Μενού Κλείσιμο

Μαρία Παπαδήμα

Απομαγνητοφώνηση

Ευχαριστούμε πάρα πολύ που ήρθατε και για τον χρόνο σας, είναι χαρά μας.

Κι εγώ χαίρομαι που σας βλέπω και σας βλέπω με διάθεση να κάνετε πράγματα.

Ναι. Πρώτη ερώτηση είναι: ήταν όνειρο ζωής σας να ασχοληθείτε με τη μετάφραση;

Να πω ότι ήταν όνειρο ζωής… δεν ξεκίνησα, ας πούμε, στην εφηβεία μου ή στα πρώτα μου νιάτα να σκέφτομαι ότι θα γίνω μεταφράστρια. Σκεφτόμουν άλλα πράγματα, παραπλήσια λίγο, δημοσιογράφος, κριτικός, βέβαια πέρασα και απ’ την ιατρική ένα φεγγάρι. Θέλω να πω, δεν το σκέφτηκα τότε, το σκέφτηκα αφού τέλειωσα και το διδακτορικό μου, γύρω στα 30 μου πια. Δηλαδή εκεί ξανά με τσίμπησε κάτι, ας πούμε και στράφηκα προς τη μετάφραση, αλλά ήτανε οριστική η στροφή μου, εκεί.

Τι εικόνα είχατε για τη μετάφραση προτού ασχοληθείτε επαγγελματικά με αυτήν κι αφού γίνατε μια επαγγελματίας μεταφράστρια;

Νομίζω ότι, όπως οι περισσότεροι, –εγώ διάβαζα πολύ στην εφηβεία μου– και νομίζω ότι, όπως οι περισσότεροι εκείνη την εποχή, δεν πρόσεχα τον μεταφραστή, δηλαδή δεν πρόσεχα ποιος είχε μεταφράσει το ξένο βιβλίο που διάβαζα, οπότε δεν είχα εικόνα πραγματικά ούτε για τον μεταφραστή ούτε είχα σκεφτεί γύρω από τη μετάφραση. Ας πούμε, ήμουνα φανατική αναγνώστρια του Ιούλιου Βερν στα 13 μου, 14. Κάποια στιγμή αργότερα έκανα μια δουλειά πάνω στις μεταφράσεις του Ιούλιου Βερν, πολύ αργότερα πια, στο πανεπιστήμιο, και είδα ότι ήτανε σχεδόν ακαταλαβίστικες αυτές οι μεταφράσεις κι αναρωτιόμουνα τελικά τι διάβαζα όταν διάβαζα, έτσι; Δηλαδή, θέλω να πω, δεν ήταν κάτι που με είχε απασχολήσει. Όπως πιστεύω ίσως τώρα οι άνθρωποι αρχίζουν και ευαισθητοποιούνται, τα τελευταία χρόνια, γύρω από τη μετάφραση και ποιος την κάνει, ποιος είναι αυτός και τα λοιπά.

Πάνω σ’ αυτό, υπάρχει κάποιος μεταφραστής που θαυμάζετε; Ή που τον έχετε ως πρότυπο;

Ναι, που θαυμάζω, που τον εκτιμώ πάρα πολύ, που νομίζω ότι κάνει εξαιρετική δουλειά –όχι νομίζω, κάνει– είναι ο Αχιλλέας ο Κυριακίδης. Υπάρχουν κι άλλοι, δεν είναι ο μόνος, είναι και η Άννα η Παπασταύρου… Με βρίσκει απροετοίμαστη λίγο η ερώτηση. Υπάρχουν σίγουρα κι άλλοι άνθρωποι, αν το σκεφτώ, αν μου αφήσετε χρόνο, θα σας πω και άλλους. Αλλά, ας πούμε, ο Αχιλλέας ο Κυριακίδης επειδή έχουμε κάνει και κάποιους συγγραφείς, έχει κάνει κι αυτός κι εγώ, ξέρω καλά τη δουλειά του.

