Μενού Κλείσιμο

Δημήτρης Δημητριάδης

Απομαγνητοφώνηση

Γεια σας, κύριε Δημητριάδη. Καταρχήν ευχαριστούμε πάρα πολύ που είστε εδώ μαζί μας και δεχτήκατε να μας δώσετε αυτή τη συνέντευξη, είναι χαρά μας.

Κι εγώ ευχαριστώ και είμαι πολύ καλά τοποθετημένος και έτοιμος να ανταποκριθώ.

Ας το πάρουμε από την αρχή, λοιπόν.

Για να δούμε ποια θα είναι αυτή η αρχή κιόλας. Η μετάφραση δεν έχει αρχή και τέλος.

Πώς προέκυψε στη ζωή σας η μετάφραση; Από πού ξεκίνησαν όλα;

Η μετάφραση προέκυψε όταν ήμουν ήδη στο Παρίσι πριν πολλά χρόνια, όπου ήμουν πολύ φίλος με τη Μάγδα Κοτζιά, η οποία ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο Εξάντα, ήδη πριν πέσει η Χούντα, τρία-τέσσερα χρόνια πριν τη Δικτατορία. Και από μια συνάντηση που είχαμε προέκυψε αυτή η συζήτηση πάνω στα σχέδιά της για να δημιουργήσει τον εκδοτικό οίκο. Και ήδη εγώ είχα διαβάσει και εντυπωσιαστεί πάρα πολύ –και σχεδόν ήμουν έτοιμος για να πω «ναι» στην πρότασή της– το βιβλίο του Μωρίς Μπλανσό [Maurice Blanchot] Ο χώρος της λογοτεχνίας, το οποίο από εκεί άρχισα να το μεταφράζω, πριν ακόμα ιδρυθεί ο εκδοτικός οίκος. Και –για να μη μακρηγορήσω– το βιβλίο εκδόθηκε το 1980, όταν πια είχε ιδρυθεί ο εκδοτικός οίκος, είχε βγάλει κι άλλα βιβλία. Μάλιστα ξεκίνησε με μια δική μου μετάφραση, που δεν ξέρω αν υπάρχει κιόλας πια, η οποία εκδόθηκε το ’74, λίγο μετά την πτώση της Δικτατορίας, που ήταν Ο πειρασμός της Δύσεως του Μαλρό [Malraux]. Αυτό ήταν μια αρχή, αλλά, στο μεταξύ, όταν ιδρύθηκε πια ο εκδοτικός οίκος Εξάντας, η Μάγδα μού έκανε κι άλλες προτάσεις σχετικές με τα βιβλία που επιθυμούσε και η ίδια να βγάλει, και συνέπιπταν οι επιθυμίες της και με δικές μου επιθυμίες. Δηλαδή ξεκινήσαμε και προχωρήσαμε με δύο βιβλία του Ζαν Ζενέ [Jean Genet], Το ημερολόγιο ενός κλέφτη και την Παναγία των λουλουδιών. Έτσι, μπήκα σε ένα είδος, ας πούμε, επαγγελματικής σχέσης με τη μετάφραση που δεν την είχα προβλέψει από πριν και κατόπιν, με την ίδρυση ενός άλλου εκδοτικού οίκου, του οποίου επίσης μετέφρασα το πρώτο βιβλίο του, κατά σύμπτωση, ήταν οι εκδόσεις Άγρα και το πρώτο βιβλίο αυτό ήταν Η ιστορία του ματιού του Ζωρζ Μπατάιγ [Georges Bataille], κάπου το ’79 με  ’80. Έκτοτε συνεργάστηκα για πολλά χρόνια με τις εκδόσεις Άγρα, που εξέδωσαν και δικά μου βιβλία, και ακολούθησαν πολλές μεταφράσεις κυρίως ή μαλλον αποκλειστικά απ’ τη γαλλική γλώσσα.

Έχετε μια μακρά πορεία, λοιπόν, στη μετάφραση.

Έχω μια μακρά πορεία, ναι.

Τι σημαίνει για εσάς «μεταφράζω», λοιπόν;

Κοιτάξτε, καταρχήν εγώ θεωρώ τη μετάφραση μαζί με την ανάγνωση δύο ιδιότητες που τις προτάσσω του συγγραφέα, θα ‘λεγα. Θεωρώ την ανάγνωση βασικότατη προϋπόθεση για τη γραφή, δηλαδή είμαι ένας φανατικός και μανιακός, θα ‘λεγα, αναγνώστης. Αλλά η μετάφραση είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την ανάγνωση, διότι ο μεταφραστής είναι ο πρώτος αναγνώστης αυτού που θα προκύψει με τη μετάφραση ενός κειμένου, δηλαδή είναι ο πρώτος και βαθύτερος –θα πρέπει να είναι– αναγνώστης του κειμένου που του έχουν αναθέσει ή παραγγείλει για να το μεταφράσει. Εγώ ήμουν τυχερός, διότι ποτέ δεν μετέφρασα με τη στυγνή και τη στενή επαγγελματική έννοια του όρου, διότι πάντα μετέφραζα βιβλία που τα ήθελα κι εγώ ή που τα πρότεινα εγώ, στη μακρά περίοδο που συνεργάστηκα με τις εκδόσεις Άγρα, οπότε ήταν μια σύμπτωση εκδότη και μεταφραστή η οποία απέδωσε καλά αποτελέσματα.

Και στη διάρκεια των μεταφράσεων, λοιπόν, των διαφορετικών, έχετε μεταφράσει από τα γαλλικά.

Ναι, δεν είναι μόνο από τα γαλλικά, διότι μετέφρασα αρκετά έργα και της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, δηλαδή εννοώ τραγωδίες. Και κωμωδία, πέρασα και στον Αριστοφάνη τα τελευταία χρόνια, έχω μεταφράσει και τους τρεις τραγικούς. Ξεκίνησε με τον Ευριπίδη, μετά ήταν ο Αισχύλος, προηγήθηκε ο Αριστοφάνης, και μετά ο Σοφοκλής. Το τελευταίο μου είναι η Αντιγόνη που μετέφρασα, η οποία ήταν μια παραγγελία, επίσης, και παίζεται από προχθές στην Αθήνα.

Και όσον αφορά τη διαδικασία της μετάφρασης, τι μεταφραστικά προβλήματα συναντάτε, δυσκολίες, και πώς το αντιμετωπίζετε; Μπορεί να έχετε και κάποιο παράδειγμα ίσως στο μυαλό σας από κάτι που σας δυσκόλεψε.

Δεν θα το έθετα έτσι για δυσκολίες. Η μετάφραση είναι από τη φύση της πάντα δύσκολη. Το θέμα είναι πώς λειτουργεί ο μηχανισμός της μετάφρασης σε κάθε μεταφραστή. Δηλαδή κάθε μεταφραστής που είναι μια ξεχωριστή, ας πούμε, περίπτωση, τι σημαίνει για αυτόν η μετάφραση και πώς τη διαχειρίζεται. Για εμένα υπάρχουν κάποιες βασικές αρχές για να μεταφράζω, έτσι; Ως πρώτη θα έθετα την πιστότητα, ως δεύτερη την ακρίβεια, και ως τρίτη, η οποία προκύπτει από τις δύο προηγούμενες, την απόδοση του τι λέει το έργο αυτό. Δηλαδή χωρίς την πιστότητα και την ακρίβεια και αν θέλετε και μία που δεν είναι σεβασμός, όχι, όχι, είναι –πώς να σου πω;– επιδίωξη, στόχος, φιλοδοξία να μην υποβαθμιστεί το έργο, να περάσει στη μετάφραση όσο γίνεται καλύτερα χωρίς να χάνει ούτε το ύφος του –καταρχήν αυτό, το ύφος, το συγγραφικό ύφος, ο κάθε συγγραφέας έχει και το δικό του– και, βέβαια, το τι λέει, τα νοήματά του. Που σημαίνει, δηλαδή, ότι ακόμα και σε ένα μυθιστόρημα, όπως είναι αυτό το τελευταίο που εκδόθηκε του Πιερ Ντριε Λα Ροσέλ [Pierre Drieu La Rochelle] Το φθίνον φως, δεν έχει ας πούμε φιλοσοφικές διαστάσεις όπως έχουν τα βιβλία του Καμύ [Camus], του Σαρτρ [Sartre], κλπ. Και είναι μια αφήγηση έτσι; Αλλά η κάθε λέξη πρέπει να αποδοθεί μ’ αυτό που σημαίνει και που σήμαινε και για τον συγγραφέα της για να τη βάλει μέσα στο κείμενό του. Άρα είμαι ένας μεταφραστής που δεν περιορίζεται, επικεντρώνεται απολύτως στην πιστότερη, δηλαδή την ακριβέστερη απόδοση του πρωτοτύπου.

