Μενού Κλείσιμο

Αλεξάνδρα Ιωαννίδου

Απομαγνητοφώνηση

Γεια σας, κυρία Ιωαννίδου. Είναι μεγάλη μας χαρά που είστε σήμερα εδώ μαζί μας γι’ αυτή τη συνέντευξη.

Και για μένα.

Να ξεκινήσουμε με λίγες ερωτήσεις σχετικά με το πώς προέκυψε στη ζωή σας η μετάφραση, πώς ξεκινήσατε, λοιπόν, να ασχολείστε μεταξύ άλλων και με τη μετάφραση;

Λοιπόν, ξεκίνησε η μετάφραση από πολύ νωρίς με την εκμάθηση των γλωσσών, από παιδάκι, δηλαδή, μ’ άρεσε να μεταφράζω. Η πρώτη μετάφραση, η πιο σοβαρή που εκδόθηκε, ήταν μια μετάφραση ενός ποιήματος μεγάλου του Γιάννη Ρίτσου απ’ την Τέταρτη διάσταση, ανάποδη, ήτανε λάθος αυτό, απ’ τα ελληνικά στα γερμανικά, την επιμελήθηκε όμως Γερμανός συμφοιτητής και εκδόθηκε κι αυτό είναι πολύ μεγάλη χαρά. Η σωστή, βέβαια, μετάφραση είναι από τη γλώσσα την ξένη στη δικιά σου. Αυτή ξεκίνησε πιο επίσημα με μια μετάφραση, τα Ζητήματα της ποιητικής του Ντοστογιέφσκι του Μιχαήλ Μπαχτίν [Mikhail Bakhtin]. Κάποια στιγμή στις αρχές της δεκαετίας του 2000, νομίζω, βγήκε, το μετέφρασα το ΄99 και βγήκε το 2000 το βιβλίο αυτό, και μετά σιγά-σιγά ξεκίνησα να μεταφράζω μέσω εκδοτών φίλων που ζητούσαν κάτι, μετά πρότεινα εγώ κάτι άλλο, ξεκίνησε μια πολύ ωραία και γόνιμη συνεργασία με τον Ανταίο τον Χρυσοστομίδη, ο οποίος με χρησιμοποιούσε και λίγο σαν λέκτορα, δηλαδή διάβαζα βιβλία στα γερμανικά, στα ρωσικά και του έλεγα ποιο είναι και αξίζει, κατά τη γνώμη μου, να μεταφραστεί και κάποια απ’ αυτά τα έπαιρνα και τα μετέφραζα εγώ. Κι έτσι ξεκίνησε. Παράλληλα με την ακαδημαϊκή ιδιότητα, ναι.

Μέσα από αυτή την εμπειρία που έχετε όλα αυτά τα χρόνια, τι σημαίνει για εσάς τελικά «μεταφράζω»;

Σημαίνει να αλλάζεις φωνές, να υποδύεσαι κάποιον άλλον, να μπαίνεις σε διαφορετικές γραφές, σε διαφορετικούς πολιτισμούς και να τους φέρνεις στον δικό σου. Δηλαδή για μένα είναι μια μεγάλη, μεγάλη διαδικασία μεταφοράς πολιτισμού και δυνατότητας να φέρεις κοντά ανθρώπους και απόψεις και εμπειρίες, ταξίδι… Είναι πάρα πολλά πράγματα η μετάφραση. Αυτό που μου είχε αρέσει πάρα πολύ ήτανε μια περιγραφή του Καρλ Ντεντέτσιους [Karl Dedecius] –αυτός ήταν ίσως ο μεγαλύτερος Γερμανοπολωνός μεταφραστής πολωνικών στα γερμανικά–, που χρησιμοποίησε τη γερμανική έκφραση για τη μετάφραση που είναι «übersetzen» και έλεγε ότι ο μεταφραστής είναι σαν τον βαρκάρη, το «übersetzen», που παίρνει τον αναγνώστη και τον πάει από τη μία όχθη του ποταμού, που χωρίζει κάποιους λαούς, στην άλλη όχθη, οπότε ενώνει. Μ’ άρεσε πάρα πολύ αυτό, βέβαια η μεταφορά, μεταφέρεις κάτι από τη μία μεριά στην άλλη, κάτι σαν αχθοφόρος χαράς, όμως, και εμπειριών. Αυτό.