Πώς νιώθετε όταν μεταφράζετε ένα έργο;

Τώρα πια είναι στην ουσία το πιο ωραίο κομμάτι της ζωής μου. Θέλω να πω ότι παρότι δεν είμαι αποκλειστικά μεταφράστρια, όπως θα ξέρετε, διδάσκω στο πανεπιστήμιο και δεν είναι… δηλαδή, υπάρχουν μεταφραστές οι οποίοι κάνουν μόνο αυτό, ας πούμε η Έφη η Κορομηλά, για παράδειγμα, ζει από τη μετάφραση, η Άννα η Παπασταύρου, επίσης. Μεταφράζουν αποκλειστικά. Για μένα, λοιπόν, δεν είναι ένας βιοποριστικός χρόνος, είναι ένας χρόνος πραγματικά πολυτέλειας. Είναι ο χρόνος που μου ανήκει ουσιαστικά και που μου είναι πάρα πολύ ευχάριστος, γιατί κάνω αυτό που αγαπάω πιο πολύ. 

Και τι σας προσφέρει η μετάφραση;

Το κύριο είναι η δημιουργία, έτσι; Δηλαδή έχω πει επανειλημμένως ότι για μένα η μετάφραση είναι γραφή εκ του ασφαλούς. Στα νεανικά μου χρόνια είχα κάνει μια συλλογή, είχα γράψει και εκδώσει μια συλλογή με ποιήματα. Στη συνέχεια αποφάσισα ότι δεν θα ξαναεκδώσω τίποτα, έγραφα πού και πού, οπότε η μετάφραση ήρθε, νομίζω, σε μένα τουλάχιστον, να καλύψει αυτό το κομμάτι της δημιουργίας. Βέβαια, με ξένα κόλλυβα, έτσι; Θέλω να πω ότι ο συγγραφέας είναι αυτός που έχει κάνει το έργο, είναι αυτός ο οποίος είχε την έμπνευση να γράψει το βιβλίο, το μυθιστόρημα ή το ποίημα και ο μεταφραστής έρχεται μετά να ξαναδημιουργήσει κάτι που όμως ήδη υπάρχει, έτσι; Δηλαδή μου προσφέρεται ο καμβάς πάνω στον οποίο κεντάω. 

Για ποιον λόγο είναι σημαντική για εσάς η μετάφραση; Ποια είναι τα κίνητρά σας όταν μεταφράζετε κάτι;

Νομίζω ότι είναι περισσότερο προσωπικά παρά συλλογικά. Δηλαδή, σίγουρα, κάπου σκέφτομαι και τον αναγνώστη ότι τι ωραία που –ξέρω ‘γω– θα διαβάσει τον Πεσσόα [Pessoa] στα ελληνικά ή τον Μασάντο ντε Ασσίς [Machado de Assis] στα ελληνικά, αλλά κυρίως είναι η δική μου αναμέτρηση με το κείμενο, με τις δυσκολίες του κειμένου, είναι σαν να ξεπερνάς διαρκώς τον εαυτό σου μέσα από τις δυσκολίες που βρίσκεις, που είναι κάθε είδους. Επίσης πρέπει να είσαι –τουλάχιστον πρέπει– σε διαρκή εγρήγορση, δηλαδή πάντα μπορείς να πατήσεις την πεπονόφλουδα, πάντα μπορείς και να κάνεις βλακεία, ακόμα και μετά από 30 χρόνια δουλειάς, οπότε είναι μια κατάσταση ευχαρίστησης, πάθους και ταυτόχρονα πνευματικής εγρήγορσης και ετοιμότητας, πρέπει να είσαι έτοιμος για όλα διαρκώς. Δηλαδή είναι μια κατάσταση, λίγο αδρεναλίνης.

Έχετε κάποια άλλη απασχόληση εκτός της μετάφρασης; Ήδη ξέρουμε ότι είστε  διδάκτορας.

Ναι. Είμαι καθηγήτρια στο Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας και εδώ και τρία χρόνια είμαι πρόεδρος του Τμήματος, οπότε καταλαβαίνετε ότι ο χρόνος μου, της μετάφρασης, γι’ αυτό σας λέω ότι είναι ο πιο –για μένα– πολύτιμος, ευχάριστος, ωραίος χρόνος σε σχέση… Μου αρέσει πολύ η διδασκαλία, έτσι; Προσοχή, δεν θα έλεγα ότι είναι ένα κομμάτι που μου είναι βαρετό καθόλου και νομίζω ότι δεν θα μπορούσα ίσως να είμαι μόνο μεταφράστρια. Δηλαδή το να συνδυάζει κανείς τη διδασκαλία της μετάφρασης με τη μετάφραση για μένα είναι η ιδανική ισορροπία.