Υπάρχει κάποιο έργο που μεταφράσατε στη διάρκεια του οποίου είπατε «είναι πιο δύσκολο το να πετύχω αυτούς τους τρεις στόχους» που μόλις αναφέρατε;

Ναι, κοιτάξτε, γιατί έχω μεταφράσει και δοκίμιο, εκτός απ’ τον Χώρο της λογοτεχνίας, το δοκίμιο το μεγάλο αυτό του Μπλανσό, έχω μεταφράσει και δύο ή τρία πεζογραφήματά του. Την Τρέλα της ημέρας και τον Τελευταίο άνθρωπο. Επίσης, εκτός από τα δύο πεζογραφήματα που έχω μεταφράσει του Μπατάιγ, την Ιστορία του ματιού και τη Μαντάμ Εντουαρντά, έχω μεταφράσει και κυκλοφορεί τώρα στο Πλέθρον ένα σπουδαίο φιλοσοφικό του –γιατί υπήρξε και φιλόσοφος, στοχαστής– που λέγεται Η εσωτερική εμπειρία. Ποια ήταν ακριβώς η ερώτησή σου; 

Αν κάποιο έργο ας πούμε…

Α, οι δυσκολίες. Κοίτα, όχι ανυπέρβλητες. Τώρα συναντώ κάποιες ανυπέρβλητες δυσκολίες με δύο συγγραφείς οι οποίοι, ο ένας έχει μεταφραστεί, ένα βιβλίο του μόνο στα ελληνικά: ο ένας είναι ο Πιερ Κλοσοφσκί ή Κλοσόφσκι [Pierre Klossowski], πολωνικής καταγωγής αλλά Γάλλος, στα γαλλικά έγραψε όλα τα έργα του, και ο άλλος είναι ένας εντελώς άγνωστος, Γάλλος πάλι, συγγραφέας που λέγεται Ρεϊμόν Ρουσέλ [Raymond Roussel]. Εδώ πραγματικά συναντώ, όχι δυσκολίες, θα έλεγα και εμπόδια, διότι απαιτούν ο μεν πρώτος πάρα πολύ γνωστική προετοιμασία, για να καταλάβεις τι είναι αυτό που μεταφράζεις, γιατί έχει και ιστορικές παραπομπές, έχει επίπεδα ιστορικά, φιλοσοφικά πάρα πολλά και πρέπει να γίνει κατανοητό αυτό που έλεγα πριν, έτσι; Ειδικά στην περίπτωση αυτή, που αν δεν καταλάβεις και δεν αποδώσεις ακριβώς τι είναι αυτό – αλλά για να το καταλάβεις θέλει δουλειά, προετοιμασία και μου παίρνει χρόνια, διότι κάθε τόσο σταματώ και στο επίπεδο της κατανόησης του έργου αυτού. Το δεύτερο του Ρουσέλ έχω αποπειραθεί και το έχω ξεκινήσει, διότι με ενδιαφέρει πάρα πολύ το εντελώς παράδοξο, σχεδόν εξωφρενικό συγγραφικό του στυλ, που έχει πάρα πολλές υφολογικές δυσκολίες εκεί. Και κατανόησης επίσης. Αλλά νομίζω ότι πάντα, απ’ τις πρώτες μεταφράσεις που έκανα –διότι μία από τις πρώτες ήταν κι ένα βιβλίο του Κώστα Αξελού, Ο Ηράκλειτος και η φιλοσοφία, πάλι στις εκδόσεις Εξάντας– πάντα επέλεγα, κι ακόμη και τα βιβλία που μου ζητούσαν ήταν βιβλία τα οποία είχαν πολύ υψηλό βαθμό δυσκολίας πάντα. Η δυσκολία με την έννοια αυτή που σας είπα, δηλαδή το να καταλάβεις και να αποδώσεις το ύφος του συγγραφέα.