Να περάσουμε τώρα στα περί της μεταφραστικής διαδικασίας. Τα κείμενα τα οποία μεταφράζετε τα επιλέγετε η ίδια;

Τώρα πια τα περισσότερα, ναι. Πάντα σε συνεννόηση με φίλους εκδότες, αλλά είμαι σε μια έτσι λίγο πιο προχωρημένη… –ίσως και λόγω της ακαδημαϊκής μου ιδιότητας– που συχνά με φίλους εκδότες συζητάμε τι θα άξιζε να μεταφραστεί και συναποφασίζουμε. Βέβαια υπάρχουν άνθρωποι πολύ διαβασμένοι στον χώρο που ζητάνε να μεταφραστούν βιβλία και έρχονται και σε ρωτάνε και σου τα προτείνουν. Κι αναλόγως…

Πώς είναι αυτός ο συνδυασμός, παρεμπιπτόντως, ακαδημαϊκής καριέρας και μεταφραστικής δραστηριότητας;

Πιστεύω, δεδομένης της απίστευτης ένδειας που επικρατεί στον ακαδημαϊκό χώρο και της πίεσης της εργασιακής, της απαξίωσης του πανεπιστημίου, της εμπορευματοποίησης του πανεπιστημίου πλέον, και μιας αδιαφορίας που έχουν πλέον τα νέα παιδιά, γιατί δεν αντέχουν και πάρα πολύ αυτή την κατάσταση, δεν βρίσκουν πολλή έμπνευση σ’ αυτό το πράγμα που θα πει «πήγαινε στο πανεπιστήμιο να πάρεις ένα χαρτί, να βρεις μια δουλειά», δεν την βρίσκουν κιόλας πια. Είναι μια ανάσα η μετάφραση. Δηλαδή μεταφράζεις, για να μπορέσεις να κρατηθείς στο άλλο επάγγελμα. Δεν είναι εύκολη η ακαδημαϊκή ζωή πια, δεν είναι εύκολη η διδασκαλία, δεν βρίσκεις πολύ κόσμο να συνεννοείσαι ανάμεσα στους συναδέλφους. Και όλη αυτή η προσπάθεια που γίνεται πάνω από 15-20 χρόνια τώρα να γίνει το πανεπιστήμιο τόπος εμπορίου κανονικός και να περάσει και όλη η υπόθεση ανεργίας…, να ενοχοποιηθεί γι’ αυτό το πράγμα το πανεπιστήμιο και η γνώση… η αγορά εργασίας, αυτή η σύνδεση και τα λοιπά, έχει απαξιώσει πάρα πολύ τη δουλειά μας, την έχει κάνει εργαλειακή σχεδόν. «Έλα, να κάνεις το μάθημά σου, να σου δώσω το χαρτί, να πάρεις τον βαθμό να φύγεις». Οπότε η μετάφραση είναι μια σημαντική ξεκούραση απ’ αυτό το πράγμα και η αίσθηση ότι κάνεις κάτι σημαντικό τελικά.

Και ποιο από τα κείμενα τα οποία έχετε μεταφράσει ως τώρα θα λέγατε ότι ήταν το πιο δύσκολο;

