημαντικό ένας μεταφραστής εάν δει ότι δεν μπορεί να αποκτήσει επαφή… Αυτό που λέω είναι ότι, σ’ εμένα τουλάχιστον, η επαφή που νιώθω ότι αποκτώ με το κείμενο γίνεται στην πρώτη ανάγνωση. Εκεί εγκαθιδρύεται μια πρώτη σχέση ή δεν εγκαθιδρύεται. Δεν σημαίνει ότι οι μεταφραστές, όσο καλοί κι αν υποτεθεί ότι είμαστε, μπορούμε να μεταφράσουμε το οτιδήποτε. Δεν ισχύει αυτό. Νομίζω ότι στον βαθμό που μπορεί κανείς να έχει το δικαίωμα της επιλογής, βέβαια, γιατί αυτό είναι ένα ζήτημα, αλλά είναι πολύ σημαντικό να μπορεί να μεταφράζει πράγματα με τα οποία αισθάνεται ήδη μια συνάφεια. Ότι κάτι του έχουν κάνει, που λέμε τρεχόντως. Από ‘κει και πέρα τα προβλήματα είναι, δεν ξέρω, είναι πολύ μεγάλη η γκάμα. Μπορεί να είναι από λεξιλογικά… Έτσι; Κυρίως θα έλεγα ότι θα μπορούσαν να συνοψιστούν στα προβλήματα που έχουν να κάνουν με την κατανόηση του τι λέει ο συγγραφέας. Δεν είναι αυτονόητο αυτό. Είναι λεξιλογικά, είναι γραμματικά, είναι πραγματολογικά, είναι συντακτικά, όλα αυτά είναι πολύ σημαντικά. Υπάρχει ένα δεύτερο επίπεδο, που πρέπει να αντιληφθεί τι εννοεί. Που είναι δύο διαφορετικές μεταξύ τους έννοιες. Είναι άλλο το τι λέει κι ένα άλλο, διαφορετικό επίπεδο το τι εννοεί. Και κάποιες περιπτώσεις, που είναι ακόμα πιο δύσκολες, που πρέπει να μαντέψει ο μεταφραστής τι ενδεχομένως υπαινίσσεται κιόλας κάτω απ’ αυτά τα οποία εννοεί. Αλλά νομίζω ότι είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο επάγγελμα και σαν διαδικασία την ώρα της μεταφραστικής πράξης, αλλά και στα παράπλευρα πράγματα που απαιτεί. Ναι, αυτό που έλεγα πάντα και εξακολουθώ να το πιστεύω είναι ότι ό,τι και να κάνει ένας άνθρωπος, μα ό,τι και να κάνει, όσο αταίριαστο κι αν του φαίνεται, θα έρθει κάποια στιγμή στη ζωή του που θα του φανεί χρήσιμο. Στη μετάφραση θα του φανούν χρήσιμα τα πάντα, τα πιο αταίριαστα μεταξύ τους πράγματα. Αυτό.

Και, υπάρχει κάποιο κείμενο απ’ αυτά που έχετε μεταφράσει που σας δυσκόλεψε περισσότερο ή που χρειάστηκε να χρησιμοποιήσετε όλα αυτά που θεωρούσατε τότε ίσως όχι χρήσιμα;

Να πω πρώτα κάτι άλλο. Ότι οι μεταφραστές είμαστε φρικαλέοι ζήτουλες, οι οποίοι γίνονται τσιμπούρι σε οποιονδήποτε μπορεί να έχει κάποιες γνώσεις τις οποίες δεν έχουν εκείνοι και που προκύπτουν την ώρα της μετάφρασης. Για παράδειγμα, ο αδερφός μου είναι μουσικός, τον έχω στραγγίξει, ας πούμε, σε κάποια πράγματα ειδικά μπαρόκ μουσικής. Ακριβώς γιατί δεν καταλάβαινα ούτε τι έλεγε ο συγγραφέας ούτε και τι εννοούσε. Άρα υπάρχει και μια πλειάδα θυμάτων δεξιά κι αριστερά μας, τα οποία εκμεταλλευόμαστε. Από ‘κει και πέρα, τα πάντα. Δηλαδή, άλλες ξένες γλώσσες, η ζωγραφική, ας πούμε, η ζωγραφική είναι ένα θέμα εμμέσως ή αμέσως που συναρτάται πολύ στενά με τη λογοτεχνία και πάρα πολλές φορές εμφανίζεται, η μουσική… Έτσι κι αλλιώς η δυσκολία η μεταφραστική δεν είναι το να βρεις μια λύση. Γιατί θα την βρεις τη λύση. Είναι το να εντοπίσεις το πρόβλημα. Εάν δεν εντοπίσεις το πρόβλημα, δεν πρόκειται ποτέ και να βρεις λύση. Εκεί είναι που την πατάμε και πολλές φορές οι μεταφραστές. Αλλά, τα πάντα, μαγειρική; Τι να πρωτοθυμηθώ, δεν ξέρω. Τα πάντα, ό,τι και να ‘χει κάνει κανείς, θα έρθει η ώρα που θα το βρει μπροστά του στη μετάφραση.

