Μενού Κλείσιμο

Θοδωρής Τσαπακίδης

Απομαγνητοφώνηση

Λοιπόν, καλησπέρα, κύριε Τσαπακίδη, σας ευχαριστούμε πολύ που είστε σήμερα μαζί μας.

Καλησπέρα, εγώ ευχαριστώ πολύ.

Θα θέλαμε να σας κάνουμε κάποιες ερωτήσεις. Αρχικά σχετικά με την προσωπική σας σχέση με τη μετάφραση: πώς προέκυψε στη ζωή σας; Ήταν όνειρο; Προέκυψε στην πορεία η λογοτεχνική μετάφραση;

Η λογοτεχνική μετάφραση, ναι. Ήταν από πρόθεση δηλαδή. Ξεκίνησα μεταφράζοντας ανθρωπιστικές επιστήμες, τρόπον τινά, εκεί κατατάσσονται τα βιβλία. Το πρώτο έργο που μετέφρασα ήταν του Εντγκάρ Μορέν [Edgar Morin], ενός Γάλλου φιλοσόφου και κοινωνιολόγου που κατάγεται από τη Θεσσαλονίκη. Το είχα μεταφράσει στο πανεπιστήμιο, προσπάθησα να εκδοθεί, δεν τα κατάφερα αρχικά. Κάποια στιγμή ήρθε ο Μορέν να παρουσιάσει ένα βιβλίο του και πήγα στην παρουσίαση. Μιλήσαμε, μου είπε «Α! Έχεις μεταφράσει αυτό το βιβλίο;» και πήγε στον εκδότη και λέει «Βγάλε το βιβλίο που μετέφρασε το παιδί». Κι έτσι βγήκε μία από τις πρώτες μεταφράσεις μου. Στην πορεία μετέφρασα ένα βιβλίο ενός Γάλλου βιολόγου, επίτιμου προέδρου του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών [σ.σ. Centre National de la Recherche Scientifique (CNRS), Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας], που λέγεται Προσιάνζ [Prochiantz]. Αυτός, λοιπόν, έγραψε ένα βιβλίο που το λένε Η βιολογία στο μπουντουάρ. Για να δείτε πώς πήγαμε από τις επιστήμες στη λογοτεχνία. Αυτό, λοιπόν, τον 16ο αιώνα, η εκλαΐκευση της επιστήμης ήταν πολύ της μόδας. Δηλαδή γράφανε έργα τέτοια, μυθιστορήματα, δηλαδή εκλαϊκεύανε, κάνανε μυθιστορηματική γραφή, επιστημονικά ζητήματα. Ο Προσιάνζ, ακολουθώντας αυτό το μοτίβο, έγραψε ένα μυθιστόρημα όπου διαπραγματεύεται τη σύγχρονη βιολογία. Μάλιστα ως πρότυπο χρησιμοποίησε τη Φιλοσοφία στο μπουντουάρ, του ντε Σαντ [de Sade], όπου στη μικρή, ωραία Ευγενία, οι διάφοροι άλλοι χαρακτήρες του ντε Σαντ της μαθαίνουνε τον ερωτισμό και τον έρωτα. Πήρε λοιπόν κι ο Προσιάνζ αυτή τη δομή και της μάθαιναν τη βιολογία. Έτσι, λοιπόν, έφυγα απ’ την επιστήμη και μετέφρασα ένα βιβλίο που ήταν ναι μεν επιστήμη, αλλά με μυθιστορηματική χροιά. Και μετά προέκυψε το πρώτο δοκιμαστικό στον Καστανιώτη και την Άγρα για τη λογοτεχνία και έκτοτε μετέφρασα λογοτεχνία, καμιά φορά ακόμα και ανθρωπιστικές επιστήμες και όσο πήγαινε και λιγότερο. Κάπως έτσι ξεκίνησε.

