Μενού Κλείσιμο

Γιάννα Τσόκου

Απομαγνητοφώνηση

Καλημέρα σας, λοιπόν! Πώς προέκυψε στη ζωή σας η θεατρική μετάφραση;

Καλημέρα. Τη θεατρική μετάφραση, την χρωστάω σ’ έναν φίλο σκηνοθέτη, τον Μάρτιν τον Σάρνχορστ [Martin Scharnhorst]. Εγώ σπούδασα στη Βιέννη και ο Μάρτιν είναι Βιεννέζος, είναι Αυστριακός μάλλον. Γνωριστήκαμε στην Ελλάδα και κάποια στιγμή, μιλώντας για τα θεατρικά πράγματα και τα λοιπά, μου λέει «Γιατί δεν μεταφράζεις;». Εμένα αυτό ήταν ένα πράγμα που το σκεφτόμουν πολύ καιρό. Δηλαδή ήταν στο πίσω μέρος του μυαλού μου σαν κάτι που ήθελα να κάνω. Με γοήτευε. Αλλά δεν είχε προκύψει, δεν είχα βρει το κείμενο. Μου ‘δωσε, λοιπόν, ένα κείμενο, θυμάμαι, του Τουρίνι, του Πέτερ Τουρίνι [Peter Turrini] και το μετέφρασα. Και έτσι ξεκίνησε αυτή η ιστορία. Τα χρωστάω λοιπόν στον Μάρτιν τα κείμενα που έχω μεταφράσει. Όλα σχεδόν. Εγώ με το θέατρο ασχολούμαι, αλλά δεν είχε τύχει με κάποιον άλλο τρόπο να έρθω κοντά στη μετάφραση. Παρόλο που έχω φίλους μεταφραστές και μάλιστα που έχουνε ζήσει και στη Βιέννη και είναι και πολύ σημαντικοί θεατρικοί μεταφραστές αυτή τη στιγμή. Και μάλιστα αυτό το πρώτο κείμενο που μετέφρασα είχαμε την τύχη να το κάνουμε ένα θεατρικό αναλόγιο με τον Σίμο τον Κακάλα και τη Δήμητρα την Κούζα στο Στρατόπεδο Κόδρα. Ήταν κάτι που έκανε τότε ο Δαμιανός ο Κωνσταντινίδης για να διαβαστούν καινούργια κείμενα. Και είχα την τύχη να το ακούσω. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Ειδικά για έναν μεταφραστή του θεάτρου. Γιατί εγώ, παρόλο που ξεκίνησα ως ηθοποιός, μεταφράζοντας ουσιαστικά το μιλούσα το κείμενο. Γιατί αν αυτό το κείμενο δεν μιλιέται και δεν έχει έναν ρυθμό στη γλώσσα που το μεταφράζεις και πέσεις στην παγίδα να θες να είσαι πολύ πιστή στον συγγραφέα, αλλά κάνοντας σκόντο στη δική σου τη γλώσσα, κάπου θα χάσεις το παιχνίδι. Αυτό είναι που είναι το μεγάλο στοίχημα. Και είχα την τύχη, λοιπόν, να τ’ ακούσω το κείμενο αυτό. Και αυτό μου είχε δώσει πάρα πολύ μεγάλη χαρά. Έτσι ξεκίνησε αυτή η περιπέτεια, η οποία τελικά ακόμα κρατάει. Να πω, βέβαια, ότι πολλά απ’ τα κείμενα που μετέφρασα δεν έχουνε παιχτεί. Είναι και λίγο δύσκολα κείμενα. Έχουνε παιχτεί όμως κάποια σε λίγες, μικρές παραστάσεις, εκτός απ’ το τελευταίο που παίχτηκε τώρα στο Κρατικό [σ.σ. Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος]. Είναι του Χάχφελντ [Hachfeld], είναι ένα κείμενο. Χάχφελντ είναι ο συγγραφέας που έγραψε τον Μορμόλη. Έχει να κάνει με έναν πάρα πολύ σημαντικό θεατρικό οργανισμό στο Βερολίνο, που αφορά το θέατρο για νέους θεατές, που λέγεται GRIPS Theater. Το GRIPS Theater έχει μια πολύ σημαντική συμβολή στο θέατρο για νέους και εφήβους. Να σας πω μόνο ότι είναι ένα απ’ τα θέατρα τα οποία επηρέασαν πάρα πολύ την Ξένια Καλογεροπούλου. Να σας θυμίσω, ο Μορμόλης είναι μία περίπτωση. Μαζί με τον αδερφό του, λοιπόν, ο Χάχφελντ, τον αδερφό του τον Φόλκερ Λούντβιχ [Volker Ludwig], έχουνε γράψει σημαντικά έργα. Ο θίασος αυτός παίζει μόνο έργα που γράφονται για τον θίασο αυτό. Δεν παίρνει δηλαδή έργα άλλων, Αμερικάνων συγγραφέων. Έχει έναν πολύ συγκεκριμένο στόχο, να αφουγκράζεται τα προβλήματα των νέων σε κάθε συγκεκριμένη συγκυρία και από ‘κει μέσα να αντλεί τα θέματα και να γράφει θεατρικά έργα. Αυτό το έργο, λοιπόν, το Σε μένα μιλάς;, όπως παίχτηκε εδώ στη σκηνοθεσία της Στέλλας της Μιχαηλίδου, έχει τον αρχικό τίτλο Eins auf die Fresse. «Eins auf die Fresse» σημαίνει «στα μούτρα». Παραπέμπει και στο in-yer-face theatre των Άγγλων και τα λοιπά. Κι έχει να κάνει με το πολύ σημαντικό θέμα του bullying και της σεξουαλικότητας. Αυτό εγώ το έργο το είχα στο συρτάρι μου πάρα πολλά χρόνια. Δηλαδή πρέπει να το μετέφρασα γύρω στο ‘06, ‘07; Και κάποια στιγμή το έδωσα σε κάποιους φίλους που εμπιστευόμουνα να το διαβάσουν, να μου πουν για τη μετάφραση, να το ‘χουν υπόψη τους, και το ξέχασα. Είναι προς τιμήν της Στέλλας της Μιχαηλίδου, λοιπόν, που κατάλαβε ότι είναι η σωστή στιγμή, το πρότεινε στο Κρατικό Θέατρο και το Κρατικό Θέατρο τόλμησε να το ανεβάσει. Σκεφτείτε ότι σήμερα αυτό το έργο που παίζεται σταθερά στο GRIPS Theater, γιατί πραγματικά είναι ένα θέμα που δυστυχώς δεν έχει πάψει, ακόμα και σήμερα υπήρξαν εκπαιδευτικοί οι οποίοι δεν τόλμησαν να στείλουνε τα παιδιά να δουν το έργο. Υπήρξε καθηγητής της Θεολογίας, ο οποίος έστειλε γράμμα στο Κρατικό, λέγοντας, απειλώντας ότι θα πάρει το πρωτότυπο κείμενο για να μετρήσει πόσες φορές λέγεται η λέξη τάδε. Εννοείται ότι το έργο είναι στη γλώσσα των παιδιών. Έτσι; Εννοείται! Και γι’ αυτό και αγγίζει τα παιδιά που το βλέπουν. Ένα θέμα, λοιπόν, πολύ μεγάλο, για να πιάσουμε το θέμα του μεταφραστή, είναι ένα κείμενο που είναι του τότε πώς το φέρνεις στο σήμερα. Εδώ κάναμε μια δουλειά, κι αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, ειδικά όταν μεταφράζεις θέατρο, με τον σκηνοθέτη για τις ανάγκες της παράστασης. Να πω ότι πρόσθεσε στίχους η Μάρα η Τσικάρα, που μελοποίησε ο Κώστας ο Βόμβολος και είχαν πολύ μεγάλη επιτυχία. Το θεατρικό, λοιπόν, κείμενο, το αρχικό, είναι ένα σώμα. Ένα σώμα το οποίο αναγεννάται ξανά μέσα απ’ την παράσταση. Απ’ την κάθε παράσταση που θα το ξυπνήσει. Γιατί την ίδια παράσταση αν θελήσουμε να την κάνουμε κάπου, ξέρω ‘γω, σ’ ένα ΔΗΠΕΘΕ, στην Αθήνα, οπουδήποτε, εννοείται ότι θα το δουν αλλιώς το έργο. Εννοείται ότι θα το ξαναπιάσουμε απ’ την αρχή. Και αν έρθουν να το ζητήσουν μετά από πέντε χρόνια, θα πρέπει να βρούμε άλλες εκφράσεις. Αυτή τη στιγμή, ας πούμε, εγώ μετέφρασα μια φράση «και καλά», σήμερα μπορούμε να το πούμε «κουλ». Οτιδήποτε άλλο. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό της θεατρικής μετάφρασης. Οφείλει να ακούει πάντοτε τη γλώσσα και την εποχή στην οποία θα παιχτεί, στον τόπο όπου θα παιχτεί. Αυτό. Εσείς πείτε μου τι άλλο σας ενδιαφέρει.

