Μενού Κλείσιμο

Κλαίτη Σωτηριάδου

Απομαγνητοφώνηση

Καλώς ήρθατε, κυρία Σωτηριάδου. Είναι μεγάλη μας χαρά που σας έχουμε εδώ κοντά μας στα Πορτρέτα των Μεταφραστών.

Καλώς σας βρήκα.

Ας ξεκινήσουμε με την αρχή. Δηλαδή, πώς προέκυψε στη ζωή σας η λογοτεχνική μετάφραση;

Η λογοτεχνική μετάφραση. Λοιπόν, το ’73 σπούδαζα Αγγλική Λογοτεχνία και έτυχε να αρρωστήσω και από τα βιβλία που είχα να διαβάσω είχα το Ariel της Σύλβια Πλαθ [Sylvia Plath]. Ήμουνα και σε χάλια κατάσταση, οπότε διαβάζοντας τα ποιήματά της –να συμπληρώσω ότι έγραφα ποιήματα και είχα ήδη εκδώσει μία ποιητική συλλογή στη Θεσσαλονίκη– διάβασα τα ποιήματά της και ήταν ακριβώς αυτό που ήθελα εγώ να πω. Οπότε τα μετέφρασα. Κι αυτό ήταν το ξεκίνημα. Μετά, ό,τι ποίημα έπεφτε στα χέρια μου που θεωρούσα ότι μπορούσε να με εκφράσει το μετέφραζα κι αυτό. Είχα επαφή με μια ομάδα της Διαγωνίου, του περιοδικού, και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος ήτανε φίλος και μέντορας, να το πω έτσι, και μάλιστα όταν έβγαλα μια συλλογή ποιημάτων τού έδωσα τα ποιήματα να τα κοιτάξει, δικά μου, και από τα 156 μείναν 26. Ήτανε πολύ καλός δάσκαλος. Πάντως για πολλά χρόνια, από το ’73 που εκδόθηκε και η συλλογή, δεν ήταν όλα τα ποιήματα του Ariel, πολλά όμως, σε δίγλωσση έκδοση, στις εκδόσεις Διαγωνίου, η Σύλβια Πλαθ, μετά μετέφραζα και παρουσιαζόταν σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά, και στη Διαγώνιο, μέχρι περίπου το ’79. Το ’79 ασχολήθηκα και με την πεζογραφία. Στο μεταξύ η Νανά Καλλιανέση του Κέδρου διάβασε μια μετάφραση που είχα κάνει το ’74, ένα διήγημα του Γκαρσία Μάρκες [García Márquez] και μου ζήτησε να μεταφράσω τα Εκατό χρόνια μοναξιά, της είπα ότι είναι ένα τρομερά μεγάλο βιβλίο κι εγώ μεταφράζω μόνο ποίηση και δεν το μετέφρασα, ε, και το μετέφρασα το ’82.

Τι σημαίνει, λοιπόν, για εσάς «μεταφράζω»; Τι σας προσφέρει η μετάφραση;

Η μετάφραση είναι το χόμπι αλλά και το βίτσιο μου. Βασικά «μεταφράζω» σημαίνει «συμμετέχω στο έργο κάποιου άλλου που με εκφράζει όμως». Ομολογώ ότι στη διάρκεια της μεταφραστικής μου ζωής υποχρεώθηκα να μεταφράσω και βιβλία που δεν μου άρεσαν τόσο, γιατί πια ήταν επάγγελμα για μένα και επιβίωση. Αλλά ως επί το πλείστον οι επιλογές που έκανα εγώ ήταν πολύ καλές.

Ωραία. Τώρα, σχετικά με τη μεταφραστική διαδικασία, τι είδους μεταφραστικά προβλήματα συναντάτε συνήθως κατά τη διαδικασία αυτή και πώς τα αντιμετωπίζετε; Αν θέλετε να μας πείτε και κάποιο παράδειγμα έτσι που θυμάστε.