Και τι σημαίνει για σας «μεταφράζω»;

Πάνω-κάτω ό,τι σημαίνει για όλους τους άλλους, για να το πούμε κι αυτό. Φαντάζομαι στο λεξικό θα υπάρχει ορισμός. Αν εννοείτε αν υπάρχει κάποια ιδιαιτερότητα στο πώς αντιλαμβάνομαι τη μετάφραση, ναι. Όπως και το γράψιμο, είναι μια σωματική εμπειρία η μετάφραση. Δεν είναι μια διανοητική απλώς κατάσταση. Σε κάθε περίπτωση νομίζω ότι είναι μια μορφή μεταγραφής. Δεν υπάρχει απόλυτη μετάφραση και γι’ αυτό και είναι πολύ χρήσιμο για τους μεταφραστές να έχουνε όρια, ένα deadline, κάποια στιγμή να πρέπει να παραδώσουν τη μετάφραση, γιατί αν δεν είχανε θα μπορούσανε να την δουλεύουν επ’ άπειρον, δηλαδή μέχρι να πάψουν να υπάρχουνε. Και, όντως, πολλές φορές όταν παίρνουμε στα χέρια μας μια παλιά μας μετάφραση, θέλουμε να αλλάξουμε πάρα πολλά πράγματα.

Γενικότερα ξέρουμε ότι έχετε ασχοληθεί με διάφορων ειδών κείμενα. Εσάς τι είδους κείμενα σας αρέσει πιο πολύ να μεταφράζετε;

Νομίζω ότι θα μου άρεσε… είχα πει στον Ανταίο τον Χρυσοστομίδη «Θα ήθελα, Ανταίο, να μεταφράσω θέατρο». Με κοίταξε, σαν να είπα, ξέρω ‘γω, «Θέλω να μου πάρεις μια λιμουζίνα». Το θέατρο, για παράδειγμα, παρότι ήταν κάτι που ήθελα πάρα πολύ δεν υπήρχε εμπορικό ενδιαφέρον. Δηλαδή αυτό συμβαίνει μόνο όταν υπάρχει μια μετάφραση και συνήθως πωλείται και στο θέατρο, στον χώρο του θεάτρου δηλαδή. Επίσης θα ήθελα να μεταφράσω ποίηση. Κι αυτό είναι άλλο ένα ανέκδοτο. Κάποια στιγμή ένας εκδότης μου είπε «Θέλω να μεταφράσεις…». Τι μου είχε προτείνει; Αρτώ [Artaud]; Κάποιον. Όχι, όχι, Ρεμπό [Rimbaud], Ρεμπό, Ρεμπό, Ρεμπό. Λέω «Ρεμπό;». Με κολάκευσε κιόλας: Ρεμπό. Λέω «Η αμοιβή πόση είναι; Είναι κατ’ αποκοπή, ένα ποσό», ας πούμε, γιατί… «ή πάει με τις λέξεις;». Μου είπε «Με τις λέξεις». Δηλαδή μετράς λέξεις, όπως μετράς και σ’ ένα… Όπως καταλαβαίνετε –και σίγουρα καταλαβαίνετε– ότι για να μεταφράσεις ένα ποίημα είναι μια πάρα πολύ κοπιαστική δουλειά και θέλει πάρα πολύ χρόνο, για να το προσεγγίσεις. Αν πληρώνεσαι όπως πληρώνεσαι να για μεταφράσεις έναν οδηγό μαγειρικής… Είπα τότε, λοιπόν, και το προτείνω και σε σας, αν θέλετε να πείτε ευγενικά «όχι», η φράση είναι «Με ξεπερνάει!», «Τελικά το κοίταξα και με ξεπερνάει». Υπάρχει κι ένα άλλο κόλπο, αυτό το προτείνω ανεπιφύλακτα, αν έχετε, ας πούμε, πάρει μια μετάφραση και σας προτείνουνε μια άλλη. Είναι πάρα πολύ δύσκολη –έτσι;– αυτή που σας προτείνουν η δεύτερη. Οπότε ναι μεν την θέλετε, γιατί θέλετε δουλειά, γιατί τα χρήματα δεν είναι κακά που σας προτείνουνε, αλλά δεν την θέλετε, γιατί είστε πολύ πιεσμένος ή πιεσμένη με την άλλη δουλειά που έχετε. Ένας τρόπος να ανταπεξέλθετε είναι ο εξής: λέτε μια ασύλληπτη τιμή, ασύλληπτη. Αν σας πει όχι ο εκδότης, δεν χάθηκε κι ο κόσμος. Ασύλληπτη, εννοώ, διπλάσια απ’ ό,τι παίρνετε συνήθως, δεν λέω να πείτε «Δώσε μου ένα εκατομμύριο». Αν σας πει «όχι» ο εκδότης, πρώτον έχετε δημιουργήσει, γιατί το υπερασπίζεστε, η εικόνα σας είναι, γιατί για να σας το πρότεινε σημαίνει ότι σας εκτιμάει, δεν χαλάει η εκτίμησή του για εσάς. Και γλιτώνετε και το βιβλίο που δεν το θέλετε πολύ εκείνο τον καιρό. Αν πάλι σας πει «ναι» στην τιμή, έχετε διπλασιάσει το κασέ σας. Είναι κι αυτό ένα ωραίο κόλπο.