Και, περνώντας από τις δυσκολίες της διαδικασίας της μετάφρασης, ας περάσουμε στις δυσκολίες του επαγγέλματος της μετάφρασης. Τι δυσκολίες αντιμετωπίζει ένας μεταφραστής;

Το επάγγελμα; Μόνο δυσκολίες. Σχεδόν αποτρεπτικές δυσκολίες. Δηλαδή, πρέπει να ομολογήσω ότι με τις εκδόσεις Άγρα είχα μια πολύ καλή σχέση. Κάθε μετάφραση… Εννοείτε, βέβαια, το θέμα της αμοιβής, έτσι δεν είναι;

Και των συνθηκών εργασίας, αναγνώρισης…

Με τον Εξάντα πληρωνόμουν κατ’ αποκοπή ή, ξέρω ‘γω, μ’ έναν τρόπο που ήταν αρκετά κατώτερος της δουλειάς που έκανα. Κοιτάξτε, συν τω χρόνω, απέκτησα μια θέση στον μεταφραστικό χώρο που μου επιτρέπει, όχι να ζητήσω, αλλά, εκ των πραγμάτων, η αμοιβή μου είναι αντίστοιχη με την αξία του βιβλίου και τις δυσκολίες επίσης του βιβλίου που μεταφράζω.

Αναφέρατε πριν τη συνεργασία με τις εκδόσεις Εξάντας, αργότερα με τις εκδόσεις Άγρα, πώς είναι γενικώς η σχέση ενός μεταφραστή με τους εκδοτικούς οίκους, με τους εκδότες;

Με τους εκδότες, ναι. Πολύ σωστά το θέτεις. Κοίταξε, με τον Εξάντα σάς είπα ότι είχα αυτή την πολύ φιλική σχέση με τη Μάγδα Κοτζιά, η οποία δεν χάλασε η σχέση μας ούτε η φιλία μας, η σχέση μας εννοώ η επαγγελματική, καθόλου. Απλώς, επειδή δόθηκα πάρα πολύ και συνδέθηκα πάρα πολύ με τον εκδότη των εκδόσεων Άγρα, τον Σταύρο Πετσόπουλο, είχαμε μια σχέση πολύ στενή, φιλική, μια σχέση η οποία ήταν… σχεδόν συμπίπταμε στις επιλογές μας. Δηλαδή όταν μου ζητούσε ένα βιβλίο να μεταφράσω ήδη το είχα στο μυαλό μου από πριν. Αυτό κράτησε πολλά χρόνια με τις εκδόσεις Άγρα. Στο μεταξύ, επειδή μετέφρασα και πολύ αρχαίο δράμα, έχω συνεργαστεί και με θέατρα. Που είναι μια άλλη κατάσταση εκεί, βέβαια πιο αποδοτική χρηματικά, διότι συνδέεται με παραστάσεις αυτό το πράγμα, έτσι; Έχεις ποσοστά και ειδικά το αρχαίο δράμα –ένα έργο, εννοώ, του αρχαίου δράματος– όταν παίζεται περνάει από αρχαία θέατρα, ειδικά απ’ την Επίδαυρο, υπάρχουν ικανά χρηματικά ποσά εκεί. Αλλά αυτό συμβαίνει μία φορά σε κάποια χρόνια, δεν είναι τακτικό. Οπότε κι εκεί δεν βλέπεις ας πούμε… Θα πρέπει να δουλεύεις συστηματικά, να μεταφράζεις κάθε χρόνο δύο και τρία έργα από αυτά της αρχαίας γραμματείας, για να πεις ότι έχεις έσοδα. Ποτέ δεν την είπα τη λέξη αυτή, μόνο έξοδα έχω. Γιατί και ο χρόνος που καταναλώνεις, και η προσπάθεια που κάνεις, και η προεργασία, και η εργασία δεν αντιστοιχούν στην αμοιβή σου. Ποτέ. Αμείβεσαι σύμφωνα με κάποιους όρους που υπάρχουν στην αγορά, αλλά αυτοί οι όροι δεν αντιστοιχούν στην έκταση –εννοώ και σε χρόνο και σε ποσότητα δουλειάς– που είναι πάντα πολύ κατώτερη η αμοιβή από τη δουλειά που έχεις προσφέρει.