Πάνω σε αυτό ήθελα να ρωτήσω: τι είδους άλλα μεταφραστικά προβλήματα συναντάτε συνήθως σε αυτή τη διαδικασία; Πώς τα ξεπερνάτε;

Κυρίως είναι τα προβλήματα έκφρασης. Εγώ προσωπικά, επειδή δεν είμαι επαγγελματίας μεταφράστρια, η δουλειά μου είναι άλλη, αυτό είναι μάλλον ένα κομμάτι ενός παζλ εργασιών. Δεν είμαι ένας άνθρωπος που, δηλαδή, θέλω να πω, έχει ενσκήψει πάνω στη μετάφραση, για να σας πω πραγματικά ποια είναι έτσι τα προβλήματα όταν δουλεύεις με το θέατρο. Και κυρίως μεταφράζω κείμενα τα οποία έχουνε άμεσο λόγο. Ας πούμε, αν μου δίνατε να μεταφράσω έναν Ο’Νηλ [O’Neill], ένα κείμενο, ή έναν Σέξπιρ, εννοείται ότι θα έλεγα «Παιδιά, ας το κάνει κάποιος που ξέρει καλύτερα αυτή τη δουλειά». Αυτά τα κείμενα, λοιπόν, έχουνε αυτό το παιχνίδι. Ότι πρέπει να βρεις, να βγει απ’ το δικό σου στόμα η έκφραση. Αυτό που εννοεί ο συγγραφέας στη δική του γλώσσα να το βρεις εσύ στη δική σου τη γλώσσα. Ένα είναι αυτό. Ένα είναι, λοιπόν, οι εκφράσεις, οι τρέχουσες εκφράσεις, γιατί συνήθως μιλάμε για καθημερινή γλώσσα. Το άλλο βέβαια πάρα πολύ μεγάλο κομμάτι είναι ο ρυθμός. Τι ρυθμό, τι μουσική έχει το κείμενο αυτό; Πώς το ακούς στη γλώσσα; Στα γερμανικά; Γιατί εγώ από γερμανικά μεταφράζω κυρίως. Πώς το ακούς εκεί; Όταν το ακούς, χαίρεσαι τη γλώσσα. Υπάρχει κάτι που λες «Τι ωραία που το λέει! Θα καταφέρεις εσύ να το κάνεις έτσι;». Το μεγάλο στοίχημα είναι να το δει ο θεατής και μην καταλάβει ότι είναι μεταφρασμένο. Να μη σκαλώσει σε μια πρόταση και να πει «Αμάν!». Δηλαδή να ρέει το κείμενο χωρίς να το καταλαβαίνει. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα στο θέατρο. Φαντάζομαι ότι είναι και στη λογοτεχνία, είναι και στο δοκίμιο, είναι και στο επιστημονικό κείμενο, γιατί αλίμονο αν σκαλώνει συνέχεια. Στο θέατρο όμως είναι σαν ξαφνικά να πετάς μια πέτρα σ’ έναν τοίχο όταν σταματάει, σπας τον ρυθμό της παράστασης. Επίσης ο ηθοποιός δεν μπορεί να το πει. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό, ό,τι και να πούμε εμείς οι μεταφραστές, εάν δεν μπορεί ο ηθοποιός να το αρθρώσει, να το κάνει δικό του, σημαίνει ότι κάπου έχεις κάνει ένα λάθος και οφείλεις να το ξαναδείς. Και συνήθως εδώ είναι πάρα πολύ σημαντική η δουλειά συνόλου. Δηλαδή βάζεις κάτω το κείμενο, το δουλεύετε, θα ‘ρθει ο σκηνοθέτης, θα ‘ρθει ο ηθοποιός θα πει «Εδώ κολλάω, κάτι δεν μου βγαίνει. Να το δούμε αλλιώς;». Και πρέπει να είσαι ανοιχτή σε προτάσεις, έτσι; Κανείς δεν είναι σ’ αυτά τα πράγματα τέλειος. Η συνολική δουλειά στο θέατρο, αν θέλετε για μένα, είναι κι η πιο σημαντική αρετή του θεάτρου. Εντάξει;