Επιλέγετε ο ίδιος τα κείμενα που θα μεταφράσετε;

I wish. Είναι ένα τραγούδι «I wish, I wish» και τα λοιπά. Κάτσε να βγάλω και το γυαλί πάλι που πάει έτσι πολύ ωραία. Τώρα κάνω ότι το σκέφτομαι, μισό λεπτό. Πολύ συχνά, φοιτητές, όπως και εσείς, ή άνθρωποι που ξεκινάνε στη μετάφραση με ρωτάνε πώς γίνεται, και όντως είναι καλό στην αρχή να στείλεις κι ένα δείγμα μετάφρασης από κάποια που έχεις κάνει είτε στη διάρκεια των σπουδών σου είτε γιατί είσαι αυτοδίδακτος μεταφραστής, δηλαδή μπορεί να γεννήθηκες στο εξωτερικό και να είσαι δίγλωσσος, οπότε είσαι μεταφραστής τρόπον τινά, όχι απαραίτητα καλός, μεταφραστής είσαι, μπορεί να είσαι και πολύ κακός. Είναι καλό, λοιπόν, στην αρχή να στείλεις ένα δείγμα, που σημαίνει έχεις κάνει και μια έρευνα, έχεις δει και λίγο τι πουλάει ή τι θα μπορούσε να πουλήσει. Αυτή είναι μία περίπτωση που όντως εσύ έχεις διαλέξει το έργο και μπορεί να τύχει όντως να ευοδωθεί και η γνωριμία και να σου πούνε όντως «Κάνε αυτό». Θα σε πληρώσουνε τρίχες, αλλά θα κάνεις αυτό που πρότεινες. Τώρα, μετά, όταν μένεις σε έναν εκδοτικό οίκο για αρκετό καιρό, που δεν το συνιστώ να κάνεις μόνο αυτό, αλλά αν έχεις μια συνεργασία με έναν εκδοτικό για κάποια βιβλία εν πάση περιπτώσει, μετά συνήθως αποκτάς και μια εμπιστοσύνη και μια οικειότητα και προτείνεις βιβλία. Δεν σημαίνει ότι θα ανταποκριθεί και ο υπεύθυνος της ξένης λογοτεχνίας, αλλά είναι κάτι που μπορείς να δοκιμάσεις. Είναι ευτύχημα να συμβαίνει. Δεν μου έχει συμβεί και πολλές φορές. Μου έχει συμβεί: του Όιντα [Oida], ενός ηθοποιού του Μπρουκ [Brook] τα βιβλία η Κοάν πριν από κάποια χρόνια, δύο ήτανε δική μου πρόταση. Τα είχα διαβάσει στα γαλλικά και θεώρησα ότι έχει νόημα. Διδάσκονται στο πανεπιστήμιο τώρα. Διδάσκονται, θέλω να πω δεν είναι… είναι μαθησιακό, εκπαιδευτικό εγχειρίδιο είναι για ηθοποιούς το ένα, αλλά θέλω να πω δεν είναι με την κλασική έννοια ένα βιβλίο για το πανεπιστήμιο. Δεν γράφτηκε και μ’ αυτόν τον σκοπό, αλλά ξέρω ότι είναι στα βιβλία που χρησιμοποιούν διάφοροι καθηγητές και στης Πελοποννήσου και στης Θεσσαλονίκης το πανεπιστήμιο.