Το κάθε κείμενο έχει τη δικιά του δυσκολία. Πιστεύω ότι το πιο δύσκολο κείμενο το μεταφράζω τώρα. Είναι ένας Πολωνός συγγραφέας, ο Μπρούνο Σούλτς [Bruno Schulz], με –όχι δύσκολη, δεν θα ‘λεγα δύσκολη– είναι πολύ ποιητική γλώσσα του, είναι ποίηση σε πεζό σχεδόν, απίστευτη εικονογραφία, περιγράφει τη ζωή στην πολωνική επαρχία, στο εβραϊκό περιβάλλον της πολωνικής επαρχίας, αυτοβιογραφική πρόζα. Πραγματικά θέλει πολλή δουλειά, πάρα πολλή δουλειά. Είναι, δηλαδή, κέντημα. Αυτό το θεωρώ τώρα το πιο δύσκολο. Ένα δύσκολο που είχα κάνει επίσης, είχα κολλήσει για πολύ καιρό –και η λύση ήταν πολύ αστεία που είχα βρει, θα σας την πω– σ’ ένα μυθιστόρημα ενός νέου Ρώσου συγγραφέα –σύγχρονου, δεν είναι νέος ο άνθρωπος, ογδοντάρης πια– του Βλαντίμιρ Μακάνιν [Vladimir Makanin]. Αυτό ήταν ένα μυθιστόρημα που περιέγραφε τη ζωή τη δεκαετία του ’90, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, και για πρώτη φορά διάβασα σλανγκ ρωσική των εγκληματιών των Ρώσων. Τα ρωσικά λεξικά, τα σοβιετικά, καθαρίζανε τη γλώσσα, οπότε δεν έβρισκες σε λεξικά εύκολα αυτού του είδους τη γλώσσα της φυλακής, ας πούμε, ή του στρατοπέδου. Είχα κολλήσει, λοιπόν, σε δεκατρείς λέξεις, αυτές οι άτιμες δεκατρείς λέξεις, και ήμουν ανάμεσα στο να πάω –και δεν το κάνω εύκολα– να τον πάρω τηλέφωνο ή να του γράψω και να τον παρακαλέσω για βοήθεια. Είχα πάρει τη γαλλική μετάφραση, προσπαθούσα να ανακαλύψω τι κάνει ο Γάλλος, ο οποίος απλά και μόνο τα έσβησε και δεν τα μετέφρασε ποτέ, κάτι που δεν μ ’αρέσει να κάνω. Και, τελικά, βρήκα αναρτημένο στο διαδίκτυο το πόνημα μιας έρευνας, μιας δουλειάς που είχανε κάνει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μάλλον το είχανε χρηματοδοτήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, καταγραφή της γλώσσας των φυλακών και των στρατοπέδων των ποινικών, και είχαν ανεβάσει το λεξιλόγιο στο διαδίκτυο. Κι εκεί βρήκα αυτές τις δεκατρείς λέξεις. Όταν αργότερα συνάντησα τον Μακάνιν, του το είπα, μου λέει «Μα κακώς κάνατε και δεν με πήρατε στο τηλέφωνο». Μετά, βέβαια, έπρεπε να αναζητήσω στην ανάλογη ορολογία την ελληνική, που πάλι δεν ήταν εύκολο, να βρω αντιστοιχίες. Αυτό ήταν ίσως απ’ τα πιο δύσκολα που έχω κάνει.

Εξαιρετικό. Ωραία, ας συνεχίσουμε τώρα στη σχέση με τα εργασιακά και τα επαγγελματικά. Είστε ικανοποιημένη από τις απολαβές από τη μετάφραση; Βέβαια το συνδυάζετε με την ακαδημαϊκή σας καριέρα.

Δεν νομίζω ότι υπάρχει ικανοποιημένος άνθρωπος από τις απολαβές στη μετάφραση στην Ελλάδα. Κανονικά αυτή η δουλειά έπρεπε να είναι βιοποριστική απολύτως και είναι πάντα πάρεργο, εννέα στις δέκα περιπτώσεις το κάνουμε ως πάρεργο, γιατί είναι αδύνατον να ζήσεις από τις απολαβές στη μετάφραση. Όταν σε άλλα κράτη ένα βιβλίο μπορεί να εξασφαλίσει μια οικογένεια, τις ανάγκες μιας οικογένειας για ένα χρόνο. Στη Γερμανία, στη Γαλλία…

Μιας και το συζητάμε, είστε ικανοποιημένη από το στάτους των μεταφραστών στην Ελλάδα;

Ναι, το στάτους είναι. Σε αναγνωρίζουν κάποια στιγμή. Υπάρχουν καλοί αναγνώστες που σε γνωρίζουνε κι αυτό δεν υπήρχε παλιότερα, δηλαδή λένε «μετάφραση της Αλεξάνδρας Ιωαννίδου». Παλιά το στάτους δεν υπήρχε καθόλου. Δεν αναγράφανε καν το όνομα του μεταφραστή. Άρα έχουμε προχωρήσει και υπάρχουνε ψαγμένοι αναγνώστες που θέλουνε και καλή μετάφραση, αρά, ναι, όσο περνάει ο καιρός τόσο και περισσότερο, το στάτους είναι αναγνωρισμένο, δηλαδή ακούς «Συγχαρητήρια, μπράβο σας, διαβάσαμε, ωραία η μετάφρασή σας, ενδιαφέρον αυτό, ενδιαφέρον εκείνο». Ναι, ναι. Θα έλεγα πως ναι.