Να σας πω ευχαρίστως, γιατί εγώ ξεκίνησα τις μεταφράσεις το ’79, μεταφράσεις πεζογραφίας, επαγγελματικά πια, και εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν ούτε Google ούτε διαδίκτυο. Ουσιαστικά δεν είχαμε τίποτα άλλο πέρα από το φαξ για επικοινωνία. Οπότε, όπως καταλαβαίνετε, όποια προβλήματα αντιμετώπιζε ο μεταφραστής έπρεπε να λυθούν με λεξικά, που ίσως ήταν και λίγο απαρχαιωμένα, δεν υπήρχε ο πλούτος που υπάρχει αυτή τη στιγμή, αλληλογραφία, δηλαδή ένα χάσιμο χρόνου τρομερό, και βέβαια μια αγωνία ότι μπορεί κανείς να κάνει και λάθη. Βασικά το βιβλίο διαβάζεται, από μένα τουλάχιστον, δύο, τρεις φορές. Το διαβάζω πρώτα για να δω τι λέει και ύστερα το διαβάζω σαν μεταφραστής, σημειώνοντας τις δυσκολίες, προσπαθώ να βρω όποιες άλλες μεταφράσεις υπάρχουν σε άλλες γλώσσες, ακόμη και γλώσσες που δεν γνωρίζω. Και από ‘κει και πέρα γίνεται μια πρώτη εγγραφή. Εγώ δουλεύω πάντα, δούλευα δηλαδή πάντα, με γραφομηχανή, ηλεκτρική γραφομηχανή, ηλεκτρονική μετά την Olympus, κι ύστερα μόλις βγήκαν οι υπολογιστές, με υπολογιστή. Κάνω μια δεύτερη, τελική γραφή. Δεν ασχολούμαι παραπάνω. Όπου λύνω τα προβλήματα που έχω αφήσει. Κάποια στιγμή ξαναδιαβάζω το κείμενο πριν το δώσω και πάντα ζητάω να κάνω μια πρώτη διόρθωση. Δηλαδή όταν ο επιμελητής διορθώνει την πρώτη φορά, θέλω να βλέπω τι διορθώσεις έχει κάνει. Καμιά φορά οι επιμελητές κάνουνε τρομερά πράγματα. Παραδείγματος χάρη, Ο στρατηγός μες στο λαβύρινθό του του Γκαρσία Μάρκες που μιλούσε για τον Μπολίβαρ, για να αποδώσω καλύτερα την εποχή, είχα βάλει τον Μπολίβαρ να μιλάει –λίγες αναφορές υπήρχαν στον ίδιο τον λόγο του– σε μια λίγο καθαρεύουσα, μια απλή καθαρεύουσα, για να διαφοροποιήσω, ας πούμε, το κείμενο, γιατί θα ήταν λίγο αστείο να βάλεις σε έναν τόσο παλιό χρόνο, ας πούμε, να μιλάει με τη σημερινή μας δημοτική. Ε, η επιμελήτρια, ο επιμελητής –δεν θυμάμαι τότε– μου το διέλυσε το κείμενο, το άλλαξε. Το διόρθωσα, ζήτησα να δω και δεύτερη διόρθωση, ξανά το είχε αλλάξει, ξανά το άλλαξα, τελικά το βιβλίο βγήκε με της επιμελήτριας τη διόρθωση και βέβαια ήταν απογοήτευση, αλλά τι να κάνουμε; Δεν μπορούσα πια να επέμβω εγώ. Αλλά υπήρχαν πολλά προβλήματα εκείνο τον καιρό, όταν το διαδίκτυο ανακαλύφθηκε τα προβλήματα όλα αυτά έλειψαν.