Τι είδους μεταφραστικά προβλήματα συναντάτε συνήθως σ’ αυτή τη διαδικασία και πώς τα αντιμετωπίζετε;

Δεν έχω καφέ συνήθως. Μεταφραστικά προβλήματα.

Ναι, κι αν έχετε κάποιο παράδειγμα να μας δώσετε.

Τώρα είναι πολύ γενική αυτή η ερώτηση. Αν θέλετε να μου δώσετε… Είναι πάρα πολύ γενικό αυτό. Δεν καταλαβαίνω και καλά την έννοια «πρόβλημα», τι εννοείτε «πρόβλημα»;

Δηλαδή κάποιες δυσκολίες μέσα στο κείμενο, σε κάποιες λέξεις πώς να τις μεταδώσετε ή κάποια πολιτισμικά στοιχεία ίσως πώς να τα μεταφέρετε από τη μία γλώσσα στην άλλη…

Ε, τα είπατε εσείς. Δηλαδή πάντα υπάρχει ένα θέμα, κάποιες λέξεις είναι στρυφνές, αλλά πότε είναι στρυφνές αυτές οι λέξεις, είναι ένα θέμα να δούμε, κι επίσης η πολιτισμική διαφορά, οι διαφορετικές κουλτούρες. Υπάρχει το εξής ζήτημα: όταν η γλώσσα στην οποία μεταφράζουμε, τα ελληνικά εν προκειμένω, γιατί μπορεί να μεταφράσουμε και σε άλλες γλώσσες, μεταφράζω και το ανάποδο, à l’envers. Όταν στη χώρα, στη γλώσσα που μεταφράζεις, στην κουλτούρα αυτής της γλώσσας δεν υπάρχει χώρος υποδοχής ενός κοινωνικού φαινομένου, μιας λέξης, η λέξη μένει αμετάφραστη. Να σου πω ένα παράδειγμα: μέχρι και πρόσφατα η «performance» είναι «περφόρμανς», κι αυτό γιατί δεν υπήρχαν περφόρμανς στην Ελλάδα, οπότε τι να πεις; Υπήρχε. Οι ακαδημαϊκοί, λοιπόν, γράψαν «επιτέλεση». Δεν ξέρω αν είναι εύστοχη η άστοχη η… Καλά, στο ακαδημαϊκό… Θα σας πω επίσης, επειδή έχω τελειώσει το πολυτεχνείο, στη θερμοδυναμική, στη μετάδοση της θερμότητας νομίζω σε κάποια παραδείγματα έγραφε και ο «ξηραντήρας μαλλιών». Φαντάζεστε τι είναι ο «ξηραντήρας μαλλιών», έτσι; Είναι η επιστημονική ορολογία για το πιστολάκι ή το σεσουάρ. Δηλαδή εγώ θα γράφω, θα έχει μια σκηνή σε ένα αστυνομικό που κάνει ο άλλος τα μαλλιά του και θα γράφει το «sechoir» και θα γράφω εγώ δίπλα «Και ο Τζιμ πήρε τον ξηραντήρα μαλλιών και…». Ναι, υπάρχουν διάφορα τέτοια ζητήματα. Ξέρετε, είναι σημαντικό, υπάρχει χρόνια, απλώς οι ακαδημαϊκοί μάλλον ζούνε σε έναν χωροχρόνο, κάποιοι από αυτούς, διαφορετικό από μας που δεν υπήρχε ξηραντήρας μαλλιών. Εκεί, λοιπόν, υπάρχει ένα ερώτημα: θα βάλω εγώ «επιτέλεση», παρότι δεν έχει εδραιωθεί; Αυτό είναι στην ευχέρεια του κάθε μεταφραστή. Και εκεί είναι και λίγο η προφητικότητα. Δηλαδή εσύ θα γράψεις «επιτέλεση». Σήμερα πια χρησιμοποιείται αρκετά και γράφεται «επιτέλεση». Αν το είχες μεταφράσει πριν από πέντε χρόνια «επιτέλεση», σήμερα αυτοί που θα διαβάζαν το άρθρο σου θα λέγαν «Μπράβο, κοίτα να δεις». Αυτό. Υπάρχουν και πάρα πολλά άλλα όμως. Τώρα δεν έχουμε χρόνο για κάτι τέτοιο. Δηλαδή αυτά τα κάνετε στα μαθήματά σας.