Πριν αναφέρατε ότι συνήθως δεν μιλάτε με τους συγγραφείς για να λύσετε ένα μεταφραστικό πρόβλημα, έχει τύχει πέρα από την περίπτωση με τον Ρώσο συγγραφέα και αντί για τον Γάλλο μεταφραστή του να επικοινωνήσετε ή να επικοινωνήσει αυτός ή να έχετε κάποια σχέση;

Ναι, ναι. Έχει τύχει σε έναν νέο Ρώσο της ηλικίας μου, νέο –εντός εισαγωγικών, τέλος πάντων– ο οποίος ζει στο Βέλγιο και είχε γράψει ένα εκπληκτικό μικρό βιβλιαράκι, λίγο θρίλερ, λίγο ντοστογιεβσκικό, που μου άρεσε πάρα πολύ. Και είχε μια πρόταση που δεν μπορούσα να βρω άκρη με τίποτα και δεν καταλάβαινα τι σήμαινε. Είχα ρωτήσει φίλους ρωσόφωνους, «Πέστε μου!», κανένας δεν μου έδινε την απάντηση, οπότε αναγκάστηκα να τον πάρω τηλέφωνο στο Βέλγιο και να του πω «Είμαι η μεταφράστριά σου στην Ελλάδα, σε παρακαλώ, πες μου τι είναι αυτό». Έβαλε τα γέλια και μου λέει «Αυτός ήταν και ο στόχος. Είναι μία πρόταση που επαναλάμβανε ένας τρόφιμος ψυχιατρείου, όταν είχα πάει να επισκεφτώ ένα ψυχιατρείο και δεν την καταλάβαινε κανένας και την έβαλα στο μυθιστόρημα». Λέω «Επιτέλους το λύσαμε!».

Το μυστήριο λύθηκε. Θεωρείτε την επιμέλεια απαραίτητη;

Απολύτως. Απολύτως απαραίτητη. Και το έργο είναι πάρα πολύ δύσκολο του επιμελητή, του καλού επιμελητή. Έχω πέσει σε πολύ καλούς επιμελητές, έχω πέσει και σε επιμελητές που κάνουν ό,τι θέλουνε και μαλώνουμε, αλλά λιγότερο, σπανιότερα.

Αυτό θα ρωτούσαμε, αν σας έχουν τύχει περιπτώσεις λογοκρισίας. Ας πούμε, ένας επιμελητής ή ο εκδοτικός οίκος να αλλάξουν κάτι χωρίς την άδεια σας;

Όχι, χωρίς την άδειά μου δεν μπορέσαν να αλλάξουνε, γιατί ζητάω να μου τα στέλνουνε με σημειωμένες τις αλλαγές. Έχω τύχει, όμως, σε επιμέλεια που μου έχει έρθει το βιβλίο κατακόκκινο, με διορθώσεις του τύπου να γράφω εγώ «η ωραία κοπέλα» και να μου διορθώνει «η όμορφη κοπέλα». Οπότε εκεί σκοτωθήκαμε και είπα «Ή φεύγει αυτή, ή…» και μου είπανε «Κάνε ό,τι νομίζεις εσύ, άλλαξε…». Και σε ορισμένα σημεία είχε πάρα πολύ καίριες αλλαγές και παρατηρήσεις, αλλά, δεν ξέρω, θεώρησε ότι έπρεπε να είναι εκείνη λογοτέχνης, πιο λογοτέχνης από εμένα, της άρεσε το κείμενο και… δεν ξέρω, δεν το κατάλαβα ποτέ αυτό, αλλά ήτανε τεράστιο σοκ. Τεράστιο. Δηλαδή παίρνεις ένα κείμενο και το βλέπεις κατακόκκινο και λες είναι δυνατόν να έχω κάνει τόσο λάθη; Και είναι αυθαίρετες λογοτεχνικές παρεμβάσεις.

Και όσον αφορά τον τίτλο, μιας που είμαστε στα των εκδοτικών οίκων και των επιλογών, επιλέγετε εσείς το τίτλο, επιλέγει ο εκδότης;

Από κοινού. Τώρα σε ένα καινούργιο βιβλίο που βγήκε τώρα, που είναι απ’ τα βουλγάρικα, ο τίτλος έγινε αντικείμενο συζήτησης ανάμεσα σε εμένα και τον συγγραφέα που είχε έναν Έλληνα σύμβουλο δίπλα του. Θα έλεγα ότι μιλούσαμε ενάμιση μήνα; Και ψάχναμε, είχαμε καταλήξει σε έξι διαφορετικούς τίτλους, διάλεξε τον δεύτερο καλύτερο από αυτούς που του είχα προτείνει, γιατί είχα απορρίψει απολύτως τον πρώτο που έλεγε, δεν ταίριαζε στα ελληνικά, τελικά τα καταφέραμε. Ένας τίτλος που δεν μ’ άρεσε καθόλου και δεν μπόρεσα να τον αλλάξω ήταν αυτός του Ρώσου από το Βέλγιο, ο οποίος δεν μου αρέσει ακόμα ο τίτλος. Εντάξει, είναι και το ζήτημα της εμπορικότητας που προτάσσουν πολύ συχνά οι εκδότες.