Ανήκετε σε κάποια επαγγελματική ένωση μεταφραστών;

Δεν ανήκω, γιατί έχω καταλάβει ότι δεν μπορώ να ανήκω. Θέλω να πω, ότι εγώ δεν έχω μπλοκάκι, γιατί είμαι στο πανεπιστήμιο, δεν κάνω πολλές μεταφράσεις, κάνω ένα βιβλίο, δύο βιβλία τον χρόνο το πολύ, και νομίζω ότι είναι αυτό ένα στοιχείο που δεν επιτρέπει στον μη –τέλος πάντων– επαγγελματία μεταφραστή να ανήκει σε οργάνωση συνδικαλιστική, επαγγελματική.

Όσον αφορά τις απολαβές, είστε ικανοποιημένη;

Δεν νομίζω ότι θα βρείτε μεταφραστή που θα σας πει ότι είναι ικανοποιημένος, έτσι; Ειδικά – εγώ έχω και μέτρο σύγκρισης πολύ μεγάλο, με τη έννοια ότι δούλεψα σχεδόν δέκα χρόνια, ήμουνα μεταφράστρια στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Θέλω να πω ότι είχα δώσει εξετάσεις, είχα περάσει και ήμουνα υπάλληλος για σχεδόν δέκα χρόνια, όπου παραιτήθηκα μετά για να έρθω στο πανεπιστήμιο. Οπότε, αν συγκρίνω τον μισθό των μεταφραστών εκεί και τις απολαβές ενός μεταφραστή στην Ελλάδα πια, είτε είναι τεχνική η μετάφραση –από ό,τι ακούω, έτσι;– είτε είναι λογοτεχνική, υπάρχει χάσμα τεράστιο. Νομίζω ότι είναι από τις πιο-πιο κακοπληρωμένες δουλειές που υπάρχουν. Και ειδικά για τους νέους ανθρώπους. Θέλω να πω ότι εγώ με τις γλώσσες που ξέρω, π.χ. τα πορτογαλικά, και με την, δεν θα έλεγα εξειδίκευση, αλλά, ας πούμε, ας το πούμε εξειδίκευση ή όνομα ή ό,τι θέλετε, μπορώ να κρατήσω σε ένα επίπεδο τις αμοιβές μου. Ξέρω ότι οι νέοι άνθρωποι, είναι πάρα πολύ χαμηλές οι τιμές που τους προτείνουν οι εκδότες.

Είστε αισιόδοξη για το μέλλον της μετάφρασης στην Ελλάδα;

Είμαι από φύση μου αισιόδοξη, οπότε θα είμαι αισιόδοξη και για αυτό, αλλά θέλω να πω ότι… Ναι, υπάρχει ένα κομμάτι αισιοδοξίας με την έννοια ότι το επάγγελμα του μεταφραστή αναγνωρίζεται, υπάρχουν σπουδές μετάφρασης, δίνεται σημασία στο να υπάρχει το όνομά τους, στο να αναφέρεται το όνομά τους. Αυτό που με κάνει να είμαι ακόμα επιφυλακτική είναι το γεγονός των κακών αμοιβών που πραγματικά, δηλαδή, ένας άνθρωπος ικανός ο οποίος αξίζει να πληρώνεται καλά γιατί να μεταφράζει όταν οι τιμές είναι τόσο χαμηλές; Θα πάει να κάνει κάτι άλλο. Ε, και το ότι οι εκδότες συνεχίζουν με τη λογική του «πληρώνω λίγο, μετά κάνω μια επιμέλεια και δεν πειράζει μια χαρά είναι έτσι, έχω κερδίσει οικονομικά, γιατί πλήρωσα λίγο τη μετάφραση». Δηλαδή αυτά είναι δύο στοιχεία που με κάνουν να μην αισιοδοξώ πολύ. 

Μεταφράζετε από τα πορτογαλικά και τα γαλλικά; 

Και τα ισπανικά.