Έχετε μεταφράσει και πεζογραφία και ποίηση, υπάρχει κάποιο κείμενο που σας δυσκόλεψε περισσότερο;

Από την εποχή του Γκαρσία Μάρκες, αυτό που ήταν το πιο δύσκολο, έκανα εννιά μήνες να το μεταφράσω, ήταν Το φθινόπωρο του πατριάρχη. Όπου μιλούσε για έναν φανταστικό δικτάτορα, ουσιαστικά ήταν νομίζω ο Μπατίστα, μπορεί να κάνω λάθος, όχι ο Μπατίστα ήταν της Κούβας, δεν θυμάμαι αυτή τη στιγμή, ένας δικτάτορας της Βενεζουέλας, στυγνός. Και αυτός ήταν ένας τρόπος καλυμμένος, να σατιρίσει τη δικτατορία παντού, όχι μόνο στη Βενεζουέλα, κι ένα διάστημα, μια τριετία που υπήρχε δικτατορία στην Κολομβία. Αλλά είναι τέσσερα κεφάλαια όπου υπάρχουν μονόλογοι ο ένας μετά τον άλλον και, θα μπορούσα να πω, τέσσερις φράσεις του βιβλίου. Τέσσερα κεφάλαια, τέσσερις φράσεις, αν μπορείτε να το φανταστείτε. Πολύ λίγες τελείες. Δεν ξέρεις ποιος αρχίζει να μιλάει και ποιος τελειώνει. Και, πραγματικά, ήταν τρομερά δύσκολο. Και πάρα πολλές αναφορές στις ακτές της Κολομβίας, όπου μιλάνε ιδιωματικά, έχουν ίσως και άλλες συνήθειες από αυτές που έχουν οι κάτοικοι των Άνδεων και των υψιπέδων, δηλαδή Μπογκοτά και εκεί γύρω, οπότε, δηλαδή τα δυόμιση χιλιάδες μέτρα πάνω από τη θάλασσα, που είναι η Μπογκοτά, με την επιφάνεια, το υψόμετρο στο επίπεδο της θάλασσας, που είναι η Καραϊβική. Καταλαβαίνετε ακόμη κι ο λαός, ο κόσμος, έχει διαφορετική –πώς να πω;– ψυχοσύνθεση, να το πω έτσι, νοοτροπία. Οι μεν μένουν συνέχεια σε ένα καλοκαίρι και οι άλλοι είναι συνέχεια σε μια άνοιξη-φθινόπωρο. Αυτό ήταν το πιο δύσκολο. Επίσης πάρα πολύ δύσκολο ήταν πρόσφατα ένα βιβλίο που έκανα, του Ερνέστο Σάμπατο [Ernesto Sabato] Περί ηρώων και τάφων, γιατί είναι Αργεντινός ο συγγραφέας και είχε πάρα πολλές αναφορές και στην ιστορία της Αργεντινής, αλλά και στο αργεντινό ποδόσφαιρο. Παλιάς εποχής, όχι πρόσφατο.

Και, περνώντας από τα προβλήματα ή τις προκλήσεις της μετάφρασης, της διαδικασίας, πάμε να συζητήσουμε τις προκλήσεις του επαγγέλματος. Ποιες, θα λέγατε, όσον αφορά τις επαγγελματικές συνθήκες, ποιες είναι οι σημαντικότερες δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας μεταφραστής;