Κατά πόσο επηρεάζει τη μεταφραστική διαδικασία το αν σας αρέσει το έργο που μεταφράζετε;

Νομίζω ότι είναι αντίστοιχο με την ερωτική διαδικασία. Φανταστείτε το εσείς. Δηλαδή μπορεί να συμβεί, αλλά σε τι κατάσταση θα περιέλθεις για να συμβεί. Ναι, όχι, έχει μεγάλη σημασία. Το σκεφτόμουνα και πριν αυτό, με την έννοια ότι ο γιατρός για να κάνει τη δουλειά του αναγκαστικά πρέπει κάπως να αποστασιοποιηθεί, γιατί αν βιώνει το δράμα του ασθενούς κάθε φορά που έχει… Μιλώ για χειρούργο ή για κάποιον γιατρό που έρχεται σ’ επαφή πολύ κοντά με καταστάσεις που μπορεί να οδηγήσουν στον θάνατο. Δεν οδηγούμαστε εμείς με τα κείμενα… μπορεί να τα σκοτώσουμε, βέβαια, αλλά συνήθως δεν είναι θανατερό αυτό που κάνουμε. Αλλά σκεφτόμουνα, αν δεν σου αρέσει ένα κείμενο και το μεταφράζεις, μπορείς να λειτουργήσεις όπως ο γιατρός, να πάρεις απόσταση; Δεν έχω πάρει απάντηση σ’ αυτό. Είναι κάτι που θέλω να σκεφτώ το επόμενο διάστημα.

Όσον αφορά τώρα τη μετάφραση ως επάγγελμα: θεωρείτε ότι οι απολαβές, σε γενικότερο πλαίσιο, αν κάποιος βιοπορίζεται αποκλειστικά από τη μετάφραση, είναι ικανοποιητικές;

Έχει υπάρξει μια μεγάλη μείωση των αμοιβών μετά το 2008. Μιλάμε για μια πτώση γύρω στο 50%. Οι αναδυόμενες αγορές εργασίας για τους μεταφραστές, για παράδειγμα ο υποτιτλισμός που άρχισε να έχει ανάπτυξη, δυστυχώς έχουνε μια προσαρμογή σαν να ζούσαν από πάντα στην κρίση. Θέλω να πω ότι οι αμοιβές είναι πάρα πολύ μικρές. Ωστόσο, όπως σε όλους τους χώρους… Μάλλον πολλοί εκδότες διακρίνουν τους μεταφραστές σε δύο κατηγορίες: τους «φασόν» και τους «καλλιτέχνες». «Φασόν» είναι αυτοί που θα κάνουνε τα δεύτερα βιβλία, ας πούμε, και που θα πληρωθούν δεύτερα επίσης. Κι είναι κι οι «καλλιτέχνες» μεταφραστές, οι οποίοι θα πληρωθούνε γιατί είναι καλλιτέχνες πια. Τι σε κάνει «καλλιτέχνη» ή «φασόν» είναι περίπου αντίστοιχο με το τι σε κάνει ποιητή. Δηλαδή αν οι άλλοι ποιητές πουν ότι είσαι ποιητής, είσαι ποιητής.

Σχετικά με τη θέση και το στάτους του μεταφραστή στον ελληνικό χώρο; Όχι από οικονομική άποψη.