Και τα ισπανικά. Τι σχέση έχετε μ’ αυτές τις γλώσσες;

Τα γαλλικά είναι η γλώσσα που ξέρω περισσότερο από τις τρεις. Θέλω να πω, έζησα σχεδόν 20 χρόνια στη Γαλλία και στο Βέλγιο. Τα ισπανικά τα έμαθα ως μια δεύτερη γλώσσα, γιατί ήτανε και του συρμού τη δεκαετία του ‘80-’90. Και πήγα στα πορτογαλικά στην αρχή μόνο και μόνο γιατί ήθελα να μεταφράσω τον Πεσσόα στα ελληνικά, δηλαδή έτσι ξεκίνησα να μάθω πορτογαλικά. Ωστόσο, είναι γλώσσες που – τουλάχιστον τα πορτογαλικά πια τα ξέρω εξίσου καλά θα έλεγα, ίσως λιγότερο στο να μιλάω, γιατί τα γαλλικά, εντάξει, άμα έχει ζήσει κανείς 20 χρόνια, δεν είναι, είναι μια σχεδόν μητρική γλώσσα, αλλά στα πορτογαλικά έχω μια πιο βαθιά γνώση μέσα από τη λογοτεχνία περισσότερο.

Τι σχέση έχετε με τους συγγραφείς που μεταφράζετε; Ήδη αναφέρατε τον Πεσσόα.

Τι σχέση έχω; Έχω μεταφράσει και εν ζωή συγγραφείς και παλιότερους συγγραφείς. Με τον Πεσσόα, ας πούμε, που είναι ο συγγραφέας που έχω ασχοληθεί, που ασχολούμαι σχεδόν από το 2000, κοντεύουν 20 χρόνια πια, είναι ένας συγγραφέας που ξέρω πολύ καλά όλο του το έργο, τι έχει γραφτεί γύρω από αυτό, τον αισθάνομαι εξαιρετικά οικείο και, δεν θα έλεγα δικό μου –γιατί ξέρετε οι μεταφραστές με τους συγγραφείς αποκτούν και τέτοιου είδους σχέσεις και αισθάνονται και περίεργα όταν κάποιος άλλος μεταφράζει τον συγγραφέα με τον οποίο ασχολούνται–, αλλά θα έλεγα ότι αυτός είναι ο συγγραφέας που γνωρίζω περισσότερο. Με τους άλλους συγγραφείς ήτανε πιο αποσπασματικές οι σχέσεις μου, θέλω να πω, μετέφρασα ένα, δύο βιβλία, δεν… Σχέσεις είχα με συγγραφείς, ναι, που ζούσαν, με τον Πιερ Μερτένς [Pierre Mertens], ας πούμε, ή τον Ζαν-Νοέλ Σκιφανό [Jean-Noël Schifano], μ’ αυτούς είχα έρθει σε επαφή για να τους ζητήσω θέματα που με απασχόλησαν στα βιβλία τους. Αλλά, ας πούμε, είχα και την επαφή με τον Σεμπρούν [Semprún], τον οποίο έχω μεταφράσει επίσης, ο οποίος μου είπε «Εγώ δεν θέλω να ξέρω τίποτα, ποιος είναι αυτός που με μεταφράζει», γιατί ο ίδιος έγραφε, ξέρετε, γαλλικά ενώ ήταν Ισπανός και τον ρώτησα το αυτονόητο, πώς αισθάνεται όταν βλέπει τις μεταφράσεις του στα ισπανικά, γιατί, σε αντίθεση με τον Αλεξάκη, τις μεταφράσεις του τις κάναν διάφοροι Ισπανοί μεταφραστές και μου είπε «Δεν θέλω να ξέρω, αποκλείεται να είναι αυτό που ήθελα να πω, αποκλείεται να είναι τόσο καλά όσο τα έγραφα». Οπότε δεν προχώρησε πολύ περισσότερο η συζήτηση. 

Πολύ ωραία. Ποιο είδος λογοτεχνίας σάς κεντρίζει περισσότερο το ενδιαφέρον;

Όσο πιο πολύ περνάν τα χρόνια τόσο πιο πολύ ενδιαφέρομαι για την κλασική λογοτεχνία και για τα έργα που δεν έχουν μεταφραστεί από την κλασική λογοτεχνία. 

Όσον αφορά την ποιότητα της μετάφρασης, πώς πιστεύετε ότι μπορεί να βελτιωθεί;

Να βελτιωθεί. Από τον μεταφραστή ή από το σύνολο της…;

Και από τα δύο. Ναι, από τον μεταφραστή. 