Βασικά, πιστεύω ότι οι μεταφραστές όλης της Ελλάδας πρέπει να ενωθούνε και να συνδικαλιστούνε, γιατί υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα. Πρώτα απ’ όλα, ότι πολλές φορές μεταφράζεις και δεν λες –τώρα υπογράφουν συμβόλαια, φαντάζομαι, ακόμη και οι πολύ νέοι μεταφραστές–, αλλά, παλιά, μεταφράζεις και οι αμοιβές είναι μηδαμινές. Σε όλον τον κόσμο και ιδιαίτερα στην Ευρώπη – εγώ ήμουν εκπρόσωπος της Εταιρείας Συγγραφέων για οχτώ χρόνια στο CEATL, που είναι μια οργάνωση μεταφραστών της Ευρώπης. Εκεί έβλεπα πόσο οργανωμένοι ήταν οι μεταφραστές, για να παίρνουνε την αμοιβή τους, τη σωστή αμοιβή τους, ανά δεκαεξασέλιδο, δηλαδή ανά σελίδα, να πληρώνονται και προκαταβολικά ένα ποσό, γιατί, αν σκεφτείτε ότι ένας μεταφραστής δουλεύει μόνο σε μεταφράσεις, επαγγελματίας, εάν περιμένουν όλοι να πληρωθούν στο τέλος της δουλειάς, κάπου θα πρέπει να ζουν αυτοί οι άνθρωποι. Πώς θα ζουν; Υπάρχει μεγάλη δυσκολία. Λοιπόν, πρώτον είναι να υπογράφουν συμβόλαια. Δεύτερον, –βέβαια περάσαμε μια κρίση και όλοι έχουν υποστεί μειώσεις, ας πούμε, στις αμοιβές τους– αλλά το δεύτερο είναι ότι δικαιούμαστε από τον νόμο να παίρνουμε δικαιώματα, ένα ποσοστό, ένα 2,5% συνήθως, 1,5-2,5%, επί των πωλήσεων πέρα από την αμοιβή. Αυτό κανένας σχεδόν εκδότης δεν το δίνει. Μερικοί εκδότες το βάζουν και στο συμβόλαιο λένε ότι δεν θα δώσουν δικαιώματα, που είναι παράνομο. Γιατί έχουμε, ο 2121/93 νόμος για τα πνευματικά δικαιώματα είναι εξαιρετικός, εφάμιλλος των υπόλοιπων ευρωπαϊκών. Μας προστατεύει. Αλλά οι εκδότες δεν δίνουν πάντα αυτό που πρέπει. Δηλαδή εγώ ξέρω ότι πήγα και ζήτησα τα δικαιώματα για 15 βιβλία που ήταν best seller και είχαν πουληθεί πάνω από 30.000-40.000 αντίτυπα, δηλαδή είχαν υπερβεί την αμοιβή μου κατά πολύ και με πληρώσανε και σταματήσαν να μου δίνουν εργασία. Και όταν ζήτησα από κάποιους άλλους εκδότες, ας πούμε τον εκδότη του Γκαρσία Μάρκες, ζήτησα δικαιώματα, μου είπαν «ευχαρίστως» και πήγαινα στην αρχή του χρόνου να πάρω τα δικαιώματα και μου έλεγαν, από τα βιβλία του Γκαρσία Μάρκες, που έχω μεταφράσει 19 για τον Λιβάνη, μου έλεγαν «πουλήθηκαν πέντε» και μου δίναν, ξέρω ‘γω, 7 ευρώ, 10 ευρώ. Αυτό βέβαια δεν στέκει. Ο δικηγόρος, ο ειδικός για τα πνευματικά δικαιώματα, μου είχε πει να βάλω ορκωτό λογιστή. Αλλά σκεφτείτε τώρα ένας μεταφραστής να βάλει ορκωτό λογιστή για να δει πόσα βιβλία πουλήθηκαν. Μετά όχι μόνο ο εκδοτικός οίκος, αλλά κανένας δεν πρόκειται να του δώσει δουλειά. Και δεν το έκανα. Αλλά είναι ένα επάγγελμα που έχει ακόμη πολλή δουλειά για να μπορεί να αμείβεται σωστά.

Μια που αναφερθήκατε στους εκδοτικούς οίκους, ποια είναι η σχέση ενός μεταφραστή με τους εκδοτικούς οίκους σε διάφορα θέματα, ας πούμε, αναφερθήκατε στις αμοιβές ή στο ποιος αποφασίζει για τον τίτλο ίσως;