Τέλεια. Και, περνώντας τώρα στα του επαγγέλματος του μεταφραστή, ποιες πιστεύετε ότι είναι οι σημαντικότερες δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο μεταφραστής στις επαγγελματικές συνθήκες;

Καταρχάς η σχέση του με τον εκδοτικό οίκο και η αμοιβή του, έτσι; Αυτό που λέω πάντα, θα το ξαναπώ, δεν πειράζει, επανάληψις μήτηρ πάσης μαθήσεως, είναι ότι οι μεταφραστές κάνουμε ένα από τα αρχαιότερα επαγγέλματα του κόσμου αλλά και από τα λιγότερο προσοδοφόρα. Η μετάφραση ποτέ δεν ήταν καλά πληρωμένη στην Ελλάδα. Ένας από τους λόγους αντιλαμβάνομαι ότι είναι το πολύ μικρό τιράζ. Ένας άλλος λόγος όμως είναι ότι δεν βλέπω καμία πραγματική και συστηματική, κυρίως, προσπάθεια από πλευράς της πολιτείας για δημιουργία σταθερού και διαρκώς διευρυνόμενου αναγνωστικού κοινού. Και αυτό δεν θα το προσήπτα στους εκδότες – όχι ότι δεν έχουν ευθύνη κάποιοι απ’ αυτούς. Απλώς πιστεύω ότι τα τελευταία χρόνια πια της κρίσης δεν μιλάμε για αμοιβές, μιλάμε για περίπου δωρεάν εργασία. Η οποία εμφανίζεται και ως αμειβόμενη, το οποίο είναι περίπου προσβλητικό πια για οποιονδήποτε άνθρωπο δουλεύει.

Πώς είναι, λοιπόν, η σχέση ενός μεταφραστή με τον εκδοτικό χώρο, με τους εκδότες;

Δεν θα μιλήσω για τη δική μου εμπειρία, γιατί εγώ λόγω του Δον Κιχώτη έχω βρεθεί εκτός αγοράς δώδεκα χρόνια περίπου, άρα, θέλω να πω, δεν ξέρω πολύ καλά τι συμβαίνει αυτό το διάστημα. Το προηγούμενο που θυμάμαι, υπάρχουνε, λίγοι έχουν απομείνει, εκδότες οι οποίοι πραγματικά σέβονται τον μεταφραστή, σέβονται τη γλώσσα, σέβονται το δικό τους το επάγγελμα σε σχέση με τα βιβλία τα οποία βγάζουνε. Και, θέλω να ελπίζω, θέλω να ελπίζω ότι αυτοί τουλάχιστον σέβονται και το ίδιο το επάγγελμα, τις αμοιβές τις οποίες δίνουν. Ακούω ότι διάφοροι άλλοι εκδοτικοί οίκοι από δεν πληρώνουνε καθόλου έως πληρώνουνε πραγματικά αμοιβές τις οποίες θεωρώ προσβλητικές για οποιονδήποτε άνθρωπο, όχι ειδικά για τους μεταφραστές, αλλά προσβλητικές αμοιβές για ανθρώπους οι οποίοι εργάζονται.