Ε, θα έλεγα μπορεί να βελτιωθεί καταρχήν αν ο εκδότης ξέρει πού δίνει την κάθε μετάφραση κι αν ο μεταφραστής αντίστοιχα πει ότι «εγώ αυτό μπορώ να το κάνω» ή «δεν μπορώ να το κάνω» και δεν τα αντιμετωπίζει όλα με τον ίδιο τρόπο. Ας πούμε, αν εμένα μου έλεγαν να μεταφράσω σήμερα –τι να σας πω;– βραζιλιάνικη λογοτεχνία σύγχρονη με πολλή αργκό, δεν θα το έκανα, γιατί δεν ξέρω τη βραζιλιάνικη αργκό. Θα μπορούσα να το κάνω, να καταλάβω, αλλά σίγουρα δεν θα ήταν ο καλύτερος τρόπος. Ένα, λοιπόν, είναι ο εκδότης και ο μεταφραστής να είναι ειλικρινείς ως προς τις δυνατότητές τους, ο μεταφραστής τις δικές του και ο εκδότης ότι γιατί πηγαίνει σε αυτόν τον μεταφραστή και όχι στον άλλον. Δηλαδή δεν πάει γιατί είναι διαθέσιμος, δεν πάει γιατί είναι φτηνός, δεν πάει γιατί αυτός βρέθηκε μπροστά του και, ωραία, αυτόν βρήκαμε ή αυτόν μου είπε ο φίλος μου ή αυτόν που σύστησαν. Δηλαδή αν ήδη ξεκινούσε με τον κατάλληλο άνθρωπο, η μετάφραση θα ήταν σίγουρα εξαρχής καλύτερη. Μετά, –με αυτό ασχολούμαι τώρα ερευνητικά– με ενδιαφέρουν πάρα πολύ οι σχέσεις των μεταφραστών με τους επιμελητές. Νομίζω ότι και εκεί υπάρχει πολλή δουλειά. Εννοώ, οι εκδότες τι ακριβώς εννοούν με την επιμέλεια; Ακούω από πολλούς συναδέλφους ότι δεν υπάρχει συνεργασία του μεταφραστή με τον επιμελητή, δηλαδή είτε τους διορθώνουνε, παίρνουν το βιβλίο το διορθώνουνε και το βλέπουν να εκδίδεται χωρίς να έχει συζητηθεί το οτιδήποτε, γιατί πιστεύω ότι ο επιμελητής μπορεί να παίξει έναν καθοριστικό ρόλο, είναι ένας πάρα πολύ καλός, θεωρητικά αν είναι ένας καλός επιμελητής…

Είναι απαραίτητος.

Μμ..;

Είναι απαραίτητος.

Θεωρώ ότι είναι απαραίτητος κι επίσης είναι ο πρώτος εξωτερικός αναγνώστης της μετάφρασης που μπορεί να δει τα πράγματα που δεν στέκουν, δεν παν καλά, κάτι που έχει ξεφύγει. Δηλαδή, αυτά τα δύο είναι στοιχεία που θα μπορούσαν να βοηθήσουν ώστε οι μεταφράσεις να είναι καλύτερες.

Ποιες πιστεύετε ότι είναι οι δυσκολίες της μετάφρασης;

Οι γνωστές, θέλω να πω, γλωσσικές, πραγματολογικές, υφολογικές. Κάθε φορά που λέω «αυτό το βιβλίο, δεν είναι τόσο δύσκολο» ή κάθε φορά που λέω «α, αυτό το βιβλίο εύκολο» διαψεύδομαι πάντα, ξέρετε. Δηλαδή και το πιο εύκολο βιβλίο μπορεί –εξωτερικά το πιο εύκολο– όταν το διαβάζει κανείς ως αναγνώστης, όταν πάει να το μεταφράσει μπορεί να είναι εξαιρετικά δύσκολη η μετάφρασή του. Δηλαδή πιστεύω, ας πούμε, ότι η Ντυράς [Duras] που έχει έναν λόγο πολύ απλό, πολύ μικροπερίοδο, είναι εξαιρετικά δύσκολη να μεταφραστεί στα ελληνικά, κάτι δεν βγαίνει από όλο αυτό το τόσο λιτό και ξερό, στεγνό ύφος. Οπότε, δηλαδή, είναι πάντα όλες αυτές οι δυσκολίες και το ύφος του συγγραφέα, βεβαίως, και τα πραγματολογικά στοιχεία, και τα γλωσσικά, φαντάζομαι το ίδιο το λεξιλόγιο μπορεί να το λύσει κανείς σχετικά πιο εύκολα μάλλον. Αρκεί να το υποψιάζεται και να μην κάνει λάθη χωρίς να τα παίρνει είδηση.