Αυτά όλα δυστυχώς… Κοιτάξτε, υπάρχουν μεταφραστές και μεταφραστές. Ορισμένοι μεταφραστές που εργάζονται πολλά χρόνια και, ας πούμε, έχουνε βγάλει ένα καλό όνομα, μπορούν, αν θέλετε, να «επιβάλουν», κι αυτό σε εισαγωγικά, μερικές απαιτήσεις. Παραδείγματος χάρη το να μπαίνει το όνομα στο εξώφυλλο, το να επιμείνουν σε κάποια έκφραση μέσα στο βιβλίο ή ακόμη και στον τίτλο. Συνήθως όμως ο εκδότης αποφασίζει για τον τίτλο, αν θέλει να τον αλλάξει και να μην είναι ο ίδιος, και ο εκδότης αποφασίζει αν στο βιβλίο θα υπάρχει το όνομα του μεταφραστή απ’ έξω ή από μέσα. Όπως και, παραδείγματος χάρη, συνήθως στα βιβλία μου, εγώ προσωπικά, κάνω ένα επίμετρο, ένα είδος πρόλογου, όπου μιλάω και για τον συγγραφέα και για τον τρόπο που μετέφρασα και τα λοιπά. Πρόσφατα δύο βιβλία που έβγαλα και στα δύο βιβλία δεν μπήκε ο πρόλογός μου με τη δικαιολογία ότι δεν προλάβαιναν να έρθουν σ’ επαφή με τον ατζέντη. Ο ατζέντης τόσα χρόνια, έχω μεταφράσει πάνω από εκατό βιβλία, ποτέ δεν είχε λέγειν για το τι πρόλογο βάζεις στο βιβλίο. Τέλος πάντων. Οπότε δεν μπήκαν οι πρόλογοι που είχα ετοιμάσει και που θεωρώ ότι ήταν αναγκαίοι γιατί εξηγούσαν και τι κάνει ο συγγραφέας και και και. Για να καταλάβετε δηλαδή ότι και όσο γνωστός να είσαι συγγραφέας, πάλι ο εκδότης καπελώνει.

Και όσον αφορά τη σχέση με τους επιμελητές; Αναφέρατε πριν ένα παράδειγμα. Είναι απαραίτητη η επιμέλεια;

Ο επιμελητής, εγώ πιστεύω… Η επιμέλεια ναι. Όχι να διορθώνει, να αλλάζει το κείμενο. Απλά να κοιτάζει πιθανόν συντακτικά λάθη, ορθογραφικά λάθη, τέτοια. Πιστεύω ότι ένας καλός επιμελητής μπορεί να είναι ο φύλακας άγγελος του μεταφραστή. Είχα την τύχη να έχω στην Ωκεανίδα, όπου έκανα πολλά βιβλία, έκανα την Αλιέντε [Allende], την Λάουρα Εσκιβέλ [Laura Esquivel] με το Σαν νερό για ζεστή σοκολάτα, Κάρλος Φουέντες [Carlos Fuentes] δύο βιβλία, του Βάργκας Λιόσα [Vargas Llosa], πολλά βιβλία έκανα. Ήταν η Διονυσία Μπιτζιλέκη, έχει φύγει απ’ τη ζωή, ήταν μεγάλη γυναίκα, καταπληκτική, φιλόλογος, η οποία πραγματικά για το κάθε τι μου τηλεφωνούσε και δυο, τρεις φορές με έσωσε από κάποια λάθη. Δηλαδή ο επιμελητής πρέπει να συνεργάζεται με τον μεταφραστή, δηλαδή πρέπει να είναι με το μέρος του, να το πω έτσι, κι όχι με τον εκδότη. Συμπληρώνει το έργο του μεταφραστή.

Και τι θα λέγατε σε κάποιον νέο, για παράδειγμα, που θέλει να μπει στο «παιχνίδι», εντός εισαγωγικών, να ασχοληθεί με τη μετάφραση;