Κι όσον αφορά τη σχέση με τους επιμελητές, θεωρείτε την επιμέλεια απαραίτητη;

Εγώ, ναι. Όχι αναγκαστικά επειδή… και συνήθως δεν έχω, ξέρω ‘γω, λάθη, παρανοήσεις, κλπ. Τη θεωρώ απαραίτητη με την έννοια ότι συνηθέστατα, τουλάχιστον στην περίπτωσή μου, ο επιμελητής είναι ο πρώτος άνθρωπος που θα δει το δικό μου κείμενο –που δεν είμαι πια εγώ–, άρα είναι το δεύτερο μάτι, το οποίο θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ χρήσιμο, γιατί βλέπει αυτά που ακόμα είναι πολύ κοντά στα δικά μου μεταφραστικά μάτια ώστε να μπορέσω να τα δω. Γενικά, η δική μου συνεργασία με τους επιμελητές ήτανε πάντα εξαιρετική, θα αναφέρω για άλλη μια φορά με αποκορύφωμα την επιμελήτρια του Δον Κιχώτη, η οποία είχε να αντιμετωπίσει κι ένα πάρα πολύ αταξινόμητο και δύσκολο κείμενο. Ήτανε μια ευτυχής συνεργασία, πραγματικά. Αλλά, εγώ τουλάχιστον, ναι. Συν το ότι –να προσθέσω και κάτι άλλο– εγώ είμαι επίσης αρκετά –πώς να το πω;–, δεν ακολουθώ ακριβώς τους τρέχοντες γραμματικούς κανόνες, θέλω οπωσδήποτε τα ν, άρα εκεί πέρα έχουμε και διάφορες –πώς το λένε;– διαπραγματεύσεις, να το πω έτσι, και επίσης δεν ακολουθώ κανόνες της στίξης. Η στίξη την οποία ακολουθώ είναι αυτή την οποία θεωρώ ότι μου υπαγορεύει ο ρυθμός του κειμένου. Άρα, καλό είναι να υπάρχει, παρ’ όλα αυτά, κι ένας επιμελητής, να μπορεί κανείς να συνεργαστεί μαζί του και εν πάση περιπτώσει να ακολουθήσει και κάποιες νόρμες τις οποίες εγώ δεν ακολουθώ, απ’ ό,τι φαίνεται.

Κλείνοντας, εσείς πώς φαντάζεστε το μέλλον του μεταφραστικού επαγγέλματος ιδιαίτερα στον ελληνικό χώρο τα επόμενα χρόνια;

Ωχ! Μου βάζετε δύσκολα. Μου βάζετε δύσκολα.

Είστε αισιόδοξη;

Αισιόδοξη δεν είμαι για τίποτα που αφορά αυτή τη χώρα. Άρα θα ήτανε μια εξαίρεση ξαφνικά να θεωρήσω ότι παρ’ όλα αυτά είμαι αισιόδοξη για τους μεταφραστές. Να πω, κρίνοντας από τον εαυτό μου, δεν ξέρω γενικά τι γίνεται στον χώρο, να πω ότι σε ό,τι μ’ αφορά μου επιρρίπτω αρκετές ευθύνες ατομικά στο γεγονός ότι είμαι κι εγώ ένας από τους ανθρώπους που δεν έχει καταφέρει μέχρι τώρα να συνεργαστεί με κάποιους άλλους και να γίνει ένα ευρύ, ας το πω, εκπροσωπευτικό όργανο που πραγματικά να μπορεί να θέτει κάποια ζητήματα, να ανταλλάσσει και απόψεις, να μπορεί να συζητήσει με τους εκδότες, οτιδήποτε. Θέλω να πω, είναι ένα θέμα το ότι είμαστε εξαιρετικά διασπασμένοι έως μονήρεις. Κι αυτό είναι μια ευθύνη που είναι δική μας. Βάζω κατ’ εξοχήν τον εαυτό μου μέσα. Από ‘κει και πέρα, αυτό που με κάνει αισιόδοξη είναι ότι σε μεγάλο βαθμό βελτιώνεται σαφώς η ποιότητα των μεταφράσεων. Αν και ποτέ δεν μπορούμε να ξέρουμε μια μετάφραση υπό ποιες συνθήκες πίεσης γίνεται. Γιατί φαίνεται ότι οι χρόνοι έχουν αρχίσει να γίνονται ασφυκτικοί πια στις παραδόσεις και η μετάφραση, και ειδικά της λογοτεχνίας, θεωρώ ότι είναι ένα επάγγελμα που αντιστρατεύεται τον χρόνο. Είμαι αισιόδοξη για την ποιότητα των μεταφραστών και για την ποιότητα των μεταφράσεών τους. Αλλά νομίζω ότι η αισιοδοξία μου, όσο μπορώ να δω, σταματάει εκεί.