Έχετε να μας δώσετε κάποιο παράδειγμα κάποιας περίπτωσης μετάφρασης που σας δυσκόλεψε εξαιρετικά; Κάποια λέξη ίσως ή κάποιο στοιχείο γενικότερα;

Ναι! Ας πούμε, στην τελευταία μου μετάφραση που είναι τα τρία μυθιστορήματα του Βραζιλιάνου Μασάντο ντε Ασσίς, είναι μυθιστορήματα του 19ου αιώνα, κι είναι μια εποχή με στοιχεία πολιτισμικά τα οποία δεν έχουνε αντιστοιχία στην Ελλάδα. Υπήρχαν, λοιπόν, λέξεις οι οποίες ήξερα τι σημαίνουν, αλλά τι να τις κάνω; Δηλαδή, –ξέρω ‘γω;– η λέξη «moleque». «Moleque» είναι ένας νεαρός, μαύρος που είναι σκλάβος, γιατί μιλάμε για 19ο αιώνα. Τι να τον πεις; Αν τον πεις σκλάβο, αν τον πεις μαύρο, είναι το αντίστοιχο boy το αγγλικό.

Ναι.

Αυτό χάθηκε. Δηλαδή δεν μπόρεσα να το κάνω κάτι. Δηλαδή εκεί έχεις την επίγνωση αυτού. Άλλο θέμα που είχα εκεί ήταν οι προσφωνήσεις. Δηλαδή, είχε «σενιόρ» και μετά είχε «σινιό» και «νιονιό» και διάφορα υποκοριστικά παραφθαρμένα και λοιπά. Εκεί παρότι δέχτηκα μια σχετική, ας πούμε, όχι τόσο πίεση, όσο άποψη του εκδότη ότι «κάντα αφεντούλη, αφεντάκο», ξέρω εγώ, «κυριούλη». Είπα, όχι, δεν θα τα κάνω, θα βάλω στην αρχή κάποια μεταφραστικά παρεπόμενα και θα εξηγώ τι έκανα, πώς και τα άφησα, έκανα μεταγραφή φωνητική και τα άφησα «σινιό», «νιονιό», και λοιπά. Δηλαδή αυτές ήταν δυσκολίες που ήτανε πρόσφατες.

Πώς αντιμετωπίζετε την κριτική απέναντι στο έργο σας;

Δεν έχει γίνει, αν θέλετε, πάντα έχω πολύ καλές κριτικές. Αυτό όμως, γενικότερα μπορώ να πω ότι κριτική στη μετάφραση δεν μπορεί να γίνει. Δηλαδή ό,τι και να λένε, «εξαιρετική μετάφραση», «εξαίρετη μεταφράστρια», ναι, χαίρομαι όταν τα διαβάζω για τα βιβλία μου, αλλά πιστεύω ότι κανείς δεν είναι σε θέση αυτό να το υπογράψει ουσιαστικά. Δηλαδή θα έπρεπε να ξέρει πορτογαλικά, να κάτσει να διαβάσει και να κάνει αντιπαραβολή του πορτογαλικού κειμένου και του ελληνικού, δηλαδή η κριτική της μετάφρασης σε ποια βάση να γίνει; Στο ότι ρέει το κείμενο στα ελληνικά; Είναι καλό, δηλαδή είναι σωστά, καλά ελληνικά; Μπορεί να είναι σωστά, καλά ελληνικά και να λένε το εντελώς αντίθετο από αυτό που λέει το κείμενο. Δηλαδή, αν δεν ξέρει κανείς ποια ήταν τα διλήμματα κάθε φορά του μεταφραστή και πώς τα έλυσε, δεν νομίζω ότι μπορεί να ‘ναι ουσιαστική η κριτική. Πάρα μόνο να περιορίζεται στο ότι αυτό το βιβλίο διαβάζεται, δεν έχει στα ελληνικά, ας πούμε, πράγματα που χτυπάνε, αδεξιότητες και λοιπά.