Γίνεται μια προσπάθεια, νομίζω, και γενικότερα υπάρχει μια… Δηλαδή και στα σχολικά εγχειρίδια, στην ανθολόγηση κειμένων λογοτεχνίας παγκόσμιας, στα βιβλία τα τελευταία υπήρχε και αναφορά στον μεταφραστή. Μάλιστα σε κάποια –δεν θυμάμαι σε ποια τάξη, νομίζω στη Β΄ λυκείου– παρατίθετο κι ένα ποίημα, ας πούμε, –θα θυμηθώ μάλλον– και το «Άλμπατρος» –αν θυμάμαι καλά– και σε μία μετάφραση και σε άλλη μετάφραση. Γινόταν και αντικείμενο εκπαιδευτικό με τους μαθητές η αναγνώριση των διαφορών και… Αυτό δείχνει ένα βλέμμα, ένα ενδιαφέρον για τον μεταφραστή και τη λειτουργία του, που στο παρελθόν, νομίζω, δεν υπήρχε. Υπάρχουν τμήματα που κάνουν μετάφραση τώρα και είστε πολύ τυχεροί που είστε σε ένα απ’ αυτά, υποθέτω. Άρα, μιλάμε, είναι διαφορετικός ο χώρος πια. Τώρα, αν πει κάποιος από εσάς στην μητέρα του ή στον πατέρα του ότι «Θέλω να γίνω μεταφραστής», δεν ξέρω ποια θα είναι η αντίδραση. Μπορείτε να συμπληρώσετε… Στο Στρασβούργο, στην έδρα –ξέρω ‘γω– του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ψάχνουνε μεταφραστές-διερμηνείς. Και είναι πάρα πολύ καλά τα λεφτά, θα σας δω το Λουξεμβούργο, εκεί μπορεί λίγο να θορυβηθούν, αλλά κατά τα άλλα θα τους εντυπωσιάσετε. Ενώ, αν, ας πούμε, πείτε «τραγουδίστρια» θα εξακολουθήσει να μην μπορείτε να πείτε «Στο Λουξεμβούργο, στην έδρα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ψάχνουν τραγουδίστριες». Δηλαδή δεν θα είναι και πολύ πειστικό, νομίζω. Δοκιμάστε το, αν σας ενδιαφέρει το τραγούδι.

Η σχέση των μεταφραστών και των εκδοτικών οίκων κι, επομένως, και των επιμελητών… αυτή η δυναμική;