Και όσον αφορά την επιμέλεια είναι απαραίτητη θεωρείτε σε μια μετάφραση;

Α, όχι μόνο απαραίτητη, και αναγκαία. Πολλές φορές αναλαμβάνω κι εγώ να το κοιτάξω το βιβλίο όταν είναι πια στη σελιδοποίηση ή λίγο πριν. Θα σας πω κάτι που κάτι σημαίνει για την εποχή, δηλαδή όταν βγήκαν τα δύο βιβλία του Ζενέ στον Εξάντα και τα οποία επανεκδόθηκαν αρκετές φορές και μετά πέρασαν σε μια «Λευκή σειρά», όπως λέγεται, του Εξάντα με τα σκληρά εξώφυλλα. Έχω ακόμα – είναι πέντε σελίδες δακτυλογραφημένες με τυπογραφικά λάθη. Αλλά όταν λέμε λάθη δεν είναι ότι λείπει ένα κόμμα ή μια άνω τελεία που γίνεται τελεία ή, ξέρω ‘γω, μία λέξη. Έλειπαν φράσεις μέσα σε φράσεις, πολύ σοβαρά, και δεν επανορθώθηκαν, δηλαδή σε κάθε ανατύπωση κρατούσαν το προηγούμενο. Αυτό με πείραξε πάρα πολύ και τώρα σε μία ενδεχόμενη, μελλοντική επαναφορά έχω επικοινωνήσει με τους νέους ιδιοκτήτες του Εξάντα για να το κοιτάξω απ’ την αρχή όλο. Πάντως αυτό το ξανακοίταγμα το έκανα και πρόπερσι όταν ήταν να επανεκδοθεί Ο χώρος της λογοτεχνίας του Μπλανσό –μιλάμε τώρα για την ερώτηση που μου κάνατε για την επιμέλεια, έτσι;– που αποφάσισε το Πλέθρον να επανεκδώσει τη μετάφρασή μου. Και την ξαναείδα, μάλλον μου την έστειλαν σε ηλεκτρονική μορφή για να την κοιτάξω και να γίνει πιο εύκολα η συναλλαγή, η επικοινωνία. Λοιπόν, μου πήρε πέντε μήνες, διότι το ξαναμετέφρασα το βιβλίο απ’ την αρχή. Είδα, δηλαδή, ότι, ναι, ήταν ένα κείμενο που εκδόθηκε, μάλλον μεταφράστηκε, τέλη της δεκαετίας του ‘70 και εκδόθηκε το ‘80 και για μένα δεν ίσχυε πια αυτή η μετάφραση. Δηλαδή εγώ ο ίδιος τη διόρθωσα και έγινε μία νέα μετάφραση, έτσι; Λοιπόν, μου πήρε ένα ολόκληρο καλοκαίρι και την παρέδωσα κάπου τον Οκτώβριο για να εκδοθεί και ήταν πραγματικά, δηλαδή εκ βάθρων, νοήματα, λέξεις τα πάντα. Αναθεώρησα τον εαυτό μου και το ευχαριστήθηκα πάρα πολύ. Να διορθώνεις τον εαυτό σου, δηλαδή να εντοπίζεις τα λάθη σου και να μπορείς να τα επανορθώσεις είναι πάρα πολύ ωραίο.

Και, κλείνοντας, δύο ερωτήσεις για το μέλλον της μετάφρασης.

Για το μέλλον της μετάφρασης;

Πώς φαντάζεστε το μεταφραστικό επάγγελμα στο μέλλον;

Κοίταξε, δεν το βλέπω σαν επάγγελμα, γιατί πια μεταφράζω αραιά και δεν αισθάνομαι τον εαυτό μου αποκλειστικό, δεν είμαι κάποιος που μεταφράζει μόνο. Έχω και τη συγγραφική μου δουλειά την οποία προτάσσω πια. Κοίταξε, έχω προτάσεις για μεταφράσεις. Πέρσι το καλοκαίρι μετέφρασα την Αντιγόνη μετά από παραγγελία κι η οποία παίζεται τη στιγμή αυτή. Θα παιχτεί ο Προμηθέας Δεσμώτης… Εκδόθηκε μόλις μια μετάφρασή μου στο Σαιξπηρικόν, ένα βιβλίο του Πιερ Ντιε Λα Ροσέλ, Το φθίνον φως. Οι εκδόσεις Νεφέλη εκδίδουν τα θεατρικά μου έργα και τις θεατρικές μου μεταφράσεις. Έχει βγει ήδη εκεί ο Οθέλλος, έχουν βγει κι άλλα, ο Μολιέρος [Molière] – έχω μεταφράσει εκεί κι άλλα.

Οπότε υπάρχει πολλή κινητικότητα.