Είστε ικανοποιημένη με τις απολαβές από τη μετάφραση θεατρικών κειμένων;

Να σας πω κάτι; Δεν τα μετέφρασα αυτά τα κείμενα επειδή πίστευα ότι θα παιχτούν. Καταρχήν, όταν ο Μάρτιν ξεκίνησε – ο Μάρτιν αυτή τη στιγμή έχει φτιάξει μια ομάδα που λέγεται Märzbühne, είναι στην Αθήνα και δουλεύει με κείμενα γερμανικά και ελληνικά. Ήδη επιτέλους καταφέρνει κι αυτός να κάνει τη δική του δουλειά. Έκανε πολλά ταξίδια θεατρικά μέχρι να βρει αυτή την πολύ σημαντική καινούργια πρόταση. Εμένα δεν ήταν αυτή η δουλειά μου. Εάν ήθελα να ζω από τη μετάφραση τη θεατρική, θα έπρεπε να μην κάνω τίποτε άλλο, να ψάχνω κείμενα, να δουλεύω, και να ευελπιστώ ότι θα παιχτούνε. Δεν είμαι ένας άνθρωπος που είμαι μες στον χώρο της μετάφρασης, γνωστός, για να ‘ρθει κάποιος να πει «Βρήκα αυτό το κείμενο, μπορείς να μου το μεταφράσεις, γιατί θα το παίξουμε;». Οπότε δεν μπορώ να μιλήσω για απολαβές. Ακόμα δεν ξέρω, ας πούμε, τι θα πάρω απ’ αυτή τη μετάφραση που παίχτηκε στο Κρατικό και που πιστεύω ότι θα είναι μια πραγματικά ικανοποιητική απολαβή, γιατί είναι ένα έργο που παίζεται για σχολεία. Τα σχολεία πάντα είναι ένα κοινό σίγουρο, ας πούμε. Αυτή είναι η…

Αναφορικά με την επιμέλεια, υπάρχει επιμέλεια στα…

Τώρα, στη δική μου τη δουλειά, εγώ το έστειλα σε φίλους να το δούνε. Να σας πω κάτι. Επειδή είμαι από σόι ανορθόγραφων ανθρώπων, δεν είμαι φιλόλογος, θεατρολογία σπούδασα και δη στην Αυστρία. Λοιπόν, τα όπλα μου σ’ αυτό το κομμάτι, το φιλολογικό, αν θέλετε, δεν είναι σπουδαία. Είναι πιο πολύ ένστικτο, τι έχω μάθει. Θεωρώ απαραίτητη την επιμέλεια. Φυσικά και ναι. Τώρα, όταν έχει να βγει κάτι σε μια παράσταση είναι κάτι άλλο. Δεν είναι ένα κείμενο που θα το διαβάσει κάποιος. Αν πρόκειται να διαβαστεί, οπωσδήποτε. Εγώ θα αισθανόμουνα γυμνή αν δεν έβλεπε κάποιος το κείμενό μου.