Έχετε δεχθεί ποτέ κάποια κριτική για τη μετάφρασή σας;

Όχι, αυτή η κριτική που είχα δεχθεί μια φορά ήτανε ότι επιλέξαμε μαζί με τον εκδοτικό οίκο το λάθος βιβλίο να μεταφράσουμε ενός συγγραφέα που έπρεπε να είναι κάτι καινούργιο. Μετάφραση ως προς ορολογία, ακρίβεια και τα λοιπά δεν έχει ποτέ επικριθεί, δεν είχα ποτέ τέτοιου είδους… Τι άλλο; Και λιγάκι γκρίνια ως προς τις… –γιατί μερικές φορές κάνω εισαγωγές ή επίμετρα, λόγω της φιλολογικής μου ιδιότητας– ως προς την κριτική που είχα ασκήσει στον Στάλιν. Δηλαδή βγήκε κάποιος στην εφημερίδα και έλεγε «Ναι, αλλά ο Στάλιν, ξέρετε, είναι πολύ καλός, ήταν πολύ καλός αναγνώστης και αδίκως, τον αδικείτε σ’ αυτό, τον αδικείτε σ’ εκείνο…». Αυτό είναι ελληνικό φαινόμενο, η λατρεία στον Στάλιν παραμένει σε πολλούς.

Και, πριν σας αφήσουμε, να σας ρωτήσουμε είστε αισιόδοξη για το μέλλον της μετάφρασης και των μεταφραστών στην Ελλάδα;

Για το μέλλον είμαι πολύ αισιόδοξη για την εκδοτική δραστηριότητα και το ενδιαφέρον του κοινού που γίνεται όλο και περισσότερο, για την ποιότητα την εκδοτική – έχει γίνει, λόγω της κρίσης μάλλον, πιο ανταγωνιστικός ο χώρος, δηλαδή ανταγωνίζονται σε ποιότητα για να μπορούν να κρατηθούν οι εκδοτικοί οίκοι κι αυτό βγαίνει σε καλό. Δεν είμαι αισιόδοξη ως προς τις αμοιβές και τον τρόπο με τον οποίο καλούνται να δουλέψουνε άνθρωποι που πραγματικά δίνουν την ψυχή τους σ’ αυτό. Σ’ αυτό κάτι πρέπει να γίνει, ίσως θα πρέπει οι μεταφραστές να κάνουν μια συλλογικότητα και να αγωνιστούν πλέον για τα συνδικαλιστικά τους δικαιώματα. Βέβαια αυτό –επειδή είναι μια μοναχική δουλειά ο μεταφραστής– σπάει πολύ εύκολα. Δεν ελέγχεται και σπάει πολύ εύκολα. Τη στιγμή που εσύ θα πεις ότι κάτω από αυτή την τιμή δεν πάω, θα βρεθεί, λόγω της κρίσης, κάποιος άνθρωπος με ανάγκες που θα πει «Θα την κάνω τη μετάφραση και με τόσο παρακάτω», οπότε δεν μπορείς να έχεις αυτό το μαζικό που έχει μια απεργία σε ένα εργοστάσιο, ας πούμε, που σταματάνε οι μηχανές και δεν σηκώνει στη μηχανή κανένας τον μοχλό να ξεκινήσει, οπότε εκβιάζεται ο εργοστασιάρχης και δίνει τα λεφτά. Δεν γίνεται αυτό. Πάντα κάποιος βρίσκεται και το χαλάει.

Και τι συμβουλή θα δίνατε σε έναν φοιτητή που θέλει να ασχοληθεί στο μέλλον με τη μετάφραση;

Αχ, να την αγαπάει πάρα πολύ, να κάνει υπομονή, να διαβάζει, να διαβάζει, να διαβάζει, να διαβάζει, γιατί νομίζω ο μεταφραστής είναι αναγνώστης πρωτίστως, και να μη δέχεται να κάνει φθηνά πράγματα μόνο και μόνο για τα λεφτά. Δηλαδή πέφτουνε κάτι προτάσεις για λογοτεχνία τίποτα, για σκουπίδια, και εκεί χάνεσαι λίγο, δεν είναι σωστό. Καλύτερα να κάνεις κάτι άλλο και να πεις «Εγώ θα μεταφράσω κάτι πολύ καλό και θα το μεταφράσω καλά», παρά να πέσεις να μεταφράζεις κουταμάρες επειδή θα πουλήσουνε. Αυτό.

Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ.

Κι εγώ.

Ήταν μεγάλη χαρά μας. Να είστε καλά.

Βιογραφικό

Η Αλεξάνδρα Ιωαννίδου γεννήθηκε το 1966 και αποφοίτησε από τη Γερμανική Σχολή Αθηνών το 1984. Σπούδασε Σλαβική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης (Γερμανία), όπου και ολοκλήρωσε το διδακτορική της διατριβή. Είναι Καθηγήτρια στο Τμήμα Ανατολικών, Βαλκανικών και Σλαβικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας με αντικείμενο τις Νεότερες και Σύγχρονες Σλαβικές Λογοτεχνίες και τον Σλαβικό Πολιτισμό. Έχει διδάξει, επίσης, μεταπτυχιακά μαθήματα Σλαβολογίας και Βαλκανολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και στο Πανεπιστήμιο της Ιένας, καθώς και μαθήματα Λογοτεχνίας στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Ακόμη, έχει μεταφράσει λογοτεχνικά και θεωρητικά βιβλία από τα ρωσικά, τα πολωνικά και τα γερμανικά. Αρθρογραφεί τακτικά στο περιοδικό Athens Review of Books. Το βιβλίο της Υπόθεση Γκράνιν: η λογοτεχνική κριτική στο εδώλιο: η δίκη της Επιθεώρησης Τέχνης το 1959 και η απολογία του Κώστα Κουλουφάκου τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Χρονικού-Μαρτυρίας 2009.

Επιλεγμένες μεταφράσεις

Bakhtin, Mikhail (2000). Ζητήματα της ποιητικής του Ντοστογιέφσκι [Problemy poetiki dostoevskogo]. Αθήνα: Πόλις.

Makanin, Vladimir (2003). Αντεργκράουντ ή Ένας ήρωας του καιρού μας [Андеграунд, или Герой нашего времени]. Αθήνα: Καστανιώτη.

Milosz, Czeslaw (2007). Η κοιλάδα του Ίσσα [Dolina Issy]. Αθήνα: Καστανιώτη.

Chekhov, Anton (2015). Το βιολί του Ρότσιλντ [Ротшильда]. Αθήνα: Άγρα.

Tolstoy, Leo (2016). Για τον Σαίξπηρ και το δράμα [OШекспире и о драме]. Αθήνα: Ποικίλη Στοά.

Alexievich, Svetlana (2016). Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου [Bpeмя секонб хэнб]. Αθήνα: Πατάκη.

Musil, Robert (2017). Περί βλακείας [Über die Dummheit]. Αθήνα: Μίνωας.

Fallada, Hans (2017). Και τώρα, ανθρωπάκο; [Kleiner Mann – was nun?]. Αθήνα: Μίνωας.

Tokarczuk, Olga (2017). Το Αρχέγονο και άλλοι καιροί [Prawiek i inne czasy]. Αθήνα: Καστανιώτη.

Bulgakov, Mikhail (2019). O μετρ και η Μαργαρίτα [Мастер и Маргарита]. Αθήνα: Μίνωας.

Dostoyevsky, Fyodor (2019). Η ρωσική ψυχή. Επιλογή από το Ημερολόγιο ενός συγγραφέα [The Russian Soul: Selections From A Writer’s Diary]. Αθήνα: Πατάκη.  

Schulz, Bruno (2019). Άπαντα τα πεζά. Αθήνα: Καστανιώτη.

Βραβεία

Κρατικό Βραβείο Χρονικού-Μαρτυρίας 2009

Συνέντευξη: Μαρία Καρδάρα και Φωτεινή Πατεινάρη
Ημερομηνία και τόπος: Μάιος 2018, Θεσσαλονίκη 
Παραπομπή: Βηδενμάιερ, Ανθή, Λάμπρου, Δέσποινα και Πατεινάρη, Φωτεινή (2021). «Συνέντευξη με την Αλεξάνδρα Ιωαννίδου», Πορτρέτα μεταφραστριών και μεταφραστών. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Κατηγορία: μεταφράστρια/μεταφραστής, μετάφραση πεζογραφίας, βουλγαρικά–ελληνικά, πολωνικά–ελληνικά, ρωσικά–ελληνικά