Θεωρείτε ότι εφαρμόζεται ο νόμος σχετικά με τα πνευματικά δικαιώματα των μεταφράσεων;

Ε, όχι. Θεωρώ δεν εφαρμόζεται. Θεωρώ ότι ο μεταφραστής παλεύει κάθε φορά για να μπει στο συμβόλαιό του, γιατί υποτίθεται ότι η αμοιβή του είναι μια προκαταβολή γι’ αυτό που είναι τα πνευματικά του δικαιώματα και ότι θα έπρεπε κάθε χρόνο να γίνεται εκκαθάριση, να δούμε τι έχει πουληθεί, τι δεν έχει πουληθεί και να ξαναπληρωθεί εφόσον τα βιβλία του…, εφόσον με βάση τον νόμο δικαιούται ένα ποσοστό. Αυτό δεν νομίζω ότι τηρείται σχεδόν από κανέναν, εγώ το απαιτώ από τους εκδότες μου, αλλά είναι κάθε φορά, εκτός από ελάχιστους, πάρα πολύ ελάχιστους, που είναι ένας, όλοι οι άλλοι, κανείς δεν θα σας πάρει ποτέ  τηλέφωνο να σας πει «ξέρετε, σας χρωστάμε 500 ευρώ, 100 ευρώ, 50», δεν υπάρχει περίπτωση. Δηλαδή μπορεί να υπάρχουν, ένας, δύο εκδότες που όντως το κάνουν, όλοι οι άλλοι το ξεχνάνε και αναγκάζεσαι… Δηλαδή αυτή η λογική του μεταφραστή του, όσο και γνωστού, όσο και καλού, όσο και σπουδαίου, το να πρέπει να γίνεται ζητιάνος κάθε φορά που πρέπει να ζητήσει αυτό που του… την  αμοιβή του, γιατί αυτό είναι μέρος της αμοιβής του.

Επηρεάζεστε από κάποιον κατά την επιλογή του τίτλου; Εντέλει ποιος αποφασίζει;

Στα δικά μου έχω αποφασίσει πάντα εγώ, αλλά δεν θα αρνιόμουν να δεχτώ μια κάποια άποψη, υπάρχουν τίτλοι που όντως δεν μπορούν να μεταφραστούν. Θέλω να πω, εγώ δεν έτυχε να αντιμετωπίσω κάτι τέτοιο. Τα βιβλία που έχω μεταφράσει μέχρι τώρα… Α, ναι, μόνο ένα, μόνο ένα, ένα που ήταν από τα πορτογαλικά που λεγότανε Os meus sentimentos, που το ακούτε σαν «τα συναισθήματά μου», ωστόσο στα πορτογαλικά σημαίνει «συλλυπητήρια». Δηλαδή είναι «παρουσιάζω τα συναισθήματά μου», αλλά στην πράξη το «os meus sentimentos» είναι «συλλυπητήρια». Βέβαια υπάρχει μέσα η λέξη «sentimentos» που είναι συναίσθημα, αυτόν τον τίτλο τι τον κάνεις; Να βγάλεις ένα βιβλίο που θα λέγεται «Τα συλλυπητήριά μου»; Θέλω να πω, στα πορτογαλικά λειτουργεί γιατί υπάρχει από μέσα η λέξη που σημαίνει συναίσθημα. Οπότε εκεί αναγκάστηκα να τον αλλάξω τελείως τον τίτλο, δεν έμεινα, δηλαδή, στον αρχικό τίτλο.

Πριν το κλείσιμο, μια τελευταία ερώτηση.

Ναι.

Τι συμβουλή θα δίνατε σε εμάς τους νέους μεταφραστές;

Νομίζω ότι αν η μετάφραση είναι κάτι που σας αρέσει πάρα πολύ, δηλαδή αν την, δεν ξέρω, είτε η τεχνική, είτε η γενική, είτε η λογοτεχνική μετάφραση, είναι ένα επάγγελμα, για μένα –πώς να σας πω;– δεν μετάνιωσα ποτέ που είμαι μεταφράστρια, αλλά χρειάζεται πάρα πολύ πάθος, πάρα πολλή περιέργεια. Δηλαδή ένας μεταφραστής, ναι, υπάρχει σήμερα το ίντερνετ, υπάρχει η εύκολη πρόσβαση στη γνώση, αλλά ένας μεταφραστής γίνεται καλός μόνο όταν διαβάζει πολύ ο ίδιος, όταν έχει γνώσεις κάθε είδους, οπότε είναι ένα πάρα πολύ σύνθετο τελικά επάγγελμα. Θέλω να πω, είναι γλωσσικές ικανότητες, το να γράφετε και να ξέρετε καλά ελληνικά, το να ξέρετε την ξένη γλώσσα, το να έχετε, όμως και πάρα πολλές γνώσεις για όλα τα πράγματα, πέρα από τους συγγραφείς ή τη λογοτεχνία, για πάρα, πάρα, πάρα πολλά πράγματα, δηλαδή θέλει, θέλει πολύ μεράκι σαν επάγγελμα και σίγουρα δεν υπάρχει ανάλογη ανταμοιβή οικονομική γι’ αυτό.