Πάλι ερωτική, αλλά τώρα, είναι άγριο το… Ναι, όχι. Οι επιμελητές είναι απαραίτητοι, κατά τη γνώμη μου. Είναι και μεταφραστές στην ουσία –έτσι;– να μην το ξεχνάμε αυτό. Δεν είναι κάτι διακριτό. Είναι σαν τους παλιούς ποδοσφαιριστές που γίνονται προπονητές μετά. Βεβαίως υπάρχουν και προπονητές που δεν προέρχονται από το γήπεδο, δηλαδή που δεν ήταν παίκτες ποδοσφαίρου. Φαντάζομαι υπάρχουν σε άλλες χώρες και επιμελητές που δεν ήτανε μεταφραστές. Εδώ συνήθως είναι. Και υπάρχει μεγάλη διαφορά. Σε ένα βιβλίο, σε έναν εκδοτικό –που δεν θα κατονομάσω, για να μη φτάσουμε και ποιος ήταν επιμελητής– είχα στείλει κάποια κεφάλαια από το βιβλίο. Λοιπόν, σε οχτώ σελίδες κείμενο μου ήρθαν οχτώ σελίδες επιμέλεια. Πήρα τηλέφωνο την υπεύθυνη των ξένων εκδόσεων και της είπα «Διαλέξτε, ή θα το μεταφράσω εγώ ή αυτή» –ήταν επιμελήτρια– «και σας παρακαλώ να κάνουμε ένα ραντεβού όλοι μαζί να το λύσουμε». Κάνουμε το ραντεβού, εν πάση περιπτώσει δεν έχει σημασία ποιος κέρδισε, αλλά ήταν αυτό. Δηλαδή έγραφε… ουσιαστικά η γνώμη μου είναι ότι δεν ήταν επιμελήτρια. Δηλαδή οι διαφωνίες που είχε στο κείμενο ήταν μια άλλη μετάφραση. Υφολογικά κάτι τελείως διαφορετικό. Ήταν η δικιά της μετάφραση του κειμένου. Αυτό νομίζω ότι είναι μια έλλειψη. Είναι σαν να δουλεύεις βοηθός σκηνοθέτη σε μια παράσταση και θες να γίνει… να λες στον σκηνοθέτη «Μα δεν το έκανες καλά εδώ». Δηλαδή με έναν τρόπο ο επιμελητής είναι επικουρικός. Άλλοι είναι να είσαι αυτός που επιλέγει μεταφραστή, εκεί εντάξει, μπορείς να του πεις «Ξέρεις, δεν μ’ αρέσει». Είναι άλλο να έχω στείλει δοκιμαστικό και να μου πει ο εκδότης ή ο υπεύθυνος της λογοτεχνίας ότι «Όχι, αυτό δεν είναι καλό έτσι, ευχαριστώ, δεν θα συνεργαστούμε». Ή «Μπορείς να μου δώσεις ένα άλλο που να είναι σ’ αυτή τη γραμμή;». Αυτό είναι άλλο πράγμα. Ο επιμελητής έρχεται για να σου κάνει προτάσεις. Λοιπόν, υπάρχει και το εκ διαμέτρου αντίθετο, ένας εξαιρετικός επιμελητής που πάντα μου έγραφε… δεν μου έγραφε «ναι», «όχι», το έσβηνε και τα λοιπά, μου έγραφε «Εδώ μήπως μπορούμε να το πούμε λίγο πιο κομψά;». Δηλαδή «Οκέι είναι η μετάφραση, αλλά κάτι πιο κομψό μήπως βρίσκαμε;». Ήταν όλα  σχόλια που δείχνανε μια κατεύθυνση χωρίς να σε πατρονάρουνε, χωρίς να σου λένε «Αυτό!». Που με το «Αυτό!», λες κι εσύ «Όχι αυτό, το δικό μου!». Υπάρχουν εκδοτικοί οίκοι που υπερισχύει η άποψη του μεταφραστή, υπάρχουν εκδοτικοί οίκοι που δεν ρωτάνε καν. Δηλαδή που δεν στέλνουν καν την επιμέλεια. Παλιά τουλάχιστον υπήρχε. Δεν σου στέλναν καν την επιμέλεια. Τους το έδινες εσύ, το κάναν ό,τι θέλανε και έβγαινε. Εντάξει, οπότε αυτό. Με τους εκδοτικούς οίκους τώρα η σχέση, ναι, δεν θα ‘θελα να πω, ρωτήστε κάποιον άλλον να σας πει για τους εκδοτικούς οίκους.

Μας καλύψατε έτσι κι αλλιώς σε διάφορες ερωτήσεις από αυτές που είχαμε. Και δύο τελευταίες ερωτησούλες. Είσαστε αισιόδοξος για το μέλλον της μετάφρασης στην Ελλάδα;

Για το δικό μου δεν ξέρω, τώρα για της μετάφρασης τι να σας πω;

Και, τι συμβουλή θα δίνατε τώρα σε έναν φοιτητή, σε μία φοιτήτρια που θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά μ’ αυτόν τον τομέα;

Συμβουλή; Ααχ! Να κάνει οικογένεια, παιδιά, να κάνει και τίποτα άλλο! Μπορεί να σ’ απορροφήσει αυτό το πράγμα. Θέλω να πω… και ιδίως με τις συνθήκες τις εργασιακές που υπάρχουνε, νομίζω ότι χρωστάμε στον εαυτό, μας –γιατί μία είναι η ζωή– να χαρούμε και όλα τ’ άλλα πράγματα. Κι αυτό, ότι μπορεί να είναι πάρα πολύ σπουδαίος ο συγγραφέας που μεταφράζεις, αλλά είσαι εξίσου σπουδαίος κι εσύ. Ή μπορείς να είσαι. Και αξίζει τον κόπο αυτή τη μία ζωή να την ζήσετε. Ναι, αυτό είναι η συμβουλή μου στους νέους μεταφραστές. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

Πολύ όμορφα. Σας ευχαριστούμε.