Με τους συγγραφείς των θεατρικών έργων τι σχέση έχετε συνήθως;

Κοιτάξτε να δείτε. Θα έλεγα καμία. Γιατί δεν τους έχω γνωρίσει προσωπικά. Τον Τουρίνι τον θυμάμαι, όταν ήμουν στη Βιέννη ήταν κι ένας συγγραφέας που ήταν τότε έτσι πολύ στα… έβγαινε και… Δεν τον γνώρισα ποτέ. Η δουλειά που κάναμε ήταν πιο πολύ, αν θέλετε, περιθωριακή. Δηλαδή είχαμε ένα κείμενο, μεταφράσαμε, διαβάστηκε. Δεν έχει τύχει να πω, ρε παιδί μου, θα αναλάβω την εργογραφία του τάδε συγγραφέα ή της τάδε συγγραφέα για να την μεταφράσω, ας πούμε. Οπότε, μ’ αυτή την έννοια, την γνωρίζω όσο την γνωρίζει κι ένας αναγνώστης που αγαπά το έργο τους. Αυτό, βέβαια, το μεγάλο δώρο είναι πάντοτε –πιστεύω ότι ο κάθε μεταφραστής ή μεταφράστρια το βιώνει– είναι το σπουδαίο ξεκλείδωμα ενός κειμένου που σου χαρίζει η μετάφραση. Αυτό είναι… Όποιος κάνει μια μελέτη, γράφει ένα δοκίμιο ή οτιδήποτε, ασχολείται μ’ ένα θέμα διεξοδικά, καταλαβαίνει τις πολλές πτυχές ενός θέματος που δεν τελειώνουν ποτέ. Συνεχώς σ’ εμπλουτίζουν αυτά τα πράγματα. Κι επίσης, κι ένα άλλο πράγμα, όταν ξαναγυρνάς σ’ ένα κείμενο που έχεις μεταφράσει πριν από χρόνια, είναι ένα στοίχημα αν θα σε ικανοποιήσει τώρα, αν θα το ξαναμεταφράσεις, αν θα το ξαναλλάξεις, ας πούμε.

Τώρα, η κριτική μετάφρασης θεατρικών έργων, φαντάζομαι δεν είναι πολύ διαδεδομένη, αλλά παρ’ όλα αυτά καταρχάς έχετε δεχτεί κριτική και έχετε αισθανθεί ποτέ ότι πρέπει να παρεκκλίνετε από την πρώτη σας προσέγγιση;

Να σας πω κάτι; Εμένα οι μεταφράσεις μου δεν έχουνε παιχτεί τόσο πολύ που να πω ότι… Δεν είμαι ο Γιώργος Δεπάστας, ας πούμε, για να πω ότι έχει γραφτεί κάτι. Για το συγκεκριμένο έργο τώρα που το είδε κόσμος πολύς, ήταν πολύ σημαντική η γνώμη των ανθρώπων, γενικά κι όπου το ‘στειλα ήταν πάρα πολύ θετική η ανταπόκριση. Το αστείο είναι ότι εγώ είμαι κριτικός, αυτή ήταν η δουλειά μου, δηλαδή κριτική έγραφα. Και ως κριτική οφείλω να πω ότι στη μετάφραση –στη θεατρική κριτική– δεν της χαρίζουμε πολύ μεγάλο…, γιατί πιστεύω ότι πάρα πολλοί κριτικοί δεν γνωρίζουν το πρωτότυπο έργο συνήθως. Έτσι; Δηλαδή δεν ψάχνουν να διαβάσουν το έργο. Όποτε έγραφα κριτική ζητούσα πάντοτε να δω το κείμενο το θεατρικό. Είναι για μένα το πρώτο και βασικό πράγμα για να ξαναδιαβάσω μια παράσταση και να την ταυτίσω με τον αρχικό καμβά. Να δω πού πάνω χτίστηκε αυτό το πράγμα; Τι είδαν αυτοί οι άνθρωποι; Γιατί η μνήμη μιας παράστασης πολλές φορές είναι ένα επίπεδο, η γνώση όμως του πού πάνω πατάει είναι το πρώτο και βασικό επίπεδο για να χτίσεις μια, αν θέλετε, τίμια κριτική. Αυτό.