Οπότε υπάρχει μια κινητικότητα, γιατί γίνονται και επανεκδόσεις των μεταφράσεων αυτών. Και αυτές οι μεταφράσεις που σας είπα πριν, οι πολύ δύσκολες, το βιβλίο του Κλοσοφσκί και το βιβλίο του Ρουσέλ, που τις έχω αρχίσει και για μένα, έτσι; Δηλαδή έχω βάλει μπροστά κάποιες μεταφράσεις που θέλω να τις κάνω και όταν τις αναφέρω σε εκδότες ενδιαφέρονται. Άρα το μέλλον, όπως με ρώτησες, είναι ανοιχτό και νομίζω πάντα όσο θα μπορώ, θα μεταφράζω, θα ανταποκρίνομαι σε κάποια μετάφραση που πάντα με ενδιαφέρει. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ.

Και γενικότερα το μέλλον της μετάφρασης, του κλάδου;

Ε, το μέλλον της μετάφρασης, νομίζω ότι… Κοίταξε, δεν μπορεί να υπάρξει πολιτισμός χωρίς μετάφραση. Και πάντα θα γίνονται μεταφράσεις, νομίζω στην Ελλάδα είμαστε σε πολύ καλό σημείο, έχουμε πολύ καλούς μεταφραστές, από πολλές πια γλώσσες, απ’ το πρωτότυπο εννοώ. Και δεν θα σταματήσει αυτό, διότι και βιβλία σημαντικά ακόμα δεν έχουν μεταφραστεί και πρέπει να μεταφραστούν, και η μετάφραση είναι μια αναγκαία προϋπόθεση του πολιτισμού και των ανταλλαγών μεταξύ των λαών, της σκέψης και της λογοτεχνίας, αλλά και είναι ένα στοιχείο, διότι χωρίς τη μετάφραση δεν υπάρχει πολιτισμός. Αν σκεφτεί κανείς μόνο πώς πέρασε ο Αριστοτέλης μέσω των Αράβων στην Ευρώπη, και από εκεί προήλθε η Αναγέννηση, με τις μεταφράσεις. Η μετάφραση είναι μια προϋπόθεση πολιτισμού, βασική και αναγκαία.

Και, κλείνοντας, τι συμβουλή θα δίνατε σε έναν φοιτητή ή μια φοιτήτρια που θα ήθελε να ασχοληθεί με το επάγγελμα της μετάφρασης;

Συμβουλή;

Ναι.

Κοίταξε να σου πω, αυτά που είπα στην αρχή εγώ. Αλλά είναι προσωπικές επιλογές αυτές, έτσι; Θα εξαρτηθεί αν η επαγγελματική τους ενασχόληση θα συνδυαστεί και κάποιες με δικές τους προτιμήσεις. Δεν μπορώ να επιβάλω. Μπορώ να συμβουλεύσω με την έννοια αν με ρωτήσουν, ας πούμε. Τι νομίζεις γι’ αυτό ή για εκείνο. Πάντως θα τελειώσω κι εγώ μ’ αυτές τις προϋποθέσεις που είπα στην αρχή. Δηλαδή δεν μπορώ να διανοηθώ παρεμβάσεις σε μετάφραση, είτε είναι λογοτεχνία ξένη πάντα, γι’ αυτό μιλούμε, ή στοχασμός, φιλοσοφική σκέψη είτε αρχαίο δράμα όπου και έχουν αρχίσει να υπάρχουν συμπτώματα δυσάρεστα –μιλώ τώρα για το αρχαίο δράμα– ανεξήγητων αλλά σοβαρών επεμβάσεων στο πρωτότυπο κείμενο, με προσθήκες στίχων. Και βέβαια, κατά τη γνώμη μου, –πώς να το πω;– με παραφράσεις πια, δηλαδή με προσαρμογές ανάλογα με τις ανάγκες μιας παράστασης –μιλώ τώρα για το θέατρο–, μιας παράστασης, ενός κοινού, μιας περιοδείας, που σημαίνει δηλαδή πάντα υποβάθμιση. Πρέπει να κρατηθούν τα έργα αυτά στο ύψος τους, το οποίο και να το θέλουμε δεν μπορούμε να το φτάσουμε, έτσι; Εγώ τις μεταφράσεις μου του αρχαίου δράματος τις θεωρώ και αποτυχίες κάπου. Δεν φτάνουν σ’ αυτό το επίπεδο. Αλλά με τα χρόνια έχω κάπου καταφέρει να έχω κερδίσει κάποια στάδια προς εκείνο τον στόχο. Αλλά πάντα, όπως σας είπα, μ’ αυτή την επιδίωξη, να αποδοθεί το κείμενο στο επίπεδο της αξίας του. Και, ειδικά όταν μιλάμε για πολύ μεγάλα ποιητικά κείμενα, να φτάσουμε κάπου σε ένα σημείο που να είναι όσο γίνεται πιο κοντά σε αυτό το ποιητικό μέγεθος που έχουν αυτά τα αριστουργήματα.

Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ για τον χρόνο σας.

Κι εγώ σας ευχαριστώ.

Βιογραφικό

Ο Δημήτρης Δημητριάδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1944. Σπούδασε Θέατρο και Κινηματογράφο στις Βρυξέλλες από το 1963 ως το 1968. Εκεί έγραψε το 1966 το πρώτο θεατρικό του έργο, Η τιμή της ανταρσίας στην μαύρη αγορά, το οποίο ανέβασε ο Patrice Chereau το 1968 στο Theatre d’ Aubervilliers στο Παρίσι. Το 1978 εκδόθηκε το Πεθαίνω σαν χώρα, το πρώτο του πεζογράφημα, και το 1980 η πρώτη του ποιητική ενότητα Κατάλογοι 1-4. Παράλληλα με τη συγγραφή θεατρικών έργων, πεζογραφίας και ποίησης, ο Δημήτρης Δημητριάδης ασχολήθηκε συστηματικά με τη μετάφραση πεζογραφημάτων των Honoré de Balzac, Georges Bataille, Maurice Blanchot, Jean Genet, Witold Gombrowicz, Bernard-Marie Koltès, Gérard de Nerval, καθώς και με τη μετάφραση θεατρικών έργων των Ευριπίδη, Molière, Shakespeare, Georges Courteline, Jean Genet και Tennessee Williams για διάφορα θέατρα. Το 2003 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος για το έργο του Η ανθρωπωδία. Μια ατελής χιλιετία (εκδ. Καστανιώτη).

Επιλεγμένες μεταφράσεις

Gombrowicz, Witold (1987). Η πορνογραφία [La pornographie]. Αθήνα: Ηριδανός.

Nerval, Gérard de (1989). Αυρηλία ή το όνειρο και η ζωή [Aurelia ou le reve et la vie]. Αθήνα: Άγρα.

Balzac, Honoré de (1993). Το άγνωστο αριστούργημα [Le chef – D’ oeuvre inconnu]. Αθήνα: Άγρα.

Blanchot, Maurice (1994). Ο τελευταίος άνθρωπος [Le dernier homme]. Αθήνα: Άγρα.

Genet, Jean (2007). Το μπαλκόνι [Le balcon]. Αθήνα: Ύψιλον.

Shakespeare, William (2007). Μακμπέθ [Macbeth]. Θεσσαλονίκη: Σαιξπηρικόν.

Koltès, Bernard-Marie (2008). Ρομπέρτο Τσούκκο. Ταμπατάμπα. Ένα υπόστεγο στή δύση [Roberto Zucco]. Αθήνα: Άγρα.

Bataille, Georges (2009). Η ιστορία του ματιού [Histoire de l’ oeil]. Αθήνα: Άγρα.

Robbe-Grillet, Alain (2012). Φύση, ανθρωπισμός, τραγωδία [Nature, humanisme, tragédie]. Αθήνα: Alloglotta.

Ponge, Francis (2019). Το σαπούνι  [Le savon]. Αθήνα: αντίποδες.

Βραβεία

Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2003

Συνέντευξη: Ματίνα Κωνσνταντινίδου και Φωτεινή Πατεινάρη 
Ημερομηνία και τόπος:
Μάιος 2019, Θεσσαλονίκη
Παραπομπή: Βηδενμάιερ, Ανθή, Λάμπρου, Δέσποινα και Πατεινάρη, Φωτεινή (2021). «Συνέντευξη με τον Δημήτρη Δημητριάδη», Πορτρέτα μεταφραστριών και μεταφραστών. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. 

Κατηγορία: μεταφράστρια/μεταφραστής, αγγλικά–ελληνικά, μετάφραση πεζογραφίας, αρχαία ελληνικά–ελληνικά, θεατρική μετάφραση, γαλλικά–ελληνικά