Βιογραφικό

Ο Θοδωρής Τσαπακίδης γεννήθηκε το 1970 στις Βρυξέλλες από γονείς πολιτικούς πρόσφυγες. Ήρθε με την οικογένειά του στην Ελλάδα σε ηλικία οχτώ χρονών. Μεγάλωσε στο Παλαιό Φάληρο και σπούδασε μηχανολόγος μηχανικός στην Πάτρα. Επιστρέφοντας στην Αθήνα, ασχολήθηκε με τη λογοτεχνική μετάφραση και το θέατρο και στη συνέχεια με τη διδασκαλία στη μέση εκπαίδευση. Έχει μεταφράσει κείμενα για το θέατρο, φιλοσοφικά και κριτικά έργα, εκλαϊκευμένη επιστήμη, λογοτεχνία, κόμικ και άρθρα για φεστιβάλ και καταλόγους εκθέσεων. Έχει γράψει θέατρο (Ρωμαίος και Ιουλιέτα, περιμένοντας-Εθνικό θέατρο, Πρόβα τζενεράλε-θέατρο του Νέου Κόσμου, Επιχείρηση Χαλιμά-θέατρο Φούρνος κ.ά.), ποίηση (Ο τρίτος από αριστερά κωπηλάτης-εκδ. Ροές, Ουρανός δωματίου-εκδ. Σοκόλη), μυθιστόρημα (Ο ελέφαντας του Hotel Phidias-εκδ. Πικραμένος, Belladonna-εκδ. Βιβλιοπέλαγος), παραμύθι  (Ο πρίγκιπας της Μένουα-εκδ. Ροές), ερευνητικές εργασίες (Το ψηφιακό φωτογραφικό σενάριο ως εργαλείο για τη γλωσσική επεξεργασία κ.ά.) και άρθρα για τον πολιτισμό (LEFT, Περί Ου, Bookpress κ.ά). Από το 2016 επιλέγει τη μουσική και τα κείμενα για την εβδομαδιαία ραδιοφωνική εκπομπή Γιαξεμπόρε στο metadeftero.

Επιλεγμένες μεταφράσεις

Benacquista, Tonino (1999). Η κωμωδία των αποτυχημένων [La commedia des ratés]. Αθήνα: Άγρα.

Pecqueur, Daniel (2001). Χρυσή Πόλη 1 [Pilleurs d’épaves]. Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

Oz, Amos (2001). Η αρχή της ιστορίας [Matchilim sipur]. Αθήνα: Καστανιώτη.

Manchette, Jean Patrick (2001). Το μελαγχολικό κομμάτι της δυτικής ακτής [Le petit bleu de la côte ouest]. Αθήνα: Άγρα.

Quignard, Pascal (2002). Ταράτσα στη Ρώμη [Terasse à Rome]. Αθήνα: Άγρα.

Jodorowsky, Alexandro (2003). Το έπος των Μεταβαρόνων 1: Όθων ο προπάτορας [Othon le trisaïeul] Αθήνα: Ελευθεροτυπία.

Barry, Sebastian (2003). Η οδύσσεια του Ινίας ΜακΝάλτυ [The Whereabouts of Eneas McNulty]. Αθήνα: Πόλις.

Highsmith, Patricia (2004). Κάρολ [Carol]. Αθήνα: Μεταίχμιο.

Gordimer, Nadine (2009). Το όπλο του σπιτιού [The House Gun]. Αθήνα: Καστανιώτη.

Turton, Stuart (2020). Οι επτά θάνατοι της Έβελιν Χαρντκάστλ [The Seven Deaths of Evelyn Hardcastle]. Αθήνα: Μεταίχμιο.

Συνέντευξη: Ματίνα Κωνσταντινίδου και Λίντα Χύτη
Ημερομηνία και τόπος: Μάιος 2020, Θεσσαλονίκη
Παραπομπή: Βηδενμάιερ, Ανθή, Λάμπρου, Δέσποινα και Πατεινάρη, Φωτεινή (2021). «Συνέντευξη με τον Θοδωρή Τσαπακίδη», Πορτρέτα μεταφραστριών και μεταφραστών. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Κατηγορία: μεταφράστρια/μεταφραστής, αγγλικά–ελληνικά, μετάφραση πεζογραφίας, μετάφραση κόμικς, θεατρική μετάφραση, γαλλικά–ελληνικά