Τι θα έλεγα; Εξαρτάται το πόσο πολύ το θέλει αυτό. Γιατί είναι μια δουλειά πολύ κοπιαστική, πολλές ώρες μοναξιάς, θα έλεγα λίγη επικοινωνία πια, γιατί τώρα δεν χρειάζεται καν να ρωτήσεις, παλιά είχαμε κάποιο σαν μπλογκ, δεν ήτανε μπλογκ, στο ίντερνετ, όπου κάναμε ερωτήσεις και οι μεταφραστές φίλοι απαντούσαν. Όλοι δηλαδή μπορούσαν να μπούνε και να απαντήσουν αν ξέρανε. Γιατί τότε δεν είχαμε το Google δηλαδή βασικά. Εγώ θα αποθάρρυνα έναν νέο να ασχοληθεί με το επάγγελμα, εκτός κι αν έχει αυτό το μεράκι που έχω εγώ, που όταν εγώ δεν έχω τίποτα να κάνω υπάρχουνε κάποια βιβλία που θέλω, απωθημένα, που θέλω να μεταφράσω και κάθομαι και μεταφράζω και δημοσιεύω, βέβαια, τα μεταφράζω. Πέθανε τώρα πρόσφατα η Τζέιν Όλιβερ [Jane Oliver] και μετέφρασα ένα ποίημά της και το ανέβασα στο Facebook, γιατί μου έκανε κέφι. Δηλαδή μόνο αυτό δικαιολογεί. Γιατί ούτε πρόκειται ποτέ να πλουτίσεις στην Ελλάδα από μετάφραση. Και να σας πω κι ένα ανέκδοτο: όταν κάποτε με το CEATL που ανήκα συνάντησα τον μεταφραστή του Γκαρσία Μάρκες της Γερμανίας, χάρηκε πάρα πολύ που με γνώρισε, κι εγώ το ίδιο, μου λέει «Πόσα σπίτια φτιάξατε; Εγώ έκανα τρία». Γιατί του είπα ότι είμαι η αποκλειστική μεταφράστρια του Γκαρσία Μάρκες. «Εγώ», λέει, «έκανα τρία». Λέω «Εγώ πούλησα δύο». Για να καταλάβετε το μέγεθος, οπότε δεν είναι μια δουλειά από την οποία μπορείς να πλουτίσεις η μετάφραση. Πρέπει να έχεις το μεράκι.

Μιλήσατε και για κάποια προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μεταφραστές σχετικά με τις συνθήκες εργασίας, με το επάγγελμα γενικότερα, είστε όμως αισιόδοξη για το μεταφραστικό μέλλον στην Ελλάδα;

Οι μεταφραστές είναι απαραίτητοι στην Ελλάδα. Φανταστείτε στην Αγγλία ελάχιστα έργα μεταφράζονται. Δηλαδή είναι πολύ μικρό το ποσοστό. Η Ελλάδα, που έχει μια μικρή γλώσσα, ομιλείται από λίγους, αναγκαστικά και χρειάζεται μεταφραστές για να διαβάσει όλα τα έργα που εκδίδονται εκτός Ελλάδας, αλλά χρειάζονται και μεταφραστές από την ελληνική γλώσσα. Κι επειδή εγώ πιστεύω ότι δεν μπορείς να μεταφράσεις σε ξένη γλώσσα αν δεν είναι η μητρική σου, αυτοί είναι μεταφραστές που περισσότερο είναι απαραίτητοι. Δηλαδή ίσως δίγλωσσοι Έλληνες που έχουν πρόσβαση από παιδιά σε άλλη γλώσσα ή του εξωτερικού που μιλάνε καλά ελληνικά. Αυτοί είναι απαραίτητοι, γιατί έχουμε πάρα πολύ καλούς συγγραφείς και δεν έχουμε πρόσβαση στη δημοσιότητα, να το πω έτσι, στην έκδοση αυτών των έργων σε ξένες γλώσσες. Απάντησα;

Ευχαριστούμε πάρα πολύ για τον χρόνο σας και για τη συνέντευξη. Να είστε καλά.

Παρακαλώ. Ευχαριστώ εγώ.