Δυστυχώς, δυστυχώς. Ευχαριστούμε πάρα πολύ.

Να είστε καλά. 

Βιογραφικό

Η Μαρία Παπαδήμα σπούδασε Γαλλική Φιλολογία, Συγκριτική Λογοτεχνία και Μετάφραση στην Αθήνα, το Παρίσι, τις Βρυξέλλες και τη Λισαβόνα. Εργάστηκε επί μια δεκαετία ως μεταφράστρια στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Κύρια πεδία των επιστημονικών της ενασχολήσεων είναι η θεωρία και η πράξη της μετάφρασης, η γαλλόφωνη και η πορτογαλόφωνη λογοτεχνία. Έχει στο ενεργητικό της ένα μεγάλο αριθμό μεταφράσεων σημαντικών έργων από τη γαλλική, την ισπανική και την πορτογαλική γλώσσα. Έχει μεταφράσει, μεταξύ άλλων, έργα των Κώστα Αξελού, Samuel Beckett, Antonio Lobo Antunes, Octavio Paz και μεγάλο μέρος του έργου του Fernando Pessoa. Μελέτες της και κριτικές έχουν δημοσιευθεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ συνεργασίες της έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά Ποίηση και Μετάφραση. Το 2008 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης για τη μετάφραση του έργου Το βιβλίο της ανησυχίας του Fernando Pessoa (εκδ. Εξάντας).

Επιλεγμένες μεταφράσεις

Αξελός, Κώστας (1997). Γράμματα σ’ ένα νέο στοχαστή [Lettres à un jeune penseur]. Αθήνα: Εξάντας.

Paz, Οctavio (1998). Οδοιπορικό [Itinerario]. Αθήνα: Εξάντας.

Semprun, Jorge (2001). Αντίο, φως της νιότης [Adieu, vive clarté…]. Αθήνα: Εξάντας [μτφρ. μαζί με Ρίκα Μπενβενίστε].

Pessoa, Fernando (2004). Το βιβλίο της ανησυχίας. Τόμος Α΄ [Livro do desassossego]. Αθήνα: Εξάντας.

Pessoa, Fernando (2007). Το βιβλίο της ανησυχίας. Τόμος Β΄ [Livro do Desassossego]. Αθήνα: Εξάντας.

Beckett, Samuel (2008). Ο κόσμος και το παντελόνι και Ζωγράφοι του εμποδίου [Le Monde et le pantalon]. Αθήνα: Ύψιλον.

Branco, Camilo Castelo (2011). Ολέθριος έρωτας. Αναμνήσεις μιας οικογένειας [Amor de Perdição]. Αθήνα: Νεφέλη.

Vian, Boris (2013). Ο αφρός των ημερών [L ‘Écume des jours]. Αθήνα: Νεφέλη.

Machado de Assis, Joaquim Maria (2017). Ρεαλιστική τριλογία. Μεταθανάτιες αναμνήσεις του Μπρας Κούμπας. Κίνκας Μπόρμπα. Δον Κασμούρο [Memórias Póstumas de Brás Cubas, Quincas Borba, Dom Casmurro]. Αθήνα: Gutenberg – Γιώργος & Κώστας Δαρδανός.

Lobo Antunes, Antonio (2020). Ώσπου οι πέτρες να γίνουν ελαφρύτερες απ’ το νερό [Até que as pedras se tornem mais leves que a água]. Αθήνα: Πόλις.

Βραβεία

Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης 2008

Συνέντευξη: Σωτήρης Δανδανάς και Αναστασία Μερενίδου
Ημερομηνία και τόπος: Μάιος 2017, Θεσσαλονίκη
Παραπομπή: Βηδενμάιερ, Ανθή, Λάμπρου, Δέσποινα και Πατεινάρη, Φωτεινή (2021). «Συνέντευξη με τη Μαρία Παπαδήμα», Πορτρέτα μεταφραστριών και μεταφραστών. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Κατηγορία: μεταφράστρια/μεταφραστής, μετάφραση πεζογραφίας, μετάφραση ποίησης, διδάσκουσα/διδάσκων μετάφραση, γαλλικά–ελληνικά, ισπανικά–ελληνικά, πορτογαλικά–ελληνικά