Είστε αισιόδοξη για το μέλλον της μετάφρασης στην Ελλάδα;

Ναι. Θεωρώ πως ναι. Καταρχήν, τώρα, αν μιλάμε ειδικά για το θέατρο, βλέπετε πόσες πολλές παραστάσεις παίζονται. Δηλαδή είναι ένα πράγμα προς μελέτη. Βέβαια έχουμε τμήματα θεατρολογίας ουκ ολίγα. Επίσης ένα πάρα πολύ μεγάλο ερώτημα. Εκ των οποίων βέβαια τα περισσότερα έχουν μια πιο φιλολογική κατεύθυνση. Ευτυχώς, κατά τη δική μου άποψη, υπάρχει το τμήμα της Θεσσαλονίκης καταρχήν, του Ναυπλίου, που εμπλουτίζουνε με νέους καλλιτέχνες τον χώρο του θεάτρου. Απ’ τη στιγμή που υπάρχουνε τόσα πολλά θέατρα, υπάρχει και η ανάγκη της μετάφρασης, σίγουρα. Το θέατρο επίσης είναι ένας χώρος που ζητά συνέχεια το καινούργιο. Δεν μπορεί να μην το αφουγκραστεί. Απ’ τη στιγμή που δεν μπορεί να μην το αφουγκραστεί, ψάχνει, απ’ τη στιγμή που ψάχνει, πρέπει να το μεταφέρει στη γλώσσα, άρα εδώ, ναι, έχουμε μέλλον. Ένα θέμα είναι, βέβαια, οι άνθρωποι που κάνουν αυτή τη δουλειά και που ζουν απ’ αυτή τη δουλειά. Εκτιμάται η δουλειά τους τόσο όσο αξίζει; Δεν είμαι σίγουρη. Ειδικά για τη θεατρική μετάφραση δεν είμαι καθόλου σίγουρη. Αν έχεις την τύχη να παιχτείς σ’ ένα Κρατικό, σ’ ένα Εθνικό, να πάει μια μετάφρασή σου στην Επίδαυρο, οκέι, όλα καλά. Από ‘κει και πέρα όμως νομίζω ότι είναι ένα χαρτζιλίκι αυτό το οποίο πληρώνονται οι μεταφραστές. Δεν ξέρω τι γίνεται στον χώρο της λογοτεχνίας, στο θέατρο όμως νομίζω ότι έχουμε κάποια θεματάκια.

Τι συμβουλή θα δίνατε σε έναν φοιτητή ή φοιτήτρια που θέλει να ασχοληθεί στο μέλλον με τη μετάφραση;

Να αγαπάει τις λέξεις. Να μη σκοντάφτει πάνω στη δυσκολία. Και κυρίως να διαβάζει πολλές μεταφράσεις. Να βλέπει θέατρο. Θεωρώ ότι δεν μπορείς να μεταφράσεις θέατρο, εάν δεν ξέρεις την παράσταση. Αν δεν ξέρεις τη δουλειά του θεάτρου. Αν δεν πηγαίνεις σε παραστάσεις. Αν έχεις την τύχη να βλέπεις καλές παραστάσεις, γιατί επίσης το πώς παίζεται το θέατρο, υποκριτικά, έχει αλλάξει πάρα πολύ τα τελευταία χρόνια, έτσι; Δεν παίζουμε όπως παίζανε στη σχολή του Εθνικού, όπως έπαιζε το παλιό Κρατικό. Στεκόμασταν και τα λέγαμε μ’ έναν στόμφο… Έχει μπει άλλος ρυθμός, άλλη φυσικότητα, άλλη σωματικότητα στο θέατρο. Αυτά ο μεταφραστής οφείλει να τα ξέρει. Όπως οφείλει ο μεταφραστής ν’ ασχοληθεί με τον τόπο προέλευσης του έργου. Πρέπει να ξέρει. Αυτός ο συγγραφέας, αυτά τα πράγματα που γράφει από πού τα έχει εισπράξει, τα έχει αφουγκραστεί; Τι θέατρο έχει δει; Τι θέατρο παίζεται εκεί πέρα; Δεν μπορείς απλώς να πάρεις ένα κείμενο και γεια σας, το μεταφράζω. Πρέπει να ξέρεις λίγο και τον περίγυρο.

Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ που ήσασταν μαζί μας.

Εμείς σας ευχαριστούμε, γενικά, που μας δίνετε αυτό το βήμα. Το θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό.

Βιογραφικό

Η Γιάννα Τσόκου γεννήθηκε το 1958 στη Γερμανία. Το 1980 αποφοίτησε από την Ανώτερη Δραματική Σχολή της Ρούλας Πατεράκη κι έπειτα σπούδασε Θεατρολογία και Ιστορία της Τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βιέννης, όπου έζησε από το 1981 ως το 1987. Το 2000 ολοκλήρωσε το διδακτορικό της στο ίδιο πανεπιστήμιο. Έχει συνεργαστεί με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (ΚΘΒΕ) με αντικείμενο την εκδοτική δραστηριότητα του θεάτρου, την επιμέλεια εκθέσεων και τη λεπτομερή καταγραφή της παραστασιογραφίας του. Έχει οργανώσει, ακόμη, εκπαιδευτικά προγράμματα για σχολεία και έχει διδάξει Ιστορία Θεάτρου στην Ανώτερη Δραματική Σχολή Ανδρέας Βουτσινάς. Ως κριτικός συνεργάζεται με εφημερίδες και περιοδικά θεάτρου, ενώ έχει συμμετάσχει με επιστημονικές ανακοινώσεις και δημοσιεύσεις σε θεατρολογικά συνέδρια. Έχει διατελέσει μέλος της επιτροπής κρίσης για την απονομή του Κρατικού Βραβείου Συγγραφής Παιδικού Θεατρικού Έργου του Υπουργείου Πολιτισμού το 2004 και πρόεδρος της Επιτροπής Θεάτρου του Δήμου Θεσσαλονίκης από το 2014.  Έχει μεταφράσει στα ελληνικά έργα γερμανόφωνων συγγραφέων για παραστάσεις του ΚΘΒΕ, του ΔΗΠΕΘΕ Ρόδου κ.ά., ενώ έχει υπερτιτλίσει έργα για τη γερμανόφωνη θεατρική σκήνη MAERZBUEHNE.

Επιλεγμένες μεταφράσεις

Συλλογικό (2004). Το οδοιπορικό των μυρμηγκιών. ΔΗΠΕΘΕ Ρόδου.

Turrini, Peter (2007). Κυνήγι αρουραίων [Rozznjogd]. Angelus Novus/Λύκη Βυθού.

Bont, Ad de (2009). Ζάλης και Πιλάλης. ΔΗΠΕΘΕ Βορείου Αιγαίου.  

Hachfeld, Rainer (2017). Σε μένα μιλάς; [Eins auf die Fresse]. Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος.

Bernhard, Thomas (2019). Alles Theater, Der Theaterkosmos des Thomas Bernhard: Der Theatermacher, Einfach kompliziert, Claus Peymann verläßt Bochum und geht als Burgtheaterdirektor nach Wien [Auszüge]. MAERZBUEHNE.

Συνέντευξη: Πάνος Ερμείδης και Λίντα Χύτη
Ημερομηνία και τόπος: Μάιος 2018, Θεσσαλονίκη
Παραπομπή: Βηδενμάιερ, Ανθή, Λάμπρου, Δέσποινα και Πατεινάρη, Φωτεινή (2021). «Συνέντευξη με τη Γιάννα Τσόκου», Πορτρέτα μεταφραστριών και μεταφραστών. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. 

Κατηγορία: μεταφράστρια/μεταφραστής, θεατρική μετάφραση, υπερτιτλισμός, γερμανικά–ελληνικά