Βιογραφικό

Η Κλαίτη Σωτηριάδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη.Τελείωσε το Αμερικανικό Κολέγιο Ανατόλια Θεσσαλονίκης και σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Αμερικανικό Κολέγιο Ελλάδος Deree (Αθήνα), απ’ όπου έλαβε το δίπλωμα B.A. (1976) με Ανώτατη Διάκριση (Highest Distinction). Παρακολούθησε μεταπτυχιακά μαθήματα στη Σχολή Συγκριτικής Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου του Έσσεξ (Αγγλία) απ’ όπου έλαβε το δίπλωμα M.A. στη Θεωρία και Πρακτική της Λογοτεχνικής Μετάφρασης (1982). Παρακολούθησε, ακόμη,  μαθήματα για τη συγγραφή σεναρίου στο Μοντρέ (Ελβετία) και στο Λος Άντζελες (ΗΠΑ). Είναι ποιήτρια, πεζογράφος και μεταφράστρια λογοτεχνίας. Ποιήματα και διηγήματά της έχουν μεταφραστεί στα ισπανικά, αγγλικά, γαλλικά, τουρκικά και βουλγαρικά. Μεταφράζει από τα ισπανικά, τα καταλανικά και τα αγγλικά και έχει μεταφράσει στα ελληνικά μεγάλο μέρος του έργου των Gabriel García Márquez και Isabel Allende. Ασχολήθηκε, επίσης, με τη συγγραφή σεναρίων για την τηλεόραση και τον κινηματογράφο, καθώς και θεατρικών έργων. Δίδαξε Αγγλική Λογοτεχνία στο Αμερικανικό Κολέγιο Ελλάδος Deree και Μετάφραση στο Μεταπτυχιακό πρόγραμμα Μεταφρασεολογίας της Φιλολογικής Σχολής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και στο ΕΚΕΜΕΛ. Το 2016 έλαβε το Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης Ισπανόφωνης Λογοτεχνίας του Instituto Cervantes για τη μετάφραση του έργου του Gabriel García Márquez Άπαντα διηγήματα (εκδ. Νεφέλη).

Επιλεγμένες μεταφράσεις

Plath, Sylvia (1974). Ποιήματα (Δίγλωσση έκδοση) [The Collected Poems]. Αθήνα: Διαγώνιος.

García Márquez, Gabriel (1983). Εκατό χρόνια μοναξιά [Cien años de soledad]. Αθήνα: Νέα Σύνορα.

García Márquez, Gabriel (1984). Το φθινόπωρο του Πατριάρχη [El otoño del patriarca]. Αθήνα: Νέα Σύνορα.

García Márquez, Gabriel (1986). Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας [El amor en los tiempos del cólera] Αθήνα: Α. Α. Λιβάνη.

Fuentes, Carlos (1987). Ο γερο-γκρίνγκο [Gringo viejo]. Αθήνα: Ωκεανίδα.

García Márquez, Gabriel (1990). Ο στρατηγός μες στο λαβύρινθό του [El general en su laberinto]. Αθήνα: Νέα Σύνορα.

Vargas Llosa, Mario (1991). Μητριάς εγκώμιον [Elogio de la madrastra]. Αθήνα: Ωκεανίδα.

Esquivel, Laura (1994). Σαν νερό για ζεστή σοκολάτα [Como agua para chocolate]. Αθήνα: Ωκεανίδα.

Landero, Luis (1995). Παιχνίδια της ώριμης ηλικίας [Juegos de la edad tardia]. Αθήνα: Ωκεανίδα.

Allende, Isabel (1999). Το σπίτι των πνευμάτων [La casa de los espiritus]. Αθήνα: Ωκεανίδα

García Márquez, Gabriel (2015). Άπαντα διηγήματα [Los Funerales de la Mamá Grande / La Increíble y Triste Historia de la Cándida Eréndira y de su Abuela Desalmada / Ojos de Perro Azul / El Otoño del Patriarca / Crónica de una Muerte Anunciada].  Αθήνα: Νεφέλη.

Sabato, Ernesto (2019). Περί ηρώων και τάφων [Sobre héroes y tumbas]. Αθήνα: Μεταίχμιο.

Βραβεία

Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης Ισπανόφωνης Λογοτεχνίας του Instituto Cervantes 2016

Συνέντευξη: Φωτεινή Πατεινάρη και Λίντα Χύτη
Ημερομηνία και τόπος:
Μάιος 2016, Θεσσαλονίκη
Παραπομπή: Βηδενμάιερ, Ανθή, Λάμπρου, Δέσποινα και Πατεινάρη, Φωτεινή (2021). «Συνέντευξη με την Κλαίτη Σωτηριάδου», Πορτρέτα μεταφραστριών και μεταφραστών. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Κατηγορία: μεταφράστρια/μεταφραστής, αγγλικά–ελληνικά, μετάφραση πεζογραφίας, μετάφραση παιδικής λογοτεχνίας, διδάσκουσα/διδάσκων μετάφραση, γαλλικά–ελληνικά, ισπανικά–ελληνικά, καταλανικά–ελληνικά