Και, θα θέλαμε να κλείσουμε με μια συμβουλή. Τη συμβουλή που θα δίνατε σε μια φοιτήτρια ή έναν φοιτητή που θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μετάφραση.

Να σταθμίσει πάρα πολύ καλά, πρώτα και μέσα του, πόσο θέλει να κάνει αυτό το πράγμα. Και να ξέρει ότι αυτή του η επιθυμία θα έχει το τίμημα που έχει κάθε επιθυμία, ειδικά σε ένα δύσκολο πράγμα όπως είναι η μετάφραση, και θα έχει την ικανοποίηση ότι κάνει κάτι που το θεωρεί δημιουργικό ή έστω αναδημιουργικό, αλλά που θα του δίνει αυτή την ικανοποίηση. Σε μια παλάντζα πρέπει να ‘ρθουν τα πράγματα. Αυτό θα έλεγα. Και να ευχηθώ πάρα πολύ καλή τύχη σε όλους τους νέους μεταφραστές.

Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ. Να είστε καλά.

Εγώ ευχαριστώ πάρα πολύ. Να είστε καλά και καλή συνέχεια σε όλα.

Βιογραφικό

Η Μελίνα Παναγιωτίδου γεννήθηκε το 1958 στην Αθήνα. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ασχολείται συστηματικά με τη λογοτεχνική μετάφραση από το 2000. Έχει συνεργαστεί με τα περιοδικά Μετάφραση, Νέα Εστία, Χάρτης και Εκκύκλημα, με την EΡA-2, με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στη μετάφραση του τρίτομου Γραφή και Aνάγνωση και με το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το Mακεδονικό Mουσείο Mοντέρνας Tέχνης στη μετάφραση κειμένων για καταλόγους εκθέσεων. Επίσης έχει μεταφράσει βοηθήματα για τη διδασκαλία και την εκμάθηση του γραπτού λόγου σε παιδιά ηλικίας τριών έως οκτώ ετών. Το 2010 έλαβε το Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης Ισπανόφωνης Λογοτεχνίας του ΕΚΕΜΕΛ για τη μετάφραση του έργου Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα του Miguel de Cervantes (εκδ. Εστία).

Επιλεγμένες μεταφράσεις

Carpentier, Alejo (2000/2019). Κοντσέρτο μπαρόκ [Concierto Barroco]. Αθήνα: Εξάντας.

Estévez, Abilio (2000). Ότι σου έστιν η βασιλεία [Tuyo es el reino]. Αθήνα: Κέδρος.

Galeano, Eduardo (2001). Το βιβλίο των εναγκαλισμών [El libro de los abrazos]. Αθήνα: Κέδρος.

Somoza, José Carlos (2001). Το σπήλαιο των ιδεών [La caverna de las ideas]. Αθήνα: Κέδρος.

Castillo, Abelardo (2002). Ο διψασμένος [El que tiene sed] Αθήνα: Εξάντας.

Giardinelli, Mempo (2003). Ο δέκατος κύκλος της κόλασης [El décimo infierno]. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Marsé, Juan (2003). Η ουρά της σαύρα [Rabos de lagartija]. Αθήνα: Bell/Χαρλένικ Ελλάς.

Martín Garzo, Gustavo (2003). Η γλώσσα των πηγών [El lenguaje de las fuentes]. Αθήνα: Εξάντας.

Semprun, Jorge (2005). Είκοσι χρόνια και μια μέρα [Veinte aňos y un dia]. Αθήνα: Εξάντας.

Cervantes Saavedra, Miguel de (2009/2018). Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα [Don Quijote de la Mancha]. Αθήνα: Εστία.

Βραβεία

Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης Ισπανόφωνης Λογοτεχνίας του ΕΚΕΜΕΛ 2010

Συνέντευξη: Φωτεινή Πατεινάρη και Λίντα Χύτη
Ημερομηνία και τόπος: Μάιος 2019, Θεσσαλονίκη
Παραπομπή: Βηδενμάιερ, Ανθή, Λάμπρου, Δέσποινα και Πατεινάρη, Φωτεινή (2021). «Συνέντευξη με τη Μελίνα Παναγιωτίδου», Πορτρέτα μεταφραστριών και μεταφραστών. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Κατηγορία: μεταφράστρια/μεταφραστής, μετάφραση πεζογραφίας, ισπανικά–